Όλοι πιθανότατα έχουμε ακούσει κάποια στιγμή στη ζωή μας για αυτή την ψηφοφορία που έγινε και δεν προκρίθηκε η ελληνική γλώσσα ως lingua franca, χάνοντας τελικά για μία μόλις ψήφο.
Άλλοι την τοποθετούν στα χρόνια της δημιουργίας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, άλλοι σε κάποια σημαντική συνεδρίαση του ΟΗΕ, άλλοι τέλος κάνουν λόγο ακόμα και για την Ευρωπαϊκή Ένωση που έψαχνε για την κεντρική της γλώσσα.
Η -αρχαία- ελληνική ήταν εξάλλου μια γλώσσα με παγκόσμιο αντίκτυπο για αιώνες και αιώνες και θα ήταν έτσι ταιριαστό να προκριθεί για καθομιλουμένη σε μια χώρα ή ομοσπονδία αρκούντως κοντά ή μακριά, διαλέγεις και παίρνεις.
Η ιστορία είναι καλά ριζωμένη στις συνειδήσεις μας, καθώς κυκλοφορεί εδώ και αρκετές δεκαετίες και μεγάλα ονόματα του εσωτερικού μας τοπίου έχουν συνδεθεί μαζί της. Κάποιοι την έχουν ακούσει ακόμα και από τα στόματα των δασκάλων τους ή σε πηγαδάκια όπου υπάρχει «εκείνος» ο τύπος που ξέρει τέτοια πράγματα. Και είναι από τις λίγες μάλιστα φορές που δεν πρόκειται για κάτι που γεννήθηκε στα χρόνια του ίντερνετ και το μεγάλο συνωμοσιολογικό πάθος του, έστω κι αν στην εποχή της κοινωνικής δικτύωσης ανασκευάστηκε και γνώρισε μια δεύτερη και εξίσου ζηλευτή ζωή.
Πώς ξεκίνησε όμως το παραμύθι για την ιστορική υποψηφιότητα της ελληνικής ως επίσημης γλώσσας που έχασε από μία καταραμένη ψήφο; Πού πρωτοέπαιξε το σενάριο, πριν αναδιπλωθεί και εμφανιστεί σε συνεδριάσεις παγκόσμιων και ευρωπαϊκών θεσμών;
Όλα άρχισαν όταν οι ΗΠΑ κέρδισαν την ανεξαρτησία τους το 1776 και οι πατέρες του έθνους ούτε να ακούσουν δεν ήθελαν για την αγγλική, τη γλώσσα που μιλούσαν οι δυνάστες τους Βρετανοί. Κι έτσι βάλθηκαν λέει να βρουν την επίσημη γλώσσα του νεοσύστατου κράτους και να ξεκόψουν μια και καλή τους δεσμούς με την αποικιοκρατία που τόσο τους είχε ταλανίσει.
Και τα ελληνικά ήθελαν φυσικά οι περισσότεροι, τη γλώσσα που γέννησε τη δημοκρατία! Κάποιοι πρόκριναν τα γερμανικά και άλλοι τα γαλλικά, η ελληνική συγκέντρωνε ωστόσο τις προτιμήσεις των περισσοτέρων που απέρριπταν τα αγγλικά. Έστω κι αν χάσαμε για μία μόλις ψήφο. Εννοείται πως πρόκειται για μύθο, καθώς ποτέ δεν συζητήθηκε κάτι τέτοιο από τους πατέρες του αμερικανικού έθνους.
Ούτε και στη συνεδρίαση της Βουλής των Αντιπροσώπων το 1794 έλαβε χώρα τέτοια κουβέντα, όπως ορκίζεται η δεύτερη εκδοχή του μύθου. Η αλήθεια είναι πως τα αντι-βρετανικά αισθήματα παραήταν φουντωμένα στην Αμερική των τελών του 18ου αιώνα και πολλοί ντόπιοι πατριώτες δεν ήθελαν καθόλου τη γλώσσα των καταπιεστών αποικιοκρατών.
Μικρές ομάδες προωθούσαν πράγματι την υιοθέτηση άλλων γλωσσών: τα γερμανικά, γιατί ήταν η γλώσσα του ορθού λόγου, τα γαλλικά, ως γλώσσα της ελευθερίας, τα εβραϊκά, ως γλώσσα του Θεού, και τα ελληνικά μεταξύ άλλων, ως η γλώσσα της δημοκρατίας. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως έγινε ψηφοφορία για την υιοθέτηση επίσημης κρατικής γλώσσας ούτε στη Βουλή των Αντιπροσώπων ούτε στη Γερουσία, τα δύο νομοθετικά σώματα του ομοσπονδιακού Κογκρέσου δηλαδή.
Υπάρχει βέβαια η αναφορά του Ρότζερ Σέρμαν από το Κονέκτικατ, μεγάλου πολιτευτή των ΗΠΑ και ενός από τους πατέρες του αμερικανικού έθνους, που έφτασε να ισχυριστεί πως οι Αμερικανοί πρέπει να διατηρήσουν τη χρήση της αγγλικής, οι Βρετανοί να αρχίσουν ωστόσο να μιλούν ελληνικά! Ως εδώ όμως.
Ακόμα και τον Ξενοφώντα Ζολώτα επιστράτευσαν κάποιοι να το έχει καταμαρτυρήσει, σε μια δήλωση η αλήθεια ή όχι της οποίας δεν μπορεί να ελεγχθεί. Να τι θέλουν κάποιοι να έχει πει ο Ζολώτας πριν από καμιά εβδομηνταριά χρόνια προσυπογράφοντας την ιστορική αλήθεια της μίας ψήφου: «Ο Ουάσιγκτον, ο Τζέφερσον, ο Άνταμς και άλλοι όταν συνέτασσαν το Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών στα 1787 -που ισχύει με μερικές νέες παραγράφους, που ψηφίστηκαν για προσαρμογή στις νέες εξελίξεις, μέχρι σήμερα στον αρχικό κορμό του- είχαν προτείνει η γλώσσα του νέου κράτους να είναι η ελληνική, προς τιμή της γλώσσας του Έθνους εκείνου, που πρώτο γέννησε και ελίκνισε τη Δημοκρατία και τη διέδωσε στον κόσμο. Για μία ψήφο μόνο προκρίθηκε και υιοθετήθηκε τελικά η αγγλική αντί της ελληνικής».
Η πλάκα είναι πως ο μύθος δεν φαίνεται να είναι ελληνικός, αλλά γερμανικός! Πολλές γλώσσες έχουν το δικό τους μύθευμα για την ιστορική αυτή ψηφοφορία που έχασαν από την αγγλική τη διεθνή τους απήχηση για μία ψήφο, η γερμανική κρατά ωστόσο τα ηνία. Και είναι πιθανόν πως πάνω στις δικές της κάλπικες περιπέτειες πάτησαν όλοι όσοι διεκδικούν μια θέση για τη γλώσσα τους στο στόμα των Αμερικανών.
Σύμφωνα με τον διαδεδομένο γερμανικό μύθο, ήταν σε συζήτηση της Βουλής των Αντιπροσώπων το 1794 ή 1795 όταν το σώμα συνήλθε για να αποφασίσει αν θα γίνουν τα γερμανικά η επίσημη γλώσσα των ΗΠΑ. Η ολομέλεια προέκρινε τα αγγλικά έναντι… μίας ψήφου.
Η ψηφοφορία δεν έγινε φυσικά ποτέ. Το μόνο που έλαβε χώρα ήταν ένα αίτημα κάποιων πολιτευτών γερμανικής καταγωγής από τη Βιρτζίνια να τυπώνονται οι ομοσπονδιακοί νόμοι και στα γερμανικά (ταυτόχρονα με τα αγγλικά δηλαδή), αν και η Βουλή δεν νομοθέτησε ποτέ. Το συζήτησε πάντως στις 13 Ιανουαρίου 1795, χωρίς να καταλήξει σε συμφωνία. Το μόνο που έκαναν ήταν να ψηφίσουν αν θα το κουβέντιαζαν σε επόμενη συνεδρίαση, ένα αίτημα που απορρίφθηκε με ψήφους 42 κατά και 41 υπέρ. Αυτή η καταραμένη μία ψήφος!
Παρά το γεγονός ότι η ψηφοφορία δεν έγινε για την υιοθέτηση της γερμανικής στα ομοσπονδιακά νομοθετικά έγγραφα, παρά μόνο για τη συνέχιση της κοινοβουλευτικής συζήτησης, οι Γερμανο-Αμερικανοί το ήθελαν να έχουν μόλις απωλέσει την καθιέρωση της γλώσσας τους για μία ψήφο.
Η πλάκα είναι πως από τα επίσημα πρακτικά ξέρουμε τελικά πως η συζήτηση έγινε στην Κάτω Βουλή στις 16 Φεβρουαρίου 1795, έπειτα από νέο αίτημα, η συνεδρίαση αποφάσισε ωστόσο την τύπωση των ομοσπονδιακών νόμων αποκλειστικά στα αγγλικά. Ο νόμος εγκρίθηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και επικυρώθηκε από τον πρόεδρο Τζορτζ Ουάσιγκτον έναν μήνα αργότερα. Ο μύθος έζησε και βασίλεψε όμως.
Τη δική του εμπλοκή είχε εδώ ο Φρέντερικ Μούλενμπεργκ, γερμανικής καταγωγής λουθηρανός πάστορας και βουλευτής από την Πενσιλβάνια (1789-1797), πρώτος μάλιστα πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων. Ο Μούλενμπεργκ προήδρευε στη σημαδιακή συνεδρίαση των 42 έναντι 41 ψήφων και απείχε μάλιστα από την ψηφοφορία (όπως επέβαλε η θέση του), σχολιάζοντας μετά πως «όσο γρηγορότερα γίνουν Αμερικανοί οι Γερμανοί, τόσο καλύτερο θα είναι»! Και παρά το γεγονός ότι δεν είχε πάρει μέρος στην ιστορική ψηφοφορία, όλοι ήξεραν τώρα ποιος ευθυνόταν που δεν έγινε η γερμανική η επίσημη γλώσσα των ΗΠΑ.
Οι ΗΠΑ δεν είχαν και δεν έχουν συνταγματικά κατοχυρωμένη γλώσσα. Τα αγγλικά καθιερώθηκαν εκ των πραγμάτων ως η δεσπόζουσα λαλιά του ομόσπονδου κράτους χωρίς να κατοχυρώνονται ωστόσο σε κανένα θεσμικό ή νομοθετικό κείμενο της χώρας…
Το χαλασμένο τηλέφωνο του μύθου έφερε μετά την ψηφοφορία σε συνέδρια παγκοσμίου βεληνεκούς, σε θεσμικά όργανα με διεθνή απήχηση, ακόμα και στη δική μας ευρωπαϊκή γειτονιά. Και παντού η ελληνική έχανε για μία μόλις ψήφο. Εδώ δεν υπάρχουν καν ψήγματα γεγονότος που να μπορεί να πατήσει κάποιος, είναι ολότελα κατασκευασμένες ιστορίες από όσους ονειρεύονται τη γλώσσα μας κοσμοκράτειρα και τους εαυτούς τους προνομιακούς εκπροσώπους.
Ακόμα και σήμερα μια βόλτα στο ελληνικό διαδίκτυο αποκαλύπτει πως ο μύθος δεν έχει κοπάσει, δεν έχει καταλαγιάσει: «Λέγεται ότι στο συνέδριο που έγινε στα τέλη του περασμένου αιώνα στη Αμερική από ανθρώπους των γραμμάτων προκειμένου να αποφασιστεί ποια γλώσσα θα γίνει γι’ αυτούς διεθνής, η Ελληνική έχασε για μια ψήφο», διαβάζουμε κάπου.
Ή ακόμα και «μαθαίνεις Αγγλικά παιδάκι μου γιατί στην ψηφοφορία όλων των λαών τα Ελληνικά έχασαν για 1 ψήφο»! Ο μύθος δεν έχει ξεθωριάσει και αναπαράγεται ακόμα σε «εκείνες» τις γωνιές του ίντερνετ που τροφοδοτούν το εθνικό μας εγώ με πλαστή περηφάνεια. Εκεί που έχουμε δηλαδή τόσους πραγματικούς λόγους να είμαστε περήφανοι ως λαός.
Και μπορεί ο Κικέρωνας να έλεγε ότι όταν οι θεοί διαλέγονται, την ελληνική γλώσσα χρησιμοποιούν, κανείς θνητός δεν έβαλε σκοπό ωστόσο να το ελέγξει…
Discussion about this post