Αν ένα στοιχείο χαρακτηρίζει την Σαντορίνη, πέρα από το δημοφιλές και πολυταξιδεμένο ηλιοβασίλεμά της και την χαρακτηριστική και επιβλητική της καλντέρα, αυτό δεν είναι άλλο από τα ιδιαίτερα υπόσκαφα κτίσματά της, τα οποία δε συναντώνται αλλού στην Ελλάδα.
Τα μικρά και φτωχικά σπίτια των πληρωμάτων των καραβιών, που αποτελούν την πιο παλιά και απλή μορφή σπιτιού, σήμερα για το όμορφο και πολυφωτογραφημένο νησί των Κυκλάδων, αποτελούν όχι μόνο σημείο αναφοράς αλλά θα μπορούσε να πει κανείς και ένα από τα πιο ιδιαίτερα αξιοθέατά του.
Τα χαρακτηριστικότερα, παραδοσιακά κτίσματα του νησιού -σήμερα συναντώνται σε διάφορες μορφές, σπίτια, εκκλησίες, αποθήκες, κάναβες, ξενοδοχεία κ.α.-, παρά την άναρχη αρχιτεκτονική τους προσθέτουν μια μοναδική ομορφιά στο φημισμένο Κυκλαδονήσι, καθιστώντας το μοναδικό στον κόσμο.
Μοιάζοντας να κρέμονται στο χείλος του γκρεμού της καλντέρας, δεν είναι λίγες οι φορές που η γειτνίασή τους είναι τόσο κοντινή, με τους όγκους να αλληλοδιεισδύουν μεταξύ τους, με τους κοινόχρηστους και τους ιδιωτικούς χώρους να συνδέονται ή και να ταυτίζονται κάποιες φορές, δημιουργώντας ένα πρωτοφανές «πλέξιμο. Αν αναλογιστεί κανείς και τις μορφολογικές ιδιαιτερότητες του νησιού, το τοπίο που αντικρίζει κανείς είναι πραγματικά εκπληκτικό.
Αν και σήμερα τα περισσότερα από αυτά δημιουργούν την αίσθηση της άκρατης πολυτέλειας και χλιδής, καθώς δεν είναι λίγα τα πεντάστερα ξενοδοχεία του νησιού που φιλοξενούνται σε αυτά ή εσκεμμένα ακολουθούν την συγκεκριμένη αρχιτεκτονική, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι τα υπόσκαφα της Σαντορίνης θεωρούνταν μικρά και φτωχικά σπίτια, όπου κατοικούσαν τα πληρώματα των πλοίων καθώς και οι φτωχές οικογένειες του νησιού, σε αντίθεση με τα χτιστά καπετανόσπιτα.
Στην ουσία πρόκειται για την πιο παλιά και απλή μορφή σπιτιού, καθώς αποτελούσαν σπηλαιοειδείς κατοικίες χωρίς καθόλου θεμέλια. Ο λόγος της δημιουργίας τους; Σύμφωνα με την παράδοση δεν είναι άλλος από το πείσμα για επιβίωση ενάντια στην κλίση του βράχου. Το σχήμα τους ήταν στενόμακρο, ενώ ήταν λαξεμένα στη θηραϊκή γη και χαρακτηρίζονταν για τις θολωτές οροφές και την στενή τους πρόσοψη. Κάποια από αυτά λαξεύονταν εξ ολοκλήρου μέσα στη γη, ενώ άλλα διέθεταν και επιπλέον κτιστά μέρη. Στα πιο σημαντικά πλεονεκτήματά τους -τα οποία τα χαρακτηρίζουν μέχρι και σήμερα- το γεγονός ότι κατά την διάρκεια του χειμώνα διατηρούνται ζεστά και κατά την διάρκεια του καλοκαιριού δροσερά, λόγω των μονωτικών ιδιοτήτων της θηραϊκής γης.
Τα παραδοσιακά υπόσκαφα της Σαντορίνης συνήθως αποτελούνταν από δύο δωμάτια, με το μπροστινό να συμπεριλαμβάνει τη σάλα και την κουζίνα και το πίσω το υπνοδωμάτιο, την κάμαρη, το οποίο διαχωριζόταν από το υπόλοιπο σπίτι με έναν κτιστό τοίχο. Ο φωτισμός και ο αερισμός τους πραγματοποιείτο από την πόρτα και τα δύο παράθυρα εκατέρωθεν αυτής, καθώς και από τον φεγγίτη ακριβώς από πάνω της. Τα ίδια ακριβώς ανοίγματα είχε και ο εσωτερικός τοίχος που χώριζε το σπίτι στους δύο του χώρους προκειμένου να φωτίζεται και να αερίζεται και η κάμαρη.
Η κουζίνα άλλοτε βρισκόταν στον εσωτερικό και άλλοτε στον εξωτερικό χώρο του υπόσκαφου, ενώ το σημείο όπου μαγείρευαν ονομαζόταν πυροστιά. Στην ουσία επρόκειτο για δύο μεγάλες πέτρες ανάμεσα στις οποίες τοποθετούσαν ξύλα, άναβαν φωτιά και από πάνω τοποθετούσαν το καζάνι. Η τουαλέτα ή προβάς, ως επί το πλείστον, βρισκόταν σε διαφορετικό δωμάτιο στον εξωτερικό χώρο και συνήθως ήταν υπερυψωμένη.
Για την συγκέντρωση του νερού χρησιμοποιούσαν τη στέρνα, η οποία συγκέντρωνε το νερό της βροχής που έπεφτε στην ταράτσα ή την αυλή του σπιτιού, και μέσα από τις υδρορροές οδηγούνταν στη στέρνα. Ως φίλτρο χρησιμοποιούνταν ένα μάτσο από μικρά δεμένα ξυλαράκια, τα οποία τοποθετούσαν μέσα στις υδρορροές.
Στις περιπτώσεις που ο βράχος το επέτρεπε, στις αυλές των υπόσκαφων υπήρχε ένα μικρό παρτέρι, η αλιτάνα, όπου οι κάτοικοι φύτευαν διάφορα μυρωδικά, βότανα και λουλούδια. Από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία των υπόσκαφων, επίσης, τα χτιστά έπιπλα, οι λαξευμένες εσοχές, οι σκάλες, οι φούρνοι, οι καμινάδες καθώς και τα παρτέρια στις αυλές.
Εκτός από τις πολυφωτογραφημένες και πολυσύχναστες Οία και Φηρά, με τα υπόσκαφα κατά μήκος της καλντέρας, η εικόνα των οποίων ταξιδεύει κάθε χρόνο στα πέρατα του κόσμου, υπόσκαφα μπορεί να συναντήσει κανείς και σε άλλα σημεία του νησιού.
Ο Βόθωνας και ο Καρτεράδος στην ενδοχώρα του νησιού και η Φοινικιά στο βόρειο τμήμα του αποτελούν τρία από αυτά τα σημεία, καθώς η πολεοδομική ανάπτυξη ακολουθεί τις κοίτες των χειμάρρων, στα τοιχώματα των οποίων έχουν σκαφτεί τα σπίτια. Ακόμη, σκαφτά σπηλαιώδη σπίτια μπορεί να συναντήσει κανείς και στους μεσαιωνικούς οικισμούς του Πύργου και του Εμπορείου στην ενδοχώρα της Σαντορίνης, καθώς και στο Ακρωτήρι στη νότια πλευρά της.
Αυτό που αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, για τα υπόσκαφα είναι το γεγονός ότι οι περιοχές που σήμερα, εξαιτίας της θέας τους και της τοποθεσίας τους ακριβώς πάνω στο γκρεμό της καλντέρας, σημειώνουν μεγαλύτερη αξία, παλιότερα αποτελούσαν δημοφιλέστερες επιλογές για τις φτωχότερες κοινωνικές τάξεις του νησιού, με τους άρχοντες και τους καπεταναίους να προτιμούν να χτιστά, και όχι υπόσκαφα, σπίτια τόσο στην πάνω μεριά της Οίας, όσο και στα βόρεια Φηρά.
Discussion about this post