Η ιστορία ενός λευκώματος που επέζησε της εισβολής: «Η σκέψις μας πάντα κοντά σας»:

Στις τελευταίες σελίδες του λευκώματος, οι μαθήτριες μοιράζονται πληροφορίες για το σχολείο τους

leukoma λεύκωμα, τουρκική εισβολή

Περίπου δύο χρόνια μετά το τέλος του ελληνικού εμφυλίου, οι μαθήτριες του Αρσακείου Γυμνασίου αναλαμβάνουν μια σημαντική πρωτοβουλία. Οι δεκαεξάχρονες μαθήτριες της έκτης του Παρθεναγωγείου στέλνουν μέσω του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού Νεότητος στο Ελληνικό Γυμνάσιο της Μόρφου ένα χειρόγραφο λεύκωμα, με το οποίο επιχειρούν να εισάγουν την ελληνοκυπριακή νεολαία στην ιστορία και τις ομορφιές της Ελλάδας του 1951.

Το λεύκωμα, το οποίο είχε ως παραλήπτη την «Τάξη Στ’», του Ελληνικού Γυμνασίου της Μόρφου παρελήφθη στις 11 Ιανουαρίου 1952 και αρχειοθετήθηκε στη Βιβλιοθήκη του Γυμνασίου Μόρφου. Το λεύκωμα του 1951 παρέμεινε σε βιβλιοθήκη της Μόρφου μέχρι το 1974 (εντός του λευκώματος υπάρχει σχετικό σημείωμα εγγραφής στη βιβλιοθήκη). Στα κατεχόμενα, οι πληροφορίες θέλουν τα ίχνη του λευκώματος να έχουν χαθεί μετά την εισβολή. Ύστερα από πολλές δεκατίες έφτασε στα χέρια του συγγραφέα αυτού του δημοσιεύματος πριν από λίγα χρόνια, μέσα από τη διαμεσολάβηση του επικοινωνιολόγου Χαλίλ Ντουράναϊ. Χάρη στην προσπάθεια του κ. Ντουράναϊ, το λεύκωμα διασώθηκε και παραδόθηκε στον συγγραφέα. Σήμερα, με αφορμή την επέτειο των δραματικών γεγονότων του θλιβερού καλοκαιριού του 1974, με τη βοήθεια της ιστορικού Δρ. Μαγδαληνής Αντρέου, το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΚΥΠΕ) παρουσιάζει το περιεχόμενο αυτού του σημαντικού αρχειακού υλικού, το οποίο ρίχνει φως σε μία από τις ξεχασμένες πτυχές της κυπριακής ιστορίας. Η φωτογράφος του ΚΥΠΕ, Κάτια Χριστοδούλου, συνέβαλε στην ψηφιοποίηση αυτού του πολύτιμου αρχείου.

Στην εισαγωγή αυτού του σημαντικού κειμηλίου γίνεται αναφορά σε προηγούμενο λεύκωμα που είχαν στείλει οι Κύπριοι μαθητές της Μόρφου στο Αρσάκειο. Η φράση «Η χαρά μας ήταν πολύ μεγάλη όταν λάβαμε το ωραιότατο λεύκωμά σας. Και είμαστε ευτυχείς που ανετέθη εις εμάς να σας στείλουμεν απάντησιν» μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι λίγα χρόνια πριν από την έναρξη του αντιαποικιοκρατικού αγώνα στην Κύπρο, οι μαθητικές κοινότητες της Ελλάδας και της Κύπρου είχαν αναπτύξει επικοινωνία και αντάλλασσαν πληροφορίες σχετικά με τις πατρίδες τους.

Το Αρσάκειο και η Κύπρος

————————

Οι ρίζες των δεσμών του Αρσακείου με την Κύπρο χάνονται στα βάθη της ιστορίας, στις πρώτες δεκαετίες του νέου ελληνικού κράτους και στην περίοδο της μετάβασης της διοίκησης της Κύπρου από την Οθωμανική στην Βρετανική Αυτοκρατορία.

Μια συνοπτική ματιά στο διαθέσιμο ιστορικό αρχείο και στις πληροφορίες που εντοπίζονται σε ανοιχτές πηγές του διαδικτύου, μας βοηθά να κατανοήσουμε ότι το Αρσάκειο Αθηνών διατηρεί στενούς δεσμούς με την Κύπρο ήδη από την περίοδο της ίδρυσής του, υποστηρίζοντας την ελληνική εκπαίδευση στο νησί. Η δυναμική σύνδεση ξεκίνησε τον 19ο αιώνα, με τη δημιουργία του Παρθεναγωγείου Φανερωμένης στη Λευκωσία, χάρη στην πρώτη Αρσακειάδα δασκάλα Ερατώ Καρύκη.

Οι μαθήτριες και μετέπειτα συναγωνίστριες της Καρύκης στο διδασκαλικό επάγγελμα, ξεχώρισαν για τη συμβολή τους στην πολιτισμική αναγέννηση του τόπου και στην άνθιση του φεμινιστικού κινήματος της Κύπρου παρά τις δύσκολες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες της εποχής. Οι Κύπριες δασκάλες υπηρέτησαν πιστά το επάγγελμά τους παρά τις δυσκολίες που επέφερε η εκπαιδευτική πολιτική της αποικιακής κυβέρνησης η οποία επέβαλε όχι μόνο μικρότερους μισθούς για τις γυναίκες δασκάλες αλλά και την απόλυσή τους στην περίπτωση επέλεγαν να παντρευτούν. Οι Αρσακειάδες προώθησαν τη γυναικεία εκπαίδευση και την ισότητα, χρησιμοποιώντας σύγχρονες παιδαγωγικές τεχνικές. Οι Θεανώ Παρούτη, Καρολίνα και Μαρία Σμόλτζε, και η διδασκάλισσα Άννα Τζεκούρη ήταν μερικές από τις πολλές προσωπικότητες που προώθησαν αυτό το έργο.

Η πιο ξεχωριστή ίσως μορφή ήταν η Περσεφόνη Παπαδοπούλου, από την Πάφο, η οποία συνέδεσε το όνομά της με την προώθηση του φεμινισμού και της εκπαιδευτικής αναγέννησης στην Κύπρο. Η Αρδακειάς Παπαδοπούλου εξέδωσε το 1913 στην Αμμόχωστο τις «Εστιάδες», την πρώτη γυναικεία εφημερίδα από τις σελίδες της οποίας επιχειρηματολόγησε σθεναρά υπέρ της γυναικείας εκπαίδευσης. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών της στο Παρίσι και έχοντας κάνει ένα σύντομο πέρασμα από το Παρθεναγωγείο και Διδασκαλείο της Φανερωμένης, η Παπαδοπούλου ανέλαβε το 1935 τη διεύθυνση του Αρσακείου Πατρών, παρέχοντας εξαιρετική παιδεία στις νέες γενιές.

Το Παρθεναγωγείο Φανερωμένης έγινε το κέντρο της γυναικείας εκπαίδευσης με διευθύντρια την Ελένη Χρήστου, η οποία μετέτρεψε τη θητεία της σε «χρυσή εποχή». Επιπλέον, πολλές Αρσακειάδες πρωτοστάτησαν σε γυναικεία σωματεία τόσο στην εκπαίδευση όσο και στην κοινωνική δράση.

Οι Αρσακειάδες εκπαιδεύτριες εργάστηκαν σε πολλές πόλεις, όπως η Λάρνακα, η Λεμεσός, η Αμμόχωστος, η Πάφος, και συνέβαλαν ουσιαστικά στην πνευματική και κοινωνική ανάπτυξη των γυναικών στην Κύπρο. Παρά τις δυσκολίες, οι Κύπριες γυναίκες κατέκτησαν ουσιαστικά δικαιώματα και ελευθερίες χάρη στην παιδεία και την υποστήριξη αυτών των εκπαιδευτικών, διατηρώντας ένα ισχυρό δεσμό με το Αρσάκειο Αθηνών.

Λίγες δεκαετίες μετά τις πρώτες προσπάθειες των εκπροσώπων του Αρσακείου στην Κύπρο για πολιτισμική αναγέννηση, η ελληνική εκπαίδευση στη Μόρφου ευτύχησε να δει την ίδρυση της Ελληνικής Σχολής το 1917. Το Ελληνικό Γυμνάσιο Μόρφου ιδρύθηκε σε μια εποχή αυξημένης ανάγκης για εκπαιδευτικές υποδομές λόγω της ραγδαίας αύξησης του πληθυσμού των μαθητών και μαθητριών. Το 1959, με διορισμό του Δρ. Αθανάσιου Μερεμέτη ως γυμνασιάρχη, το σχολείο αντιμετώπισε έλλειψη χώρων διδασκαλίας, οδηγώντας στην ανέγερση νέου κτιρίου που ολοκληρώθηκε το 1962. Έτσι, το σχολείο επεκτάθηκε περαιτέρω με νέες αίθουσες διδασκαλίας για να φιλοξενήσει τον αυξανόμενο αριθμό μαθητών.

Με τον Νικόλαο Πιζάνια ως διευθυντή τα έτη 1961-63, και αργότερα τον Χρίστο Πετρώνδα, το σχολείο γνώρισε σημαντική ανάπτυξη, φιλοξενώντας μέχρι και 1.500 μαθητές. Στη δεκαετία του 1960, έγινε διαχωρισμός του Γυμνασίου σε Αρρένων και Θηλέων και ακολούθως σε δύο μικτά Γυμνάσια (Α’ και Β’), για να καλυφθούν οι απαιτήσεις της αυξανόμενης φοιτητικής κοινότητας.

«Με την ελπίδα ότι θα ενωθήτε με την Μητέρα Ελλάδα»

——————————–

Το λεύκωμα των μαθητριών του Αρσακείου Γυμνασίου, το οποίο έχει ως παραλήπτη το Ελληνικό Γυμνάσιο της Μόρφου ξεκινά με μια χειρόγραφη επιστολή.

«Η χαρά μας ήταν πολύ μεγάλη όταν λάβαμε το ωραιότατο λεύκωμά σας. Και είμαστε ευτυχείς ανετέθη εις εμάς να σας στείλωμεν απάντησιν. Το σχολείον μας, αγαπητοί φίλοι, είναι μόνον θηλέων, εμείς δε είμαστε μαθήτριαι της έκτης τάξεως γυμνασίου και έχουμεν όλες ηλικία 15 με 16 ετών. Εις το λεύκωμά μας αυτό αποφασίσαμε να σας βάλωμε μερικές φωτογραφίες της πατρίδος μας, η οποία ελπίζομεν ότι θα γίνη και δική σας», αναφέρει στην εισαγωγή της η επιστολή.

«Μερικά δείγματα χειροτεχνίας και ότι άλλο νομίζομεν ότι θα σας ευχαριστούσε να βλέπατε και να μαθαίνατε σχετικά με την πατρίδα μας, την ένδοξη Ελλάδα. Από μικρά παιδιά τρέφουμε μεγάλη αγάπη προς τους ηρωϊκούς κατοίκους της Κύπρου. Από μικρές έχουμε αισθανθή ότι η Κύπρος είναι ένα με την Ελλάδα μας και ότι η πολυπόθητος ημέρα της ενώσεως κάποτε θα φθάση», αναφέρουν στη συνέχεια οι μαθήτριες του Αρσακείου, οι οποίες απευθυνόμενες στους μαθητές της Μόρφου προσθέτουν στη γλώσσα της εποχής και τα εξής: «Σας θαυμάζομεν, διότι παρ’ όλον ότι είσθε τόσα χρόνια κάτω από ξένην κυριαρχίαν, όμως κρατάτε το εθνικόν συναίσθημαν ακέραιον και έχετε μεγάλην ελπίδα ότι θα ενωθήτε με την Μητέρα Ελλάδα. Εμείς, τα αδέλφια σας, παρακολουθούμε με μεγάλο ενδιαφέρον κάθε κίνησιν υπέρ της ενώσεως και ευχόμεθα ο Θεός να εκπληρώση τον ιερόν πόθον σας, ο οποίος είναι και ιδικός μας».

Η επιστολή, την οποία υπογράφουν οι μαθήτριες της έκτης τάξης ολοκληρώνεται με το εξής μήνυμα: «Την αγάπην και την σκέψιν μας δι’ εσάς θα την δείξωμεν με το λεύκωμα που σας στέλνομεν. Ελπίζομεν ότι όταν θα το λάβετε θα αισθανθήτε ιδίαν χαράν, με αυτήν την οποίαν αισθανθήκαμε εμείς, όταν ελάβαμε το ιδικόν σας. Όλο το περιεχόμενο του λευκώματος έχει γίνει δι’ εσάς με κέφι και προθυμία. Σας ευχαριστούμε, η σκέψις μας πάντα κοντά σας».

Ας γνωρίσουμε την Ελλάδα…

———————-

Στη συνέχεια του λευκώματος, οι μαθήτριες του Αρσακείου προσφέρουν μια φευγαλέα, γεμάτη νοσταλγία, ματιά στην Ελλάδα της μετεμφυλιακής εποχής. Πρόκειται για μια Ελλάδα που αν και δεν φημίζεται για τα υλικά της πλούτη, καθώς μετρά τις πληγές της κατοχής και της εμφύλιας σύρραξης, συνεχίζει να ακτινοβολεί χάρη στην αστείρευτη πηγή της ιστορίας της.

Σύμφωνα με τις μαθήτριες του Αρσακείου, κάθε σπιθαμή της ελληνικής γης είναι ποτισμένη με το αίμα ηρώων, κάθε σελίδα της ιστορίας της σφραγισμένη με ηρωισμούς που αντηχούν στους αιώνες. Από τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα, έως τους αγωνιστές της Πίνδου, του Βίτσι και του Γράμμου, η Ελλάδα γεννά διαρκώς ψυχές αδάμαστες, έτοιμες να θυσιαστούν για τα ιδανικά της ελευθερίας και της δικαιοσύνης.

Στις σελίδες που ακολουθούν, οι Ελληνίδες μαθήτριες ταξιδεύουν νοερά μαζί με τους Κύπριους φίλους τους σε εμβληματικά τοπία και χώρους της Ελλάδας, όπως η Ακρόπολη (σελ. 3) που στέκει αγέρωχη στο πέρασμα του χρόνου, το Παναθηναϊκό Στάδιο (σελ. 5) όπου αναβίωσαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες και τα μνημεία του Θησείου (σελ. 6), του Παρθενώνα (σελ. 7), του Ερεχθείου (σελ. 9) και της Απτέρου Νίκης (σελ. 8).

Μέσα από τις καρτ ποστάλ που συμπεριλαμβάνονται στο λεύκωμα (σελ. 4-12), οι Κύπριοι μαθητές γνωρίζουν την κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα της Αθήνας και του Πειραιά, την αρχοντιά της Θεσσαλονίκης με τα Βυζαντινά μνημεία της (σελ. 10-12), την γραφικότητα του Ναυπλίου (σελ. 14), την ομορφιά της Κρήτης (σελ. 15) και των νησιών μας (σελ. 17-23). Ακόμη, ταξιδεύουν στα νοερά στον Ισθμό της Κορίνθου (σελ. 13), στην αύρα του Μαραθώνα (σελ. 14), στην ομορφιά της φύσης στα Λουτρά Αιδηψού (σελ. 25-26) καθώς και στην Βυζαντινή τέχνη στο Δαφνί (σελ. 27-28).

Εκτός από τα τοπία, οι Κύπριοι μαθητές και μαθήτριες έχουν την ευκαιρία να πάρουν μια πρώτη γεύση για την παράδοση της Ελλάδας μέσα από τις ζωγραφιές με τις παραδοσιακές φορεσιές (σελ. 13-15) και τις καρτ ποστάλ με τους Κρητικούς χορούς (σελ. 16).

Μια επιλεκτική ανάγνωση της ιστορίας

————————–

Το λεύκωμα αποτελεί επίσης πηγή μιας ιδιόρρυθμης ανάγνωσης της μαύρης δεκαετίας του 1940, η οποία άφησε πίσω της πληγές που δεν θα έκλειναν για πολλές δεκαετίες. Υπό την επιρροή της ψυχροπολεμικής περιόδου, το λεύκωμα παρουσιάζει στους Κύπριους μαθητές μια μονόπλευρη, συνοπτική αφήγηση της φασιστικής κατοχής και της εμφύλιας σύρραξης που ακολούθησε.

Στην αρχή αυτής της αφήγησης γίνεται χρήση του συμβολισμού του φοίνικα, ο οποίος στη πορεία υιοθετήθηκε και από μερικές εθνικιστικές ομάδες σε Ελλάδα και Κύπρο. «Από πολύ παλαιά η ιστορία του έθνους μας ομοιάζει με ένα φοίνικα, ο οποίος πεθαίνει αλλά από τη στάχτη του γίνεται ένας καινούργιος πιο λαμπερός από τον πρώτον», αναφέρει χαρακτηριστικά το λεύκωμα, το οποίο για την περιοχή της φασιστικής κατοχής στην Ελλάδα προσθέτει ότι παρόλα που «είναι μια περίοδος που ο φοίνιξ έχει πεθάνει αλλά η Ελλάς δοξάζεται ακόμη μια φορά από τα λαμπρά παλληκάρια του έχει».

«Αψηφούντες τον κίνδυνον όλοι οι Έλληνες απαντούν το ιστορικόν ΟΧΙ την 28ην Οκτωβρίου του 1940 εις τους πολυαρίθμους Ιταλούς που νομίζουν ότι είναι δυνατόν να γίνη η Ελλάς μας δική τους», αναφέρει ακόμη το σχετικό κεφάλαιο του λευκώματος, το οποίο, προσθέτει πως: «Πολεμούν με ηρωισμό οι Έλληνες και τα κατορθώματά τους είναι μεγάλα. Αλλά ο νέος κατακτητής ενοχλεί τη χώρα μας, οι Γερμανοί, ενωμένοι οι δύο βάρβαροι λαοί μαζί προσπαθούν με τα πλέον ύπουλα μέσα και τας μεγαλυτέρας σκληρότητας να μας καταβάλουν».

Δίχως καμία αναφορά στον αντικατοχικό αγώνα, στην εποποιΐα των αντιστασιακών ομάδων και φυσικά στον κοινό αγώνα των Συμμάχων και της Σοβιετικής Ένωσης, το λεύκωμα «μεταπηδά» στο φθινόπωρο του 1944, αναφέροντας ότι «οι εχθροί φεύγουν το 1944 αφήνοντας τας πλέον σκληράς αναμνήσεις εις ημάς. Ένας φοίνιξ αρχίζει να ζη αλλά η ζωή του δεν είναι μεγάλη. Νέος πόλεμος απειλεί την μητέρα Ελλάδα και αυτός είναι πολύ χειρότερος από τον άλλον διότι είναι εμφύλιος».

Για την περίοδο του εμφυλίου στις σελίδες του λευκώματος διαβάζουμε τα εξής: «Οι Έλληνες χωρισμένοι εις δύο πολεμούν μεταξύ των. Πολλά παλληκάρια σκοτώνονται. Χύνεται αδελφικό αίμα, αλλά τέλος υπερισχύουν οι πραγματικοί Έλληνες».

Και για την νίκη των «πραγματικών Ελλήνων», το λεύκωμα αναφέρει ότι, «από τα μέσα του 1949 η Ελλάς είναι πλέον ελευθέρα και αρχίζει η ανασυγκρότησις με λαμπρά αποτελέσματα. Νέος φοίνιξ πολύ πιο λαμπερός από τους προηγουμένους αρχίζει να γίνεται».

Η επιλεκτική και αποσπασματική ανάγνωση της δεκαετίας του 1940 πλαισιώνεται στη συνέχεια, με ζωγραφιές με έγχρωμο μολύβι για τον Άγνωστο Στρατιώτη, τον Τσολιά και τη Φτερωτή Νίκη (σελ. 18). Ακόμη ακολουθεί ένα χειρόγραφο ποίημα με τον τίτλο «Η Πηγή του Χωριού», το οποίο συνοδεύει έγχρωμη ζωγραφιά με κοπέλες με παραδοσιακές φορεσιές στη βρύση (σελ. 19).

Οι μαθήτριες του Αρσακείου

——————————

Στις τελευταίες σελίδες του λευκώματος, οι μαθήτριες του Αρσάκειου μοιράζονται με τους αναγνώστες του λευκώματος τους πληροφορίες για το σχολείο τους.

Στην 20η σελίδα, διαβάζουμε ότι «Το σχολείον εις το οποίον φοιτώμεν είναι το Αρσάκειον ένα από τα σχολεία της Φιλεκπαιδευτικής εταιρείας. Το πρώτον διδακτήριον που ανήγειρε η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, είναι το μεγαλύτερον εις την οδόν Πανεπιστημίου, που επωνομάσθη Αρσάκειον από τον μεγάλον ευεργέτην Αρσάκην. Ο Απόστολος Αρσάκης εγεννήθη στας 6 Ιανουαρίου 1792 εις ένα χωρίον της Ηπείρου. Ο πατήρ του τον έστειλε σε κάποιον συγγενή του στο Βουκουρέστιον. Εις το εξωτερικόν διέπρεψε, διεκρίθη και απέκτησεν μεγάλην περιουσίαν. Εσκέφθη να ιδρύση σχολήν δια να μορφώνονται οι Ελληνίδες. Και έτσι ίδρυσε το Αρσάκειον το 1836».

Συνεχίζοντας την αναδρομή στην ιστορία του Αρσακείου οι μαθήτριες γράφουν ότι: «Κατ’ αρχάς το Αρσάκειον είχε μόνον διδασκαλείον. Αργότερα προσετέθη δημοτικόν σχολείον, γυμνάσιον και εμπορικήν σχολήν. Τώρα χωρίζεται σε δύο τμήματα: το Αρσάκειον Ψυχικού και το Τοσίτσιον Αθηνών. Έχει επίσης σχολεία εις τας Πάτρας, και οικοκυρικάς σχολάς εις Θεσσαλονίκην και Ρόδον. Εις το Ψυχικό έχομεν ένα μεγάλο και ωραίον κτίριον, αλλά λόγω της επιτάξεως του δια νοσοκομείον στρατιωτικόν στεγαζόμεθα εις ένα παλαιόν κτίριον εντός των Αθηνών μαζί με το Τοσίτσειον. Διευθύντρια μας είναι η κ. Λεωτσάκου. Το Γυμνάσιον μας είναι ημικρατικόν, φοιτούμε μόνον κορίτσια».

Ολοκληρώνοντας το λεύκωμά τους οι νεαρές Αρσακειάδες παραθέτουν φωτογραφίες τους από παρελάσεις και επισκέψεις σε νοσοκομεία όπου εμφανίζονται να φορούν περιβραχιόνια του Ερυθρού Σταυρού. Προσθέτουν επίσης δείγματα χειροτεχνίας όπως κεντήματα και σκίτσα.