Τάμα στον Άγιο Λουκά τον Ιατρό, τον Αρχιεπίσκοπο Συμφερουπόλεως και Κριμαίας

a 95
a 5775

Της Ζήνας Λυσάνδρου Παναγίδη, Φιλολόγου

Φέτος ένιωθα πως έπρεπε απαξάπαντος να πραγματοποιήσω το τάμα μου που έκανα στον Άγιο Λουκά τον Ιατρό, πριν από τρία και μισό χρόνια, όταν αρρώστησε η μητέρα μου και την πήραμε στο νοσοκομείο. Έτσι, από τα προηγούμενα Χριστούγεννα κόψαμε τα εισιτήρια με τις ουκρανικές αερογραμμές, Aerosvits, βρήκαμε τα ξενοδοχεία που θα μέναμε για μια βδομάδα, και την 1η Ιουλίου 2012 ξεκινήσαμε από το αεροδρόμιο της Λάρνακας για το Κίεβο, την πρωτεύουσα της Ουκρανίας.

Τόσο λαχταρούσα να πάω να επισκεφθώ και να προσκυνήσω το σεπτό και θαυματουργό σκήνωμα του Αγίου Λουκά, του θαυματουργού γιατρού, που αψήφησα την τρίωρη καθυστέρηση στο αεροδρόμιο Λάρνακας, λόγω του ότι άργησε να φθάσει το αεροπλάνο από την Ουκρανία. Πού να ξέραμε τι μας περίμενε στο Κίεβο!

Πρώτα, αυτό που μου άρεσε ήταν το γεγονός ότι περάσαμε πάνω από τις βορειοανατολικές ακρογιαλιές του νησιού μας, κι έτσι, ατενίζοντάς τις από ψηλά, τις ένιωθα δικές μας, ολόδικές μας. Πρώτη φορά συνειδητοποίησα ίσως πόσο μαγευτικές είναι, έτσι όπως απομακρυνόταν το αεροπλάνο, περνώντας πάνω από το πέλαγος της Κιλικίας, με κατεύθυνση προς τις τουρκικές ακτές, στα βόρεια της Κύπρου. Μέχρι να φτάσουμε στις τουρκικές ακτές πέρασαν είκοσι λεπτά από τη Λάρνακα. Φορτίστηκα συναισθηματικά, κοιτάζοντας από κάτω τη χερσόνησο της Καρπασίας. Κι ήταν η θεσπέσια ώρα του δειλινού, η ώρα που ο ήλιος πήγαινε να ξαποστάσει στα βασίλειά του, κι έβαφε τον ορίζοντα με τις χρυσοπόρφυρες ανταύγειές του. Κάποια στιγμή είδα έναν κόλπο, και φαντάστηκα ότι είναι ο κόλπος του Δαυλού και πάνωθέ του η πολυαγαπημένη Καντάρα με «τα εκατό σπίθκια της Ρήαινας». Και πιο κάτω, σκαρφαλωμένα στον Πενταδάκτυλο, τα χωριά μας με τα ελληνικά ονόματά τους: το Φλαμούδι, οι Μάντρες, το Γεράνι, τα Άρδανα.

Τώρα από κάτω, βλέπουμε μόνο βραχώδη εδάφη, ερήμους, κάπου-κάπου ξεπροβάλλει μια υποψία πράσινου χρώματος, κάποιος μικροσκοπικός οικισμός. Μου πέρασε από τον νου ότι μπορεί και να περάσαμε πάνω από την Καππαδοκία με εκείνα τα απειλητικά βράχια, τις αβυσσαλέες χαράδρες, τους εξωπραγματικούς γεωλογικούς σχηματισμούς, τις εκκλησίες και τα ασκηταριά τα λαξευμένα στον μαλακό ψαμμόλιθο. Επιπλέον, βλέποντας τις έρημες εκτάσεις από κάτω, το μυαλό μου αστραπιαία πέταξε στους Έλληνες στρατιώτες το 1922 στην Αλμυρά έρημο και την αφάνταστη ταλαιπωρία τους.

Μετά από σαράντα ακριβώς λεπτά, περνούσαμε πάνω από τον Εύξεινο Πόντο. Την τρίτη μεγαλύτερη θάλασσα στην ευρωπαϊκή ήπειρο, μετά τη Μεσόγειο και τη Βαλτική. Αφιλόξενη θάλασσα, «Άξενος Πόντος» που για να τον εξευμενίσουν οι Έλληνες ναυτικοί που τον διέπλεαν, κατ’ ευφημισμόν τον είπαν «Εύξεινο». Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς, ατενίζοντας από ψηλά τα παράλιά του; Tις ανθούσες ελληνικές αποικίες που, όπως λέει ο Πλάτωνας(21), ήταν όλες γύρω από τον Πόντο, όπως οι βάτραχοι γύρω από τη λίμνη; Τη Σινώπη, την Αμισό, την Τραπεζούντα, το Παντικάπαιο, την Ολβία, τη Φαναγόρεια, την Ίστρια, τη Μεσημβρία, κ.α. Ή την αργοναυτική εκστρατεία με την «Αργώ» και το χρυσόμαλλο δέρας στην Κολχίδα; Ή, ακόμη, την Ιφιγένεια που τη βρήκε ο Ορέστης στη χώρα των Ταύρων, όπου την πήρε η θεά Άρτεμις για να τη φέρει ιέρεια στον ναό της; Από τα αρχαιολογικά ευρήματα, φαίνεται ότι η περιοχή κατοικήθηκε τον 7ο π.Χ. αιώνα. Μάλιστα, ιδρυτής της Σινώπης θεωρείται ο Αυτόλυκος, μέλος της Αργοναυτικής εκστρατείας. Το βόρειο μέρος της Μικράς Ασίας, που λέγεται και Πόντος, φιλοξένησε την αυτοκρατορία των Κομνηνών, που ίδρυσαν την αυτοκρατορία της Τραπεζούντας.

Πέρασαν πενήντα λεπτά μέχρι να περάσει το αεροπλάνο πάνω από τον Εύξεινο Πόντο ή τη Μαύρη Θάλασσα, και να δούμε τη γη της Κριμαίας. Αμέσως, όλα άλλαξαν. Γη καταπράσινη, βουνοκορφές και απέραντες καλλιεργημένες εκτάσεις. Κι ύστερα ήρθαν τα μεγάλα ποτάμια με τους παραποτάμους τους. Τρία ποτάμια εκβάλλουν στη Μαύρη Θάλασσα που ονομάστηκε έτσι από το χρώμα των νερών της, επειδή σε σύγκριση με τη Μεσόγειο δεν έχει τόσο γαλάζιο χρώμα. Αυτός που βλέπουμε εμείς πρέπει να είναι ο Δνείπερος ποταμός που διασχίζει το Κίεβο. Τελικά, μετά από άλλα πενήντα λεπτά πάνω από τη χερσόνησο της Κριμαίας και την Ουκρανία, προσγειωθήκαμε στο αεροδρόμιο του Κιέβου. Το ταξίδι διήρκεσε δύο ώρες και σαράντα λεπτά συνολικά.

Τη χαρά, όμως, του υπέροχου ταξιδιού μέχρι το Κίεβο, τη διασκόρπισε η ταλαιπωρία που μας επιφύλαξε η εταιρεία που θα μας έπαιρνε στη Συμφερούπολη της Κριμαίας. Ήταν και ο τελικός του πρωταθλήματος ποδοσφαίρου (EURO), μεταξύ Ισπανίας-Ιταλίας. Όλα τα χωράφια μέσα στο αεροδρόμιο ήταν γεμάτα από αεροπλάνα που ήρθαν για τον αγώνα. Τέλος πάντων, μετά από μεγάλη καθυστέρηση, επιτέλους φτάσαμε στη Συμφερούπολη. Ήταν ένα ταξίδι μιας ώρας και πέντε λεπτών. Βγαίνουμε, χωρίς διατυπώσεις, αφού παρόλη την ανεξαρτησία της Κριμαίας, στην ουσία ανήκει στην Ουκρανία.

Έξω από το αεροδρόμιο, εικόνες του Χριστού, της Παναγίας και άλλων Αγίων. Οι πολύχρονες διώξεις δεν ξερίζωσαν από την ψυχή αυτού του λαού τη μεγάλη του πίστη, ενώ οι ανθρώπινες κοσμοθεωρίες του υλισμού και του αθεϊσμού κατέρρευσαν σαν χάρτινος πύργος, σαν χιονοστιβάδα. Τελικά, η Ορθοδοξία νίκησε, ο Θεός επέστρεψε και πάλι στη γη της Κριμαίας.

Επίσης, έξω από το αεροδρόμιο, γυναίκες πουλούν ολόφρεσκα φρούτα, λαχταριστά και ζουμερά. Παίρνουμε ένα ταξί και κατευθυνόμαστε για το ξενοδοχείο Μόσχα. Μας ζήτησε 150 γρίβνα, δηλαδή 15 ευρώ. Κανονική τιμή. Η διαδρομή έξω από την πόλη είναι εξαίσια, χωράφια πνιγμένα στο πράσινο, μεγάλες λεωφόροι τριπλής κατεύθυνσης που στεφανώνονται ολόγυρα από πανύψηλα δέντρα. Μια ανοικτοσύνη παντού, που ανοίγει και πλαταίνει την ψυχή. Ευφραίνεται το είναι μας με τη λουλουδιασμένη ατμόσφαιρα.

Σύντομα, όμως, μας πνίγει η μιζέρια και η ασκήμια των πολυκατοικιών της σοβιετικής εποχής, αψευδείς μάρτυρες της εξαθλίωσης αυτού του δύστυχου λαού που από την καταπίεση του τσαρισμού, έπεσε στη λαίλαπα του κομουνισμού. Κτήρια ασυντήρητα, κακόμοιρα, που κραυγάζουν τη φθορά, την έλλειψη φροντίδας, τη ματαίωση. Βεβαίως, η ίδια εικόνα επικρατεί και σε άλλες πόλεις του πρώην ανατολικού μπλοκ, εδώ, όμως, είναι πιο κραυγαλέα. Κι εδώ στην Κριμαία ισχύει αυτό που διάβασα κάποτε: ότι το μόνο που είχαν να δείξουν οι κομουνιστές σε αυτές τις χώρες ήταν όσα τους χάρισε απλόχερα η φύση και όσα τους κατέλειπε η ματαιοδοξία των τσάρων.