Το λιανικό εμπόριο, η εστίαση, η εκπαίδευση και η υγειά διαπρέπουν ανάμεσα στους τομείς της οικονομίας.
Ταυτόχρονα, αυξημένη ζήτηση αναμένεται ότι θα παρουσιάζουν οι ταμίες καταστημάτων και έκδοσης εισιτηρίων, γραφείς γενικών καθηκόντων, τραπεζοκόμοι, πωλητές σε καταστήματα, ενώ καλά επίπεδα σημειώνουν και οι βοηθοί λογιστών και οι νομικοί.
Πρόκειται για τις προβλέψεις αναγκών απασχόλησης στην κυπριακή οικονομία για το 2017 – 2027, όπως παρουσιάζονται σε μελέτη από την Αρχή Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού, με στόχο να συμβάλει στον προγραμματισμό και την υλοποίηση δραστηριοτήτων εκπαίδευσης και κατάρτισης.
Τονίζεται πάντως ως ιδιαίτερα σημαντικό οι επαγγελματίες να συνεχίζουν την καλλιέργεια νέων δεξιοτήτων και να επιμορφώνονται, καθώς και να αναπτύσσουν κριτική σκέψη και ευελιξία.
Λίστες με τους περιζήτητους τομείς οικονομικής δραστηριότητας καθώς και με τα επαγγέλματα ανώτερης αλλά και τεχνικής εκπαίδευσης, όπως αυτές διαμορφώνονται για το διάστημα 2017-2027, παρουσιάζει η μελέτη.
Πρώτο στην κατάταξη βρίσκεται το λιανικό εμπόριο, με τις ανάγκες της αγοράς να υπολογίζονται στα 1.797 άτομα τον χρόνο.
Ακολουθούν τα εστιατόρια με 1.588 άτομα, η εκπαίδευση με 1.224 άτομα, η υγεία και κοινωνική μέριμνα 1.131 άτομα, οι κατασκευές με κατασκευές με 1.084 άτομα.
Τη δεκάδα συμπληρώνουν οι τομείς των νομικών και λογιστικών δραστηριοτήτων στα 934 άτομα τον χρόνο και ακολουθούν τα ξενοδοχεία 882 άτομα, το χονδρικό εμπόριο 858, η δημόσια διοίκηση και άμυνα 820 και οι τέχνες, διασκέδαση, ψυχαγωγία στα 477 άτομα ανά έτος.
Ως προς τα 20 επαγγέλματα μέσου επιπέδου με τις μεγαλύτερες ανάγκες απασχόλησης τον χρόνο για την αντίστοιχη περίοδο (2017-2027), αναφέρονται:
● ταμίες καταστημάτων και έκδοσης εισιτηρίων (617 τον χρόνο),
● γραφείς γενικών καθηκόντων (595 άτομα),
● τραπεζοκόμοι (567),
● πωλητές σε καταστήματα (535),
● οδηγοί αυτοκινήτων, ταξί, βαν και μοτοσυκλετών (288 άτομα),
● αποθηκάριοι και γραφείς μεταφορών και παραγωγής (268),
● οικοδόμοι κατοικιών (251),
● μάγειροι (244 άτομα),
● ιδιαιτέρες γραμματείς (234) και
● οδηγοί φορτηγών και λεωφορείων (228 άτομα).
Ενώ, ως τα επόμενα δέκα επαγγέλματα της εικοσάδας ακολουθούν:
● καταστηματάρχες (203),
● κομμωτές (189 άτομα),
● αστυνομικοί (172 – εκτός αξιωματούχοι και ντετέκτιβ),
● αισθητικοί (146 άτομα),
● φροντιστές κτηρίων (142),
● μηχανικοί αυτοκινήτων (138 άτομα),
● τεχνικοί εγκατάστασης και επισκευής εξοπλισμού τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας (134),
● μπάρμαν (114),
● παιδοκόμοι (111),
● πελεκάνοι και ξυλουργοί (110).
Τέλος στα δέκα επαγγέλματα ανώτερης εκπαίδευσης με τις μεγαλύτερες ανάγκες απασχόλησης ανά έτος για την περίοδο 2017-2027, κατατάσσονται:
● βοηθοί λογιστών (461 άτομα),
● νομικοί (254 άτομα),
● νοσηλευτές και μαίες (230 άτομα),
● λογιστές (157 άτομα),
● καθηγητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (141),
● άλλοι εκπαιδευτικοί (136),
● υπεύθυνοι δανείων και πιστώσεων (118 άτομα),
● εμπορικοί αντιπρόσωποι (112 άτομα),
● δημοσιογράφοι (101 άτομα),
● διευθυντές εμπορίου (100 άτομα).
Αλλαγές στην αγορά και στα προσόντα
Σημαντικές αλλαγές έχουν επέλθει σύμφωνα με την έκθεση, στην αγορά εργασίας και στα επαγγέλματα. Ως κύριες αιτίες αναφέρονται η πρόσφατη οικονομική κρίση, η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, οι τεχνολογικές εξελίξεις ως απόρροια της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης και οι δημογραφικές αλλαγές με τη γήρανση του πληθυσμού.
Έτσι, στο μέλλον οι σημαντικές γνώσεις και δεξιότητες θα είναι διαφορετικές και η συνεχής αναπροσαρμογή των γνώσεων και δεξιοτήτων, αναγκαία.
Σημειώνεται πως σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, το 2020 οι δέκα κύριες δεξιότητες θα είναι: επίλυση σύνθετων/πολύπλοκων προβλημάτων, κριτική σκέψη, δημιουργικότητα, διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού, συντονισμός με άλλους, συναισθηματική νοημοσύνη, κρίση και λήψη αποφάσεων, προσανατολισμός στην εξυπηρέτηση, διαπραγμάτευση και γνωστική ευελιξία.
Επιπλέον, πρόσφατες μελέτες εκτιμούν ότι περίπου τα 2/3 των παιδιών που εισέρχονται τώρα στην εκπαίδευση θα εργάζονται σε επαγγέλματα που σήμερα δεν υπάρχουν. Το 1/3 των βασικών δεξιοτήτων θα αλλάξουν μέχρι το 2020. Ακόμη ότι, 4 στους 10 εργαζόμενους άλλαξαν πρόσφατα τις τεχνολογίες που χρησιμοποιούν στον εργασιακό χώρο καθώς και πως θα είναι μειωμένη η ανάγκη για εργασίες ρουτίνας (και όχι μόνο), οι οποίες θα αντικατασταθούν από τεχνολογίες.
Ο ρόλος της εκπαίδευσης
Πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανταγωνιστικότητα του ατόμου αναδεικνύεται ότι διαδραματίζει το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρα καθώς και οι επιλογές του ατόμου. Όπως υπογραμμίζεται, τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης πρέπει να προσαρμόζονται γρήγορα στις νέες απαιτήσεις της αγοράς εργασίας. Επιπρόσθετα, είναι απαραίτητη και η δια βίου μάθηση των εργαζομένων και ανέργων, αφού οι γνώσεις και δεξιότητες που απέκτησαν δεν αρκούν για τον εργασιακό βίο τους.
Η συνεχής δια βίου επαγγελματική καθοδήγηση και ενημέρωση, χαρακτηρίζεται ως απαραίτητη, ενώ αναφέρεται πως σημαντική ευθύνη έχουν φορείς όπως το Υπουργείο Παιδείας, το Υπουργείο Εργασίας, Πρόνοιας, η Αρχή Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού και οι επιχειρήσεις. «Τα άτομα πρέπει να αναλάβουν το δικό τους μερίδιο ευθύνης και να αναπτύξουν πρωτοβουλίες, ώστε να παραμείνουν ανταγωνιστικά στην αγορά εργασίας».
Επικρατούν επαγγέλματα μέσου επιπέδου
Τα μεγαλύτερα ποσοστά απασχόλησης παρουσιάζουν και αναμένεται ότι θα συνεχίσουν να παρουσιάζουν τα επαγγέλματα μέσου επιπέδου. Ειδικότερα, το 2017 απασχολήθηκε το 48,8%, δηλαδή 181.610 εργαζόμενοι στα εν λόγω επαγγέλματα, ενώ σε εκείνα του ανωτέρου επιπέδου, εργάσθηκε το 36%, δηλαδή 135.438 άτομα.
Ακολουθούν με μεγάλη απόκλιση τα επαγγέλματα κατωτέρου επιπέδου, όπου απασχολήθηκε το 14,7%, δηλαδή 54.593 άτομα. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, τα εν λόγω ποσοστά θα παραμείνουν σταθερά σε βάθος δεκαετίας, τουλάχιστον μέχρι και το 2027.
Επιπλέον, σημειώνεται πως, περίπου το 80% των εργαζόμενων απασχολούνται στον τριτογενή τομέα, δηλαδή στην παροχή υπηρεσιών. Λιγότεροι βρίσκονται στον δευτερογενή τομέα και ελάχιστοι ασχολούνται με τον πρωτογενή, τη γεωργία, κτηνοτροφία.
Συγκεκριμένα, το 2012 απασχολούνταν 76,9% στον τριτογενή, 19,9% στον δευτερογενή και 3,2% στον πρωτογενή, μία πενταετία αργότερα, το 2017, ο τριτογενής ενισχύει το ποσοστό του μειώνοντας τα επίπεδα στου άλλους δύο τομείς. Έτσι στην παροχή υπηρεσιών απασχολήθηκε το 79,5%, στον δευτερογενή το 16,7% και στον πρωτογενή το 3,8%.
Στο μέλλον δεν προβλέπεται να υπάρξει αλλαγή στις τάσεις απασχόλησης, με αποτέλεσμα το 2027 στον τριτογενή να βρίσκεται το 80,9%, στον δευτερογενή το 15,6% και στον πρωτογενή το 3,5%.
Ως προς τα επίπεδα απασχολησιμότητας για τις περιόδους 2010 – 2027, τα χαμηλότερα παρατηρούνται στα μέσα του 2015, όπου εργάζονταν 358.202 άνθρωποι, ενώ τα υψηλότερα εκτιμάται ότι θα καταγραφούν το 2027.
Σύμφωνα με σχεδιάγραμμα, η πτώση του 2015 ξεκινά από το 2011, όπου τότε εργάζονταν 40.012 περισσότερα άτομα, δηλαδή 398.214.
Πάντως, αμέσως μετά το 2015 παρατηρείται αύξηση του αριθμού των απασχολούμενων, με αποτέλεσμα το 2017 να υπολογίζονταν στους 363.060, δηλαδή 4.858 ανθρώπους στην αγορά εργασίας. Η εν λόγω άνοδος προβλέπεται ότι θα συνεχίζεται με σταθερούς ρυθμούς έως και το 2027, φτάνοντας στους 449.262 εργαζόμενους, δηλαδή αύξηση των 86.202 ατόμων.