Ο εμβληματικός προπονητής της Λίβερπουλ, Μπιλ Σάνκλι, είχε κάποτε πει: «Μερικοί άνθρωποι πιστεύουν ότι το ποδόσφαιρο είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι είναι πολύ, πολύ σημαντικότερο απ’ αυτά». Δεν θα μπορούσε κάποιος να χρησιμοποιήσει πιο ταιριαστά λόγια για να περιγράψει το άθλημα που εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη Γη λατρεύουν και παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα από μικρές ή λίγο μεγαλύτερες οθόνες κάθε βδομάδα.
Το ποδόσφαιρο είναι ένα άθλημα-φαινόμενο χωρίς πατρίδα, αν θέλαμε όμως να προσδιορίσουμε μια χώρα ως τη «γενέτειρά» του, αυτή θα ήταν η Αγγλία. Εκεί έχουν δημιουργηθεί και συνεχίζουν να δημιουργούνται μύθοι σχετικοί με αυτό και παράλληλα ανθεί ως μια απολύτως κερδοφόρος επιχείρηση, με ομάδες που έχουν εξελιχθεί σε επιχειρηματικούς κολοσσούς και δισεκατομμυριούχους επενδυτές από όλον τον κόσμο.
Τα πράγματα όμως δεν ήταν πάντα έτσι. Μέχρι και τη δεκαετία του ‘80 το ποδόσφαιρο στην Αγγλία παιζόταν με άλλον τρόπο, τόσο μέσα στα γήπεδα όσο και έξω από αυτά. Υπάρχει ένας διαδεδομένος αστικός μύθος ότι το σημείο καμπής για το άθλημα στη Γηραιά Αλβιώνα ήταν οι αποφάσεις της «Σιδηράς Κυρίας» ή κατά κόσμον Μάργκαρετ Θάτσερ. Ότι δηλαδή οι μεγάλες αλλαγές στο αγγλικό ποδόσφαιρο επήλθαν εξαιτίας της πολιτικής που ακολούθησε η συντηρητική πρωθυπουργός μετά τις τραγωδίες του Χέιζελ και του Χίλσμπορο.
Τα σημεία καμπής
Στις 29 Μαΐου του 1985, στο στάδιο Χέιζελ των Βρυξελλών, επρόκειτο να διεξαχθεί ο τελικός του Κυπέλλου πρωταθλητριών Ευρώπης ανάμεσα στη Λίβερπουλ και τη Γιουβέντους. Περίπου μια ώρα πριν την έναρξη του αγώνα, οπαδοί της αγγλικής ομάδας παραβίασαν το κιγκλίδωμα που τους χώριζε από τους Ιταλούς, οι τελευταίοι άρχισαν την υποχώρηση, ώσπου έπεσαν σε τοίχο. Οι άτυχοι που βρέθηκαν μπροστά, συνεθλίβησαν από την πίεση των χιλιάδων που ήταν από πίσω τους, ώσπου ο τοίχος κατέρρευσε. Τα θύματα της τραγωδίας ήταν συνολικά 39 με 600 ανθρώπους τραυματισμένους. Με την αιτιολογία της «αποφυγής περαιτέρω βίας», ο αγώνας διεξήχθη με τελική νικήτρια την ιταλική ομάδα. Υπεύθυνοι για την τραγωδία κρίθηκαν οι οπαδοί της Λίβερπουλ, με τη Θάτσερ να αποφασίζει τον αποκλεισμό των ομάδων του νησιού για πέντε χρόνια από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, ενώ η Λίβερπουλ τιμωρήθηκε με έξι χρόνια αποκλεισμού.
Η πρωθυπουργός της Αγγλίας εξέφρασε τη ντροπή της για τα ξεσπάσματα βίας των οπαδών. Η Θάτσερ, της οποίας η σχέση με το ποδόσφαιρο αρχίζει και τελειώνει στην απόφασή της αυτή, στην πραγματικότητα δεν έκανε τίποτε για να αλλάξει το αγγλικό ποδόσφαιρο στη δεκαετία του ‘80. Ωστόσο για χρόνια η απόφασή της θεωρούνταν σταθμός για την αλλαγή του παιχνιδιού.
Η Μάργκαρετ Θάτσερ πέρα από την αυστηροποίηση των αστυνομικών μέτρων, μέσα και έξω από τα γήπεδα, δεν έκανε απολύτως τίποτε σε θεσμικό επίπεδο. Η «Σιδηρά Κυρία» φάνηκε να βλέπει το ποδόσφαιρο, και εκείνους που το ακολουθούσαν, με εχθρικό μάτι, ενώ είχε στόχο να «χτυπήσει» την εργατική τάξη, καθώς όπως υποστήριζε οι χούλιγκαν προέρχονταν από αυτή.
Εκτός όμως από τις ιστορικές περιόδους χουλιγκανισμού, το βρετανικό ποδόσφαιρο έπρεπε να αντιμετωπίσει επικίνδυνα γήπεδα από τη βικτωριανή εποχή. Μόλις εβδομάδες πριν από τα τραγικά γεγονότα στο Χέιζελ, μια φρικτή πυρκαγιά στο στάδιο Bradford City είχε ως αποτέλεσμα 56 θανάτους.
Στις 15 Απριλίου 1989, τέσσερις ημέρες μετά την ολοκλήρωση της τιμωρίας αποκλεισμού των αγγλικών ομάδων από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, η Λίβερπουλ και η Νότινγχαμ Φόρεστ επρόκειτο να διεκδικήσουν την πρόκριση τους στον τελικό του FA Cup, στο γήπεδο του Χίλσμπορο. Έξι λεπτά μετά την έναρξη του ματς, ο επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης επέτρεψε την είσοδο σε 2.000 φιλάθλους της Λίβερπουλ που είχαν εξασφαλίσει εισιτήρια μεν, αλλά είχαν καθυστερήσει να φτάσουν στις θέσεις του εξαιτίας των πολλών διαδοχικών ελέγχων. Δεν μπήκαν με σύστημα, αλλά ατάκτως, προκλήθηκε πανικός, καθώς όσοι είχαν μπει από νωρίς στριμώχθηκαν στα «προστατευτικά» κάγκελα και πέθαναν από ασφυξία ή ποδοπατήθηκαν.
Τα γεγονότα μεταδόθηκαν με παραπλανητικό τρόπο, με την αστυνομία και την κυβέρνηση Θάτσερ να αποκρύπτουν και να παραποιούν στοιχεία. Διά στόματος του Ντέιβιντ Κάμερον, τότε πρωθυπουργού της Αγγλίας, η πραγματικότητα αποκαλύφθηκε 23 χρόνια αργότερα. Ο λόγος που έχασαν τη ζωή τους 96 άτομα και τραυματίστηκαν άλλα 766 ήταν η ακαταλληλότητα του γηπέδου -υπήρχαν μελέτες σύμφωνα με τις οποίες το στέγαστρο ήταν ετοιμόρροπο και οι φράχτες που είχαν τοποθετηθεί για ασφάλεια, λειτούργησαν ως ταφόπλακα-, η ελλιπής οργάνωση και τέλος, η εγκληματική αμέλεια της αστυνομίας. Όχι ο χουλιγκανισμός ή οι μεθυσμένοι οπαδοί που «ουρούσαν στους νεκρούς και τους έκλεβαν», όπως γράφτηκε για παράδειγμα στην εφημερίδα The Sun του Ρούπερτ Μέρτνοχ.
Η τραγωδία του Χίλσμπορο έγινε το αποκορύφωμα μιας καταστροφικής εποχής για το ποδόσφαιρο. «Το Χίλσμπορο ήταν σχεδόν το λογικό συμπέρασμα αυτής της δεκαετίας. Το ποδόσφαιρο ήταν στα γόνατά του βασικά» είπε ο Ian Ridley, συγγραφέας του «There Is a Golden Sky: Πώς είκοσι χρόνια της Premier League άλλαξαν το ποδόσφαιρο για πάντα».
Από αυτό το σκοτάδι, το αγγλικό ποδόσφαιρο θα μπορούσε να είχε πάει σε μία από τις δύο κατευθύνσεις. Η πολιτική τάξη θα μπορούσε να δεχτεί την ψεύτικη αφήγηση του Χίλσμπορο ως απόδειξη ότι οι φίλαθλοι ποδοσφαίρου της Αγγλίας ήταν απελπισμένοι και ότι το άθλημα ήταν χαμένο. Η κυβέρνηση θα μπορούσε να προχωρήσει με τον νόμο της Θάτσερ για ταυτοποίηση όλων των οπαδών. Αυτό θα είχε αποξενώσει την υπάρχουσα βάση του αθλήματος, ενισχύοντας παράλληλα το στίγμα ότι το ποδόσφαιρο ήταν ένα άθλημα για τους φτωχούς, μεθυσμένους κακοποιούς.
Η δημιουργία της Premiere League
Τα τραγικά γεγονότα έθεσαν τα θεμέλια της αναβίωσης του ποδοσφαίρου στην Αγγλία, η οποία πήρε σάρκα και οστά με τη δημιουργία της Premier League το 1992. Οι επικεφαλής των πέντε μεγαλύτερων αγγλικών συλλόγων, της Big Five (Arsenal, Everton, Liverpool, Manchester United και Tottenham Hotspur) που είχαν τα περισσότερα κέρδη και ξόδευαν τα περισσότερα, ήθελαν να δημιουργήσουν την ελίτ των πρωταθλημάτων. Κάθισαν λοιπόν στο τραπέζι και συμφώνησαν για το κοινό τους συμφέρον. Τότε προέκυψε το θέμα με τα τηλεοπτικά δικαιώματα.
Σε αυτό το σημείο εισέρχεται στην ιστορία του βρετανικού ποδοσφαίρου, για ακόμη μία φορά, ο Aυστραλός δισεκατομμυριούχος Ρούπερτ Μέρντοχ, μεταξύ των 100 πιο πλούσιων ανθρώπων του πλανήτη και ιδιοκτήτης ουκ ολίγων media παγκοσμίως. O Μέρντοχ ενημέρωσε πως ενδιαφέρεται να κάνει τη λίγκα βασικό προϊόν των καναλιών του, με το αζημίωτο (344.094.900 ευρώ, από το 1992 έως το 1997), για αποκλειστική χρήση. Διεκδίκησε τα δικαιώματα για το BSkyB, εταιρία που δημιουργήθηκε από τη συγχώνευση της Sky Television που άνηκε στον ίδιο και τη British Satellite Broadcasting. ‘Εθεσε στους διοργανωτές όμως μια βασική προϋπόθεση: να ξεφορτωθούν τους «μπαχαλάκηδες».
H Premier League είχε τη στήριξη και των 18 συλλόγων της First Division, όπως και της ομοσπονδίας. Δικαίωμα ψήφου είχαν όλοι οι σύλλογοι. Για την πλειοψηφία, χρειάζονταν τα 2/3 των ψήφων. Η συμφωνία των ιδρυτών υπεγράφη στις 17/7 του 1991. Ακολούθησε η υπογραφή της παραίτησης τους από τη Football League, διοργανώτρια αρχή για διάστημα μεγαλύτερο του ενός αιώνα.
Όπως αναφερόταν στη συμφωνία των ιδρυτών «η Premier League δημιουργήθηκε από τους κορυφαίους συλλόγους, ώστε να εμποδίσει την εκροή εισοδημάτων στις χαμηλότερες λίγκες».
Ο Αυστραλός μεγιστάνας βρήκε πολλά εμπόδια στην προσπάθειά του. Κυρίως από «συντεχνίες» που ξεσηκώθηκαν με το επιχείρημα πως «οι Βρετανοί θα πρέπει να πληρώνουν συνδρομή για να παρακολουθούν την Premier League». Ο Sir Alex Ferguson, τότε προπονητής της Manchester United είχε πει: «Αυτό θα πληγώσει τις πιθανότητες διάκρισης στην Ευρώπη». Υπήρχαν διαμαρτυρίες για τις σέντρες που ορίστηκαν στις 3 το μεσημέρι και για τη δυνατότητα που είχε το τηλεοπτικό δίκτυο να αποφασίζει για τις ώρες έναρξης.
Με τα χρήματα που διέθεσε ο Μέρντοχ, οι σύλλογοι μπορούσαν να εξασφαλίσουν ξένους παίκτες, ενώ σταμάτησαν να φεύγουν οι Βρετανοί ποδοσφαιριστές από τη χώρα. Η απώλεια των 53.024.460 ευρώ του 1992, έγινε κέρδος 69.947.160 ευρώ τον επόμενο χρόνο και από εκεί και πέρα τα κέρδη έχουν ξεπεράσει το 1 δισεκατομμύριο. Άλλαξαν και κάποιοι κανονισμοί. Για παράδειγμα, ο τερματοφύλακας δεν είχε πια το δικαίωμα να παίρνει πάσα από συμπαίκτη του.
Ταυτόχρονα, σημαντικοί ξένοι παίκτες άρχισαν να ενδιαφέρονται περισσότερο για το αγγλικό ποδόσφαιρο εξαιτίας της οικονομικής άνθησης. Στη δεκαετία του 1980, οι ξένοι προτιμούσαν να παίξουν στο ιταλικό πρωτάθλημα της Serie A. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90, άρχισαν να πηγαίνουν στην πλούσια σε μετρητά Πρέμιερ Λιγκ. Μερικά τρανταχτά παραδείγματα: Ερίκ Καντονά, Γιούργκεν Κλίνσμαν, Ντένις Μπέργκαμπ, Τιερί Ανρί.
Καθώς το προϊόν βελτιώθηκε στον αγωνιστικό χώρο και επενδύθηκαν περισσότερα χρήματα, κανάλια από το εξωτερικό άρχισαν να ενδιαφέρονται για τα τηλεοπτικά δικαιώματα. Επιπλέον το 1997 η Sky ανανέωσε τη συμφωνία της για 670 εκατομμύρια λίρες, δηλαδή 337% αύξηση των ετήσιων δικαιωμάτων. Την ίδια στιγμή που η τηλεόραση έλκυε εκατομμύρια νέους συνδρομητές, οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι της χώρας αντλούσαν το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων τους από τις τηλεοπτικές συμφωνίες.
Η κυβέρνηση Τζον Μέιτζορ προέβλεψε το 1994 κονδύλι, ώστε οι ομάδες να ανακατασκευάσουν τα γήπεδα τους, αυξήθηκε η τιμή των εισιτηρίων και άρχισε να εμφανίζεται ένα διαφορετικό πλήθος ανθρώπων στις εξέδρες, όπως για παράδειγμα, οικογένειες. Η βία μεταφέρθηκε σε χώρους εκτός σταδίων και το ποδόσφαιρο έγινε ένα θεαματικό προϊόν.
Για την ιστορία, το 2006 έληξε το μονοπώλιο των δικαιωμάτων από την BSkyB, αφού προηγήθηκε έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που κατέληξε στο ότι δεν είναι νόμιμο να έχει ένα δίκτυο το μονοπώλιο των δικαιωμάτων. Το 2014 η Deloitte (ο 6ος μεγαλύτερος ιδιωτικός οργανισμός στις ΗΠΑ), ανακοίνωσε ότι η Premier League συγκεντρώνει τα περισσότερα χρήματα, από τηλεοπτικά δικαιώματα, από κάθε άλλη λίγκα του πλανήτη.
Discussion about this post