Γι’ ακόμη μία χρονιά τα βλέμματα όλων είναι στραμμένα στην 92η Τελετή Απονομής των Βραβείων Όσκαρ, που θα πραγματοποιηθεί το βράδυ της Κυριακής 9 Φεβρουαρίου (ξημερώματα Δευτέρας στην Ελλάδα) στο Dolby Theater. Άλλωστε, ο πιο δημοφιλής και σημαντικός θεσμός κινηματογραφικών βραβείων ανέκαθεν τραβούσε το ενδιαφέρον του κοινού, σινεφίλ ή μη. Και μπορεί με τα χρόνια τα Όσκαρ να χάνουν λίγο από την αίγλη του παρελθόντος και οι σταρ να τα τιμούν με την παρουσία τους, μόνο όταν είναι υποψήφιοι σε κάποια κατηγορία, όμως δεν παύει κάθε χρόνο λίγες ημέρες πριν την τελετή να κινούνται όλοι στους ρυθμούς τους.
Οι προβλέψεις δίνουν και παίρνουν, όπως και τα στοιχήματα, ενώ η αγωνία κορυφώνεται καθώς πλησιάζουμε προς τη μεγάλη βραδιά, για το ποιοι θα είναι οι τελικοί νικητές. Σχεδόν έναν αιώνα μετρά ο θεσμός και μέσα σε αυτά τα 92 χρόνια τα μάτια του «θείου Όσκαρ» έχουν δει πολλά, ενώ ο ίδιος εξακολουθεί να είναι ο πιο αγαπημένος… θείος, που όλοι θέλουν να τον κρατήσουν στα χέρια τους.
Η αξία του ανεκτίμητη, ως προς το συναισθηματικό κομμάτι, αφού για κάθε άνθρωπο του κινηματογράφου η κατάκτησή του είναι μία ηθική κι επαγγελματική δικαίωση. Υλικά, πάλι, ο «θείος Όσκαρ» δεν αξίζει… μία, ενώ αν κάποιος νικητής θελήσει να τον πουλήσει, δεν μπορεί γιατί δεσμεύεται με ισχυρό συμβόλαιο με την Ακαδημία.
Πόσο κοστίζει το χρυσό αγαλματίδιο;
Το Όσκαρ είναι ένα επιχρυσωμένο αγαλματίδιο από χαλκό και κασσίτερο, έχει ύψος 34 εκ., ζυγίζει περίπου 4 κιλά και το σχεδίασε ο Τζορτζ Στάνλεϊ. Πρόκειται για έναν γυμνό άνδρα, ο οποίος καρφώνει ένα ξίφος σε μια μπομπίνα που έχει πέντε ακτίνες. Οι πέντε ακτίνες είναι για κάθε κλάδο της Ακαδημίας δηλαδή για τους παραγωγούς, τους σκηνοθέτες, τους σεναριογράφους, τους ηθοποιούς και τους τεχνικούς.
Και διαβάζοντας την παραπάνω περιγραφή κι έχοντας στο νου το πόσο σημαντικό είναι ως βραβείο, φαντάζεται κανείς πως η οικονομική αξία του θα είναι στα ύψη. Και πως αν κάποιος θελήσει να το αγοράσει από κάποιον νικητή, θα πρέπει να βάλει πολύ βαθιά το χέρι του στην τσέπη. Αλλά, όμως, δεν είναι καθόλου έτσι.
Η τιμή πώλησής του είναι μόλις… 1 δολάριο! Τόσα θα πάρει ο κάτοχος αν αποφασίσει να το πουλήσει. Μόνο που εδώ υπάρχει ένα δεσμευτικό συμβόλαιο, που κάνει ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα την ιστορία. Μετά το τέλος της Τελετής Απονομής των βραβείων, όλοι οι νικητές υπογράφουν ένα συμβόλαιο με την Ακαδημία, όπου υπάρχει ο δεσμευτικός όρος πως δεν μπορούν εύκολα να πουλήσουν το αγαλματίδιο.
Αν αποφασίσουν να το κάνουν, θα πρέπει να το πουλήσουν μόνο στην Ακαδημία για μόλις 1 δολάριο. Όποιος από τους νικητές δε συμφωνήσει να υπογράψει το παραπάνω συμβόλαιο, τότε απλά επιστρέφει σπίτι του χωρίς το βραβείο, το οποίο κρατά η Ακαδημία. Αυτό ισχύει και με τους κληρονόμους των νικητών. Αν, δηλαδή, φύγει από τη ζωή ο κάτοχος του Όσκαρ, οι κληρονόμοι θα πρέπει να τηρήσουν τη συμφωνία.
Μέχρι το 2015, η αξία του αγαλματιδίου ήταν στα 10 δολάρια, αλλά η τιμή έπεσε, όταν το Όσκαρ «καλλιτεχνικής διεύθυνσης» που κέρδισε ο Joseph Wright για το «My Gal Sal» το 1943 κατέληξε στα χέρια του Nate D. Sanders, μιας εταιρείας που πουλάει αναμνηστικά και συλλεκτικά αντικείμενα στο Χόλιγουντ. Αυτή το είχε αγοράσει από τις δημοπρασίες Briarbrook για 79.200 δολάρια, όταν ανιψιός του Wright, Joseph Tutalo, είχε παραδώσει το αγαλματίδιο στο Briarbrook το 2014.
Μάλιστα, ο κληρονόμος του Joseph Wright βρέθηκε στα δικαστήρια με την Ακαδημία, για την επιστροφή του αγαλματιδίου και την παράνομη πώλησή του. Η αλήθεια είναι πως η απόφαση της υπογραφής του συμβολαίου ανάμεσα στην Ακαδημία και τους νικητές, που τους δεσμεύει για την πώληση του αγαλματιδίου υπογράφτηκε το 1951, και ο Wright το είχε κερδίσει λίγα χρόνια πριν. Που σημαίνει ότι ο ανιψιός του ήταν καλυμμένος. Ωστόσο, η Ακαδημία βρήκε παραθυράκι, επειδή ο Wright ήταν μέλος της μέχρι το 1983.
Όσκαρ είχε αγοράσει και ο Μάικλ Τζάκσον, ο οποίος υπήρξε μεγάλος σινεφίλ. Ο άλλοτε «βασιλιάς της Ποπ» το 1999 είχε καταβάλλει σε δημοπρασία στον Οίκο Sotheby’s το εξωφρενικό ποσό των 1,54 εκατ. δολαρίων, προκειμένου να κάνει δικό του το αγαλματίδιο που είχε κερδίσει ο παραγωγός του «Όσα παίρνει ο άνεμος» David O. Selznick, το 1939.
Τα παράξενα των Όσκαρ
Για το όνομα του και πώς προέκυψε, έχουν ακουστεί διάφορες εκδοχές. Η επικρατέστερη, ωστόσο, θέλει την υπάλληλο της ακαδημίας, Μάργκαρετ Χέρικ μόλις είδε το βραβείο να αναφώνησε ότι μοιάζει στον θείο της τον Όσκαρ. Εξ’ ου και το περίφημο ο «θείος Όσκαρ».
Η Ακαδημία αριθμεί περισσότερα από 6.500 μέλη, ενώ είναι αρκετά δύσκολο να ενταχθεί κάποιος σε αυτήν. Συνήθως για να γίνει κάποιος μέλος πρέπει να προταθεί από τουλάχιστον δύο άλλα μέλη. Τα ονόματα των μελών δεν αποκαλύπτονται αν και κάποια ονόματα έχουν δει το φως της δημοσιότητας.
Λόγω μιας έλλειψης μετάλλων κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τα Όσκαρ για τρία χρόνια δημιουργήθηκαν από βαμμένο γύψο. Μετά τον πόλεμο, η Ακαδημία κάλεσε τους παραλήπτες έτσι ώστε να αντικατασταθούν τα στοιχεία από γύψο με επιχρυσωμένα μέταλλα.
Όσοι έχουν προσκλήσεις για να παρακολουθήσουν από κοντά την τελετή των Όσκαρ (και να συμπληρώσουν και τις θέσεις στη σάλα του Dolby Theatre) δεν μπαίνουν τσάμπα. Αντίθετα, πληρώνουν από 125 μέχρι 750 δολάρια για τη θέση τους, την οποία εδώ που τα λέμε πολλοί τη θέλουν.
Η τελετή των Όσκαρ είναι και ένα τηλεοπτικό γεγονός και οι διοργανωτές κάθε χρόνο θέλουν ένα άρτιο αποτέλεσμα. Γι’ αυτό και έχουν μεριμνήσει για όλα. Μέχρι και για τα κενά καθίσματα, όταν οι σταρ στις μπροστινές θέσεις, πηγαίνουν στο μπαρ ή στην τουαλέτα. Τι έχουν κάνει οι διοργανωτές; Στις πρώτες σειρές ανάμεσα στους σταρ τοποθετούν δικούς τους ανθρώπους ή συνεργάτες, οι οποίοι δεν τον κουνάνε ρούπι, προκειμένου να μη φαίνονται τα κενά.
Οι νικητές δεν παίρνουν κάποιο χρηματικό έπαθλο, μαζί με την κατάκτηση του βραβείου. Ωστόσο, τους χαρίζουν μία τσάντα γεμάτη με δώρα μεγάλης αξίας, που μπορεί να είναι ένα αεροπορικό ταξίδι, κοσμήματα, παπούτσια και άλλα, τα οποία είναι διαφορετικά κάθε χρόνο.
Οι απίστευτες πρωτιές του θεσμού
Η Τέιτουμ Ο’ Νιλ κατέχει μέχρι και σήμερα το ρεκόρ της μικρότερης σε ηλικία νικήτριας του βραβείου, κερδίζοντας το Όσκαρ «Β’ γυναικείου ρόλου» για την ταινία Paper Moon (1973), μόλις στα 10 της χρόνια!
Ο μεγαλύτερος πάλι σε ηλικία που κέρδισε το πολυπόθητο αγαλματίδιο για τον «Β’ ανδρικό ρόλο», είναι ο Κρίστοφερ Πλάμερ στα 82 του για την ταινία Beginners (2010).
Τα Όσκαρ αποδείχθηκαν οικογενειακή υπόθεση για την Λάιζα Μινέλι, η οποία το 1972, κέρδισε το αγαλματίδιο για τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο θρυλικό Καμπαρέ. Πρωτύτερα, με το πολυπόθητο χρυσό αγαλματίδιο είχαν επιστρέψει στο σπίτι και οι γονείς της. Η Τζούντι Γκάρλαντ το 1939 είχε αποσπάσει τιμητικό βραβείο, ενώ ο πατέρας της Βίνσεντ Μινέλι είχε καρδίσει το Όσκαρ σκηνοθεσίας το 1958, για την ταινία Gigi.
Η Κάθριν Μπίγκελοου έγραψε τη δική της ιστορία στο θεσμό, ως η πρώτη γυναίκα που κέρδισε Όσκαρ σκηνοθεσίας. Το «άντρο» έπεσε το 2009 με την ταινία της Μπίγκελοου, The Hurt Locker.
Η Κάθριν Χεπμπορν εξακολουθεί να κατέχει την πρωτιά με τα περισσότερα βραβεία Όσκαρ, έχοντας κατακτήσει 4 αγαλματίδια για τις ταινίες Morning Glory (1934), Guess Who’s Coming to Dinner (1968), The Lion in Winter (1969) και On Golden Pond (1982).
Η Μέριλ Στριπ, από την άλλη κατέχει το ρεκόρ με τις περισσότερες υποψηφιότητες (21 στο σύνολό τους) και το οποίο φαντάζει δύσκολο να το σπάσει κάποιος συνάδελφός της.
Η Ιταλία έχει και αυτή γράψει τη δική της ιστορία στο θεσμό ως η χώρα με τις περισσότερες νίκες σε ξενόγλωσσες ταινίες. Και ανάμεσα σε αυτές, η πετυχημένη και βραβευμένη «Η ζωή είναι ωραία» με το Ρομπέρτο Μπενίνι (1997).
Το 2002, ο Άντριαν Μπρόντι στα 29 του χρόνια έγινε ο νεότερος άνδρας που κατέκτησε το Όσκαρ «Α’ ανδρικού ρόλου» για την ταινία Πιανίστας.
Το μοναδικό σίκουελ που έχει κατακτήσει Όσκαρ καλύτερης ταινίας είναι ο Νονός 2, το 1974.
Ο Σίντνεϊ Πουατιέ έγινε ο πρώτος Αφροαμερικανός ηθοποιός που κατέκτησε το Όσκαρ του Καλύτερου Ηθοποιού, το 1963 για την ταινία Lilies of the Field.
Η Μάρλι Μάτλιν είναι η πρώτη κωφή ηθοποιός που έχει βραβευτεί ποτέ με το Όσκαρ «Α’ Γυναικείου Ρόλου» για την ταινία Παιδιά Ενός Κατώτερου Θεού, το 1986 σε ηλικία 21 ετών.
Πολύ πριν ανακαλύψουν το κόλπο με το μουσικό σήμα που δείχνει στους ηθοποιούς πως θα πρέπει να συντομεύουν, η Γκριρ Γκάρσον το 1942 έκανε ρεκόρ με το μεγαλύτερο ευχαριστήριο λόγο για την κατάκτηση του Όσκαρ. Η διάρκεια του άγγιξε τα 5.30 λεπτά!
Ο Εμίλ Γιάνινγκς είναι ο πρώτος ηθοποιός που βραβεύτηκε με Όσκαρ Ανδρικής Ερμηνείας στην πρώτη απονομή του 1929 για τις ταινίες Το Λυκόφως της Δόξας και Όταν η Σαρξ Υποκύπτει.