Συμπληρώνονται σήμερα 44 χρόνια από την ημέρα κατά την οποία οι τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις προχώρησαν στις 14 Αυγούστου 1974 και κατέλαβαν το μεγαλύτερο μέρος της Μεσαορίας, την Αμμόχωστο, την Καρπασία και το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής Μόρφου στα δυτικά, παραβιάζοντας κάθε κανόνα της διεθνούς νομιμότητας, συμπεριλαμβανομένου του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και παρά την εκεχειρία που είχε συμφωνηθεί.
Ένα μεγάλο μέρος της πόλης της Αμμοχώστου, όπου κατοικούσαν Ελληνοκύπριοι, παραμένει από τότε περίκλειστο και ερημωμένο, με τον κατοχικό στρατό να μην επιτρέπει την επιστροφή των νόμιμων κατοίκων της πόλης στις κατοικίες και στις περιουσίες τους, παρά τα σχετικά ψηφίσματα και αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών.
Η Τουρκία βρήκε την αφορμή να επιβάλει τα διχοτομικά της σχέδια εναντίον της Κύπρου, μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 κατά της εκλεγμένης Κυβέρνησης του Προέδρου Μακαρίου. Στις 20 Ιουλίου του 1974, ισχυριζόμενες ότι ενεργούν σύμφωνα με το άρθρο 4 της Συνθήκης Εγγυήσεως, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις πραγματοποίησαν μια πλήρους κλίμακας εισβολή εναντίον της Κύπρου, καταλαμβάνοντας το 36% των εδαφών της Δημοκρατίας και εκδιώκοντας, με τη δύναμη των όπλων, τους Ελληνοκυπρίους από τις κατοικίες και τις περιουσίες τους. Πέραν του 36% των εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας, που αντιπροσωπεύει το 70% του οικονομικού δυναμικού περιήλθε υπό την κατοχή του τουρκικού στρατού, ενώ το ένα τρίτο των Ελληνοκυπρίων έγιναν πρόσφυγες στην ίδιά τους την πατρίδα.
Τα Ηνωμένα Έθνη έχουν με πολλά ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας απαιτήσει σεβασμό για την ανεξαρτησία, ενότητα και εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου, την επιστροφή των προσφύγων στις κατοικίες τους και την αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων από το νησί, όμως όλα αυτά τα ψηφίσματα έχουν αγνοηθεί από την Τουρκία.
Η κατάσταση στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου, τα Βαρώσια, περιγράφεται με παραστατικότητα στην έκθεση της Επιτροπής Αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου για την Αμμόχωστο που δημοσιοποιήθηκε το 2008 σε συνέχεια της διερευνητικής αποστολής στην Κύπρο το Νοέμβριο του 2007: «Από το φράκτη που αποτρέπει τους πεζούς να έχουν πρόσβαση στο Βαρώσι, τα παραλιακά ξενοδοχεία, τα διαμερίσματα και τα εστιατόρια δεν είναι τίποτε περισσότερο από σαθρούς σκελετούς από μπετόν- τεράστιες αστικές ταφόπλακες που στέκονται αποφασιστικά ενάντια στο πέρασμα του χρόνου. Η φύση κατέχει επίσης τα Βαρώσια. Δέντρα και θάμνοι έχουν βλαστήσει μέσα από τα σπασίματα των φθαρμένων οδικών αρτηριών, όπου το έδαφος έχει βυθιστεί και έχει γεμίσει το υπόγειο αποχετευτικό σύστημα. Γάτες και τρωκτικά περιφέρονται στα στενά. Οι εκκλησίες έχουν υποστεί την ίδια μοίρα όπως τα άλλα κτήρια: βεβηλώθηκαν και αφέθηκαν να αποτελούν σιωπηλούς μάρτυρες της κάποτε επικρατούσας Χριστιανικής κοινότητας. Σχολεία και παιδικά πάρκα παραμένουν επίσης εγκαταλελειμμένα».
Η ελληνοκυπριακή πλευρά επανειλημμένα στην πορεία των χρόνων ζήτησε σεβασμό των ψηφισμάτων και επιστροφή της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους της, ενώ υπέβαλε και προτάσεις προς επίτευξη αυτού του σκοπού, πλην όμως όλες οι προσπάθειες συνάντησαν την άρνηση της τουρκικής πλευράς.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, έχει δηλώσει ότι διαβίβασε στην απεσταλμένη του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Τζειν Χολ Λουτ, κατά την πρόσφατη επίσκεψή της στην Κύπρο, την αποφασιστικότητα και τη γνήσια βούλησή του να εμπλακεί και πάλι σε ένα διάλογο για λύση του Κυπριακού, στη βάση των παραμέτρων του ΓΓ του ΟΗΕ, στη βάση του διεθνούς δικαίου και στη βάση του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Εξέφρασε, ανέφερε, την ετοιμότητά μας να ξεκινήσουμε από εκεί που μείναμε (στο Κραν Μοντάνα), αρκεί να υπάρξει αποδοχή και των έξι σημείων που άπτονται των παραμέτρων του πλαισίου Γκουτέρες.
Famagusta.News / ΚΥΠΕ