Πενήντα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή του 1974, η οποία πλήγωσε βαθιά την Κύπρο, η σκέψη αναπόφευκτα ταξιδεύει στην Αμμόχωστο και στην Κερύνεια, τις δύο πόλεις που έγραψαν λαμπρές σελίδες στην Ιστορία του νησιού.
Ως φόρος τιμής στις δύο αγαπημένες πόλεις, το ΚΥΠΕ ανατρέχει στα πολιτιστικά δρώμενά τους πριν από το 1974, με τη βοήθεια δύο γυναικών, της Νίκης Κατσαούνη από την Αμμόχωστο και της Θεοφανώς Κυπρή από την Κερύνεια.
Η πολιτιστική ζωή στην Αμμόχωστο
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΚΥΠΕ), η Αμμοχωστιανή ποιήτρια – πεζογράφος Νίκη Κατσαούνη μιλά για την πολιτιστική ζωή στην πόλη του Ευαγόρα πριν από τα τραγικά γεγονότα του 1974.
«Η Αμμόχωστος ήταν η πολιτιστική πρωτεύουσα της Κύπρου», τονίζει, υπογραμμίζοντας ότι «το Βαρώσι είχε πολιτισμό που δεν ήταν πρόσκαιρος, περαστικός ή επιφανειακός».
Όπως λέει στο ΚΥΠΕ η κ. Κατσαούνη, η πολιτιστική ανάπτυξη της Αμμοχώστου ήταν συνεχής, σημειώνοντας ότι υπήρχε φοβερή πολιτιστική κίνηση στην Αμμόχωστο και τη δεκαετία του 1950, επί Αγγλοκρατίας, παρότι η εποχή εκείνη ήταν «τρομακτική για την Κύπρο» από πολιτικής απόψεως λόγω του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959. «Υπήρχαν θέατρα, πολλές πολιτιστικές εκδηλώσεις, καθώς και το Λύκειο Ελληνίδων Αμμοχώστου», προσθέτει.
Ένας πολύ μεγάλος σταθμός στα πολιτιστικά δρώμενα της Αμμοχώστου, υπήρξε το 1954, όταν ο πεζογράφος Γιώργος Φιλίππου Πιερίδης ανέλαβε ως υπεύθυνος για την οργάνωση και τον εμπλουτισμό της Δημοτικής Βιβλιοθήκης και Πινακοθήκης της Αμμοχώστου, λέει η Νίκη Κατσαούνη, επισημαίνοντας ότι «η Βιβλιοθήκη υπερκάλυπτε τις αναγνωστικές ανάγκες των Αμμοχωστιανών». Σε ό,τι αφορά την Πινακοθήκη, η κ. Κατσαούνη τονίζει ότι φιλοξενούσε εκθέσεις που «δεν περνούσαν απαρατήρητες», όπως του Τηλέμαχου Κάνθου και του Χριστόφορου Σάββα.
Η Νίκη Κατσαούνη επισημαίνει ότι η Αμμόχωστος είχε τους δικούς της ποιητές, όπως ο ιατρός Γιώργος Φάνος και ο Νίκος Βραχίμης, ο οποίος υπήρξε ο πρώτος σουρεαλιστής λογοτέχνης στην Κύπρο.
Ωστόσο, η Αμμόχωστος είχε και τους δικούς της ζωγράφους, όπως ο Γιώργος Σκοτεινός και ο Γεώργιος Πολυβίου Γεωργίου. Ο Γιώργος Σκοτεινός, ο οποίος ήταν αγωνιστής της ΕΟΚΑ και σπούδασε στην Αμερική με υποτροφία, υπήρξε «διά βίου πρέσβης του πολιτισμού στην Αμμόχωστο» και «πρωτοποριακός», αναφέρει η κ. Κατσαούνη.
«Όλα τα έργα του Γιώργου Σκοτεινού είχαν σχέση με την Κύπρο», λέει στο ΚΥΠΕ, προσθέτοντας ότι είχε πάρει βραβεία στην Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας και ότι εξέθετε έργα του στο εξωτερικό. Ο Σκοτεινός είχε το ατελιέ του σε περιβόλι στον Άγιο Μέμνονα, από το οποίο εκδιώχθηκε το 1974 ένεκα της τουρκικής εισβολής και κατέφυγε στην Αγία Νάπα.
Ένας άλλος μεγάλος καλλιτέχνης της Αμμοχώστου και της Κύπρου, ο οποίος είχε βραβευθεί και στο εξωτερικό, ήταν ο ζωγράφος Γεώργιος Πολυβίου Γεωργίου, σημειώνει η κ. Κατσαούνη. Ο Γεωργίου είχε σπουδάσει νομική στο Λονδίνο, αλλά μετά την επιστροφή του στην Κύπρο αφοσιώθηκε στη ζωγραφική, αναφέρει, προσθέτοντας ότι είχε τη φήμη ενός «απόκοσμου» ανθρώπου.
Μια άλλη σημαντική μορφή της Αμμοχώστου ήταν ο Ευάγγελος Λουίζος, ένας άνθρωπος των γραμμάτων, ο οποίος προερχόταν από εύπορη οικογένεια, λέει η Νίκη Κατσαούνη. Ο Λουίζος είχε καλές σχέσεις με Έλληνες λογοτέχνες. Όταν έρχονταν ξένοι λογοτέχνες και πνευματικοί άνθρωποι στην Αμμόχωστο, ο Λουΐζος τούς φιλοξενούσε, προσθέτει, αναφέροντας ενδεικτικά τους Γιώργο Σεφέρη και Οδυσσέα Ελύτη.
Η πολιτιστική άνθηση στη δεκαετία του ‘60
Η ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σηματοδότησε την ανάπτυξη της Κύπρου σε πολλά επίπεδα, περιλαμβανομένου και του πολιτισμού. Η Αμμόχωστος είχε το μερίδιό της σε αυτήν την ανάπτυξη. «Από το 1960, η Κύπρος άνοιξε τα φτερά της και πετούσε πολιτιστικά και λογοτεχνικά», τονίζει εμφαντικά η Νίκη Κατσαούνη, προσθέτοντας ότι «η Αμμόχωστος ήταν η πολιτιστική πρωτεύουσα της Κύπρου».
«Το Βαρώσι είχε πολιτισμό που δεν ήταν πρόσκαιρος, περαστικός ή επιφανειακός. Έχει τις ρίζες του στην Έγκωμη», δηλώνει στο ΚΥΠΕ, αναφερόμενη στην αρχαία πόλη που υπήρξε πρόδρομος της Αμμοχώστου και η οποία υπήρξε πηγή έμπνευσης για ζωγραφικό πίνακα του Γιώργου Σκοτεινού. Ακόμη, η κ. Κατσαούνη αναφέρεται στη σημασία της Αρχαίας Σαλαμίνας, η οποία γειτνιάζει με την Αμμόχωστο.
Όπως λέει χαρακτηριστικά, οι πλείστοι καλλιτέχνες ήταν προσιτοί και «η τέχνη ήταν μέσα στη ζωή των Βαρωσιωτών».
Κατά τις δεκαετίες του 1950 και 1960, πολλές εκδηλώσεις διοργανώνονταν από τον Δήμο Αμμοχώστου, καθώς και από συντεχνίες, προσθέτει.
Ακόμη, η κ. Κατσαούνη αναφέρει ως σημαντικούς σταθμούς στα πολιτιστικά πράγματα της Αμμοχώστου την παρουσίαση δύο έργων του Τζουζέπε Βέρντι («Ριγκολέτο» και «Τραβιάτα») από ξένη κομπανία όπερας στις αρχές της δεκαετίας του 1960, καθώς και τη θεατρική παράσταση «Φουέντε Οβεχούνα» του Λόπε ντε Βέγκα από τον θίασο του Μάνου Κατράκη.
Επιπλέον, η Νίκη Κατσαούνη αναφέρει ότι στην Αμμόχωστο υπήρχε οδός όπου βρίσκονταν εργαστήρια αγγειοπλαστικής, τα περίφημα «Κουζάρικα». Επισημαίνει ότι ο καταξιωμένος κεραμίστας Βαλεντίνος Χαραλάμπους, ο οποίος κατάγεται από την Αμμόχωστο, δούλεψε αρχικά στο εργαστήρι του πατέρα του προτού μεταβεί στη Βαγδάτη, όπου έζησε και εργάστηκε μέχρι την αφυπηρέτησή του.
Στην Αμμόχωστο υπήρχε και Βυζαντινό Μουσείο, λέει στο ΚΥΠΕ η Νίκη Κατσαούνη, διευκρινίζοντας ότι επρόκειτο για ιδιωτική συλλογή, η οποία καταστράφηκε από τους Τούρκους εισβολείς.
Σε ό,τι αφορά τον τομέα της μουσικής, η κ. Κατσαούνη αναφέρει ότι ο σπουδαίος μουσικός Σόλωνας Μιχαηλίδης είχε εργαστεί ως καθηγητής Μουσικής στο Γυμνάσιο Αμμοχώστου. Προσθέτει ότι μαθητής του Σόλωνα Μιχαηλίδη υπήρξε ο διακεκριμένος συνθέτης Μιχάλης Χριστοδουλίδης, ο οποίος γεννήθηκε στην Αμμόχωστο και σπούδασε στο Παρίσι.
Σημείο αναφοράς στην πολιτιστική ζωή της Αμμοχώστου, όπως λέει στο ΚΥΠΕ, υπήρξε η φιλαρμονική ορχήστρα του Δήμου Αμμοχώστου, η οποία ήταν παρούσα σε μεγάλες πολιτιστικές εκδηλώσεις, όπως η γιορτή του Πορτοκαλιού, τα Ανθεστήρια και τους εορτασμούς των εθνικών επετείων. Διευθυντής της φιλαρμονικής ήταν ο Μιχαλάκης Μιχαηλούδης.
Οι σημαντικότερες γιορτές της Αμμοχώστου
Αναπόσπαστο κομμάτι των πολιτιστικών δρωμένων της πόλης του Ευαγόρα ήταν αναμφίβολα τα Ανθεστήρια, η γιορτή του Πορτοκαλιού και η γιορτή του Κατακλυσμού.
Η Νίκη Κατσαούνη αναφέρει ότι τα Ανθεστήρια ήταν μια μαζική γιορτή που προσείλκυε τους Βαρωσιώτες. Όπως λέει, τα κορίτσια παρήλαυναν σε ανθοστολισμένα άρματα, φορώντας χλαμύδες.
Μιλώντας για τη γιορτή του Πορτοκαλιού, η κ. Κατσαούνη κάνει λόγο για μια μεγάλη γιορτή, στην οποία παρήλαυναν άρματα στολισμένα από πορτοκάλια,.
Σε ό,τι αφορά τη γιορτή του Κατακλυσμού, η Νίκη Κατσαούνη κάνει λόγο για «μια τεράστια λαϊκή γιορτή» και «ένα πολιτιστικό γεγονός ολκής», στο πλαίσιο του οποίου διοργανώνονταν αγώνες τσιαττιστών και ακούγονταν μουσικές. Προσθέτει ότι στη συγκεκριμένη γιορτή διαγωνίζονταν ποιητάρηδες από την επαρχία Αμμοχώστου.
Η εκπαίδευση στην Αμμόχωστο
Μιλώντας για την εκπαίδευση στην πόλη του Ευαγόρα, η Νίκη Κατσαούνη αναφέρει στο ΚΥΠΕ ότι επί Αγγλοκρατίας αρκετοί καθηγητές εξ Ελλάδος ήρθαν στην Αμμόχωστο για να διδάξουν στα σχολεία της Αμμοχώστου, υπογραμμίζοντας ότι η συμβολή τους ήταν τεράστια στην εκπαίδευση της πόλης. «Μας έκαναν να αγαπούμε τη μόρφωση», λέει χαρακτηριστικά.
Κατά τη δεκαετία του 1960, τα σημαντικότερα σχολεία της πόλης ήταν το Γυμνάσιο Αρρένων, το Γυμνάσιο Θηλέων και το Εμπορικό Λύκειο Αμμοχώστου, το οποίο είχε ιδρυθεί ως English High School. Παράλληλα, υπήρχαν και ιδιωτικές ξενόγλωσσες.
Ακόμη, στην Αμμόχωστο δίδαξαν επιφανείς μορφές, όπως ο φιλόλογος-ερευνητής Κυριάκος Χατζηιωάννου και ο ιστορικός Κώστας Κύρρης.
Η πολιτιστική ζωή στην Κερύνεια
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΚΥΠΕ), η Κερυνειώτισσα φιλόλογος-ερευνήτρια Θεοφανώ Κυπρή αναφέρει ότι τα πρώτα σωματεία και όμιλοι εμφανίζονται στην Κερύνεια στις αρχές του 20ού αιώνα. Αρχικά, στα τέλη του 19ου αιώνα ιδρύεται το σωματείο «Αρμονία», η οποία ακολουθείται από την ίδρυση του «Λαϊκού Κέντρου» το 1910 από τον Γεώργιο Σταυρίδη, εκδότη της σατιρικής εφημερίδας «Ραγιάς», και τον Γεώργιο Καραγιάννη. Το «Λαϊκό Κέντρο» αναπτύσσει πλούσια δράση κατά τη δεύτερη και τρίτη δεκαετία του 20ού αιώνα, σημειώνει η κ. Κυπρή, προσθέτοντας ότι το 1926 ιδρύεται ο σύλλογος «Ένωσις Νέων».
Η εκπαίδευση στην Κερύνεια
Αναφερόμενη στο Γυμνάσιο Κερύνειας, η Θεοφανώ Κυπρή εξηγεί ότι είχε ιδρυθεί το 1918 ως «Ανωτέρα Σχολή Κυρηνείας» υπό τη διεύθυνση του Γεώργιου Καραγιάννη, ο οποίος είχε διατελέσει και διευθυντής του Σεβερείου Αρρεναγωγείου, το οποίο ήταν δωρεά του Δημοσθένη Σεβέρη. Ιδρυτής του Γυμνασίου ήταν ο τότε Μητροπολίτης Κυρηνείας Μακάριος Μυριανθεύς (ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Β’), ο οποίος το 1922 μετέφερε την έδρα της Μητρόπολης στην πόλη της Κερύνειας από τη Μονή του Αγίου Παντελεήμονα στη Μύρτου.
Σημαντικός σταθμός στην πορεία του Γυμνασίου Κερύνειας, το οποίο η Θεοφανώ Κυπρή χαρακτηρίζει ως «πνευματικό φάρο», ήταν η αναγνώρισή του από την ελληνική κυβέρνηση το 1943 ως ισότιμου με τα γυμνάσια της Ελλάδας. Ο τότε γυμνασιάρχης, Κλεάνθης Γεωργιάδης, συνδέθηκε με την εξέλιξη του Γυμνασίου, το οποίο πρωτοπορούσε στην πνευματική ζωή της Κερύνειας, καθιερώνοντας τις θεατρικές παραστάσεις στην πόλη, σημειώνει η κ. Κυπρή, υπογραμμίζοντας ότι σε αυτό δίδαξαν – μεταξύ άλλων – οι Κυριάκος Χατζηιωάννου, Νίκος Κρανιδιώτης και Φρίξος Βράχας.
Επιπλέον, η Θεοφανώ Κυπρή αναφέρει στο ΚΥΠΕ ότι τη δεκαετία του 1930 είχε ιδρυθεί από τη Νιόβη Φράγκου Δημητριάδου η «Ανωτέρα Αγγλική Σχολή Κυρηνείας», ένα ιδιωτικό σχολείο το οποίο έγινε δημόσιο το 1962 και μετονομάστηκε σε «Ανωτέρα Εμπορική και Επαγγελματική Σχολή Κυρηνείας».
Εξέχουσες προσωπικότητες της πόλης
Η κ. Κυπρή κάνει ιδιαίτερη μνεία στη δράση και στην προσφορά των Κλεάνθη Γεωργιάδη, Φρίξου Βράχα και Σάββα Χρίστη, τονίζοντας ότι οι Γεωργιάδης και Βράχας είχαν πραγματοποιήσει πολλές εκδόσεις, ενώ ο Βράχας υπήρξε ο πρώτος πρόεδρος του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (ΘΟΚ) από το 1971 έως το 1976. Ο Σάββας Χρίστης, γνωστός δικηγόρος και λόγιος, διετέλεσε πρόεδρος της Σχολικής Εφορείας Κερύνειας καθώς και πρόεδρος άλλων σωματείων. Και οι 3 άνδρες είχαν σημαντική παρουσία στα πνευματικά δρώμενα της Κερύνειας και γενικότερα της Κύπρου μέχρι το 1974, αναφέρει στο ΚΥΠΕ η Θεοφανώ Κυπρή.
Ένα ακόμη πρόσωπο που διαδραμάτισε εξέχοντα ρόλο στα πολιτιστικά πράγματα της πόλης ήταν ο Χριστόφορος Χριστοφορίδης, του οποίου το έργο εκδόθηκε μετά τα γεγονότα του 1974, προσθέτει.
Ένας άλλος σημαντικός σταθμός στην πνευματική ζωή της Κερύνειας ήταν η ίδρυση του Συλλόγου Αποφοίτων Γυμνασίου Κυρηνείας (ΣΑΓΚ), ο οποίος ανέπτυξε πλούσια πολιτιστική δράση με τη διοργάνωση θεατρικών παραστάσεων, συναυλιών, διαλέξεων και φιλολογικών συγκεντρώσεων. Πρόεδρος του Συλλόγου επί σειρά ετών είχε διατελέσει ο Φρίξος Βράχας.
Επιπλέον, ο ΣΑΓΚ για χρόνια αναλάμβανε τη διοργάνωση των εορτών του τριημέρου του Αγίου Πνεύματος (Κατακλυσμού), ενός εορτασμού που είχε ξεκινήσει στην Κερύνεια στα τέλη του 19ου αιώνα και κορυφωνόταν τη Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος με τη διεξαγωγή αγωνισμάτων και τη συμμετοχή λαϊκών ποιητών και χορευτών.
Παράλληλα, όπως λέει η Θεοφανώ Κυπρή, κατά τη δεκαετία του 1950 ο Μητροπολίτης Κυρηνείας Κυπριανός συνέβαλε στην ίδρυση των θρησκευτικών ορθοδόξων ιδρυμάτων (ΘΟΙ) στην πόλη και επαρχία Κερύνειας, προεξάρχοντος του ΘΟΙ «Αρχάγγελος Μιχαήλ».
Ακόμη, η κ. Κυπρή επισημαίνει ότι ο γραμματέας της Μητρόπολης Κυρηνείας, Πολύκαρπος Ιωαννίδης, εξέδιδε εφημερίδα για κάποια χρόνια της δεκαετίας του 1940, υπό τον τίτλο «Εφημερίς».
Η δεκαετία του 1960
Μετά την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960, η Κερύνεια βιώνει σημαντική ανάπτυξη, αφού ανεγείρονται έργα υποδομών και αυξάνεται ο τουρισμός στην πόλη και την επαρχία, επισημαίνει η Θεοφανώ Κυπρή. Η κατάληψη του Κάστρου του Αγίου Ιλαρίωνα στον δρόμο Λευκωσίας-Κερύνειας από τους Τουρκοκυπρίους κατά τη διάρκεια των διακοινοτικών ταραχών του 1963-1964 αποκόπτει μεν την Κερύνεια από την πρωτεύουσα, αλλά η Κερύνεια επιβιώνει από την απομόνωση με την κατασκευή του δρόμου της Μύρτου, εξηγεί στο ΚΥΠΕ.
Παράλληλα, η κ. Κυπρή επισημαίνει ότι μετά το 1965 πολλοί Κερυνειώτες επιστρέφουν στη γενέτειρά τους, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί κίνηση στην πόλη, καθώς και «οικονομικός οργασμός», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ακόμη, η πνευματική ζωή στην Κερύνεια συνεχίζεται τη δεκαετία του 1960 με τη δράση του Γυμνασίου της πόλης, του ΣΑΓΚ και άλλων σωματείων και ομίλων.
Ταυτόχρονα, η ύπαρξη αξιόλογων μνημείων όπως του Κάστρου της Κερύνειας, πολλών βυζαντινών εκκλησιών καθώς και η ανασκαφή αρχαίων τάφων καθιστούν την πόλη «ανοιχτό μουσείο», σε συνδυασμό με την «ανεπανάληπτη φυσική ομορφιά» της, τονίζει.
Το 1964, ο τότε Δήμαρχος Κερύνειας και Πρόεδρος της Σχολικής Εφορείας Κερύνειας, Στέλιος Κατσελλής, εκδηλώνει ενδιαφέρον για την επέκταση του Γυμνασίου της πόλης, με αποτέλεσμα να αυξηθεί ο αριθμός των διδασκόντων καθηγητών, να ανεγερθούν βιβλιοθήκη και αίθουσα τελετών, και να ενισχυθούν τα εργαστήρια Φυσικής και Χημείας με σύγχρονο εξοπλισμό.
Στην ανάπτυξη της Κερύνειας κατά τη δεκαετία του 1960 συνέβαλε και η ανεύρεση του ναυαγίου το 1965 από τον Ανδρέα Καριόλου, η οποία προκάλεσε τεράστιο ενδιαφέρον τόσο στην Κύπρο όσο και διεθνώς, αφού το 1967 κατέφθασε αρχαιολογική αποστολή του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια με σκοπό την επανασυναρμολόγηση του ναυαγίου, με τη βοήθεια του ίδιου του Καριόλου. Το ναυάγιο, το οποίο ανακαλύφθηκε ανοιχτά της θάλασσας της Κερύνειας, αποτελεί ένα από τα καλύτερα διατηρημένα ναυάγια της κλασικής περιόδου, αναφέρει στο ΚΥΠΕ η Θεοφανώ Κυπρή. Επιπλέον, λέει ότι το Κάστρο της Κερύνειας, όπου εκτίθεται το ναυάγιο, λειτουργούσε από το 1960 ως πολιτιστικό κέντρο.
Ακόμη, επισημαίνει ότι το 1966 ιδρύεται ο Λαογραφικός Όμιλος Κερύνειας, ο οποίος αποσκοπεί στη διάσωση της λαϊκής παράδοσης της περιοχής. Πρόεδρος του Ομίλου ήταν ο Νίκος Χιωτέλλης και γραμματέας η λογοτέχνιδα Ρήνα Κατσελλή.
Μια άλλη αξιοσημείωτη εξέλιξη που καταδεικνύει την πνευματική ανάπτυξη της Κερύνειας υπήρξε και η ίδρυση του Μουσείου Λαϊκής Τέχνης το 1968. Όπως λέει η Θεοφανώ Κυπρή, τον εμπλουτισμό του Μουσείου είχε αναλάβει το Τμήμα Αρχαιοτήτων υπό την επίβλεψη της Αγγελικής Πιερίδου.
Ένα άλλο κομβικό σημείο στα πολιτιστικά πράγματα της Κερύνειας ήταν το ανέβασμα της θεατρικής παράστασης της Ρήνας Κατσελλή «Ο εξάδελφος» από τον ΣΑΓΚ το 1969. Όπως αναφέρει στο ΚΥΠΕ η κ. Κυπρή, η Ρήνα Κατσελλή εξέδωσε πέραν των 50 τόμων για την Κερύνεια, συνέγραψε ιστορικά βιβλία, μεταξύ αυτών και το «Κερύνεια: Ιστορική και λαογραφική έρευνα» το 1973, ενώ ανέπτυξε αξιοσημείωτη κοινωνική και πολιτιστική δράση.
Επιπλέον, η κ. Κυπρή σημειώνει την παρουσία του κινηματοθεάτρου Κατσελλή, στο οποίο διοργανώνονταν θεατρικές παραστάσεις και άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις, καθώς και τη διοργάνωση διεθνούς συμποσίου για τον Όμηρο στην Κερύνεια το 1972, με ομιλητές από την Κύπρο, την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Ο αθλητισμός στην Κερύνεια
Σε ό,τι αφορά τον αθλητισμό στην πόλη της Κερύνειας, η Θεοφανώ Κυπρή σημειώνει την ίδρυση του Γυμναστικού Συλλόγου «Πράξανδρος» το 1919, ο οποίος διοργάνωνε πολλές αθλητικές εκδηλώσεις και όχι μόνο, προσθέτοντας ότι ο Κλεάνθης Γεωργιάδης υπήρξε Πρόεδρος του συλλόγου επί σειρά ετών. Ο σύλλογος απέκτησε το δικό του στάδιο, το «Δημητριάδειο», γνωστότερο ως «Πράξανδρος», μετά το 1952.
Ακόμη, στο «Δημητριάδειο» διοργανώνονταν από το 1961 τα «Μάτσεια», δηλαδή αθλητικοί αγώνες που αφορούσαν την επαρχία Κερύνειας και διεξάγονταν προς τιμήν του ήρωα της ΕΟΚΑ, Κυριάκου Μάτση, ο οποίος έπεσε στο Δίκωμο το 1958.
Ένα μεγάλο κεφάλαιο στα αθλητικά δρώμενα της Κερύνειας είναι η ίδρυση της Ποδοσφαιρικής Αθλητικής Ένωσης Κερύνειας (ΠΑΕΚ) το 1954, η οποία αργότερα μετονομάστηκε σε Ποδοσφαιρική Αθλητική Ένωση Επαρχίας Κερύνειας (ΠΑΕΕΚ). Πρώτος πρόεδρος ήταν ο Ανδρέας Κατσελλής. Η καλαθοσφαιρική ομάδα της ΠΑΕΚ έγραψε ιστορία όταν ανακηρύχθηκε πρωταθλήτρια Κύπρου για τρεις συνεχόμενες χρονιές (1968, 1969, 1970), αποκτώντας το προσωνύμιο «βασίλισσα του μπάσκετ».
Πηγή: ΚΥΠΕ