Ομαδικός βιασμός Αγία Νάπα: Απορρίφθηκε η κατάθεση του DNA των δύο Ισραηλινών

b b dikastirio exclusive

To Μόνιμο Κακουργιοδικείο Αμμοχώστου απέρριψε σήμερα στα πλαίσια δίκης εντός δίκης για τον ομαδικό βιασμό 20χρονης στην Αγία Νάπα την κατάθεση του DNA από δύο από τους πέντε κατηγορούμενους.

Σύμφωνα με την απόφασή, το Κακουργιοδικείο απέρριψε την κατάθεση του DNA ως ληφθήσα κατά παράβαση του Άρθρου 15 του Συντάγματος και 8 της ΕΣΔΑ αφού λήφθηκαν κατόπιν ελλιπούς ενημέρωσης των κατηγορουμένων.

Αναλυτικά η απόφαση:

Όταν ο Λοχ. 3051 Θ.Λ., Μ.Κ.2 στην κυρίως δίκη, επιχείρησε στο πλαίσιο της κυρίως εξέτασης του να καταθέσει ενώπιον του Δικαστηρίου τα παρειακά επιχρίσματα που λήφθηκαν από τους Κατηγορούμενους 4 και 5, ο συνήγορος των τελευταίων έφερε ένσταση στην κατάθεσή τους και ζήτησε όπως διεξαχθεί δίκη εντός δίκης. H ένσταση συνίστατο στο ότι τα συγκεκριμένα παρειακά επιχρίσματα λήφθηκαν χωρίς να προηγηθεί η λήψη συγκατάθεσης από τους Κατηγορούμενους 4 και 5 και ότι ως εκ τούτου υπήρξε παραβίαση των προνοιών των άρθρων 2 και 3 του Ν. 138(1)/20011 , του άρθρου 25(1)(α) του περί Αστυνομίας Νόμου, Ν.73(1)2004 και του άρθρου 15 του Συντάγματος (όλων των πιο πάνω μαζί ή ξεχωριστά).

Η ευπαίδευτη συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής, συμφώνησε στη διεξαγωγή δίκης εντός δίκης για την επίλυση του πιο πάνω ζητήματος και το Δικαστήριο, με σχετική ενδιάμεση απόφασή του, διέταξε τη διεξαγωγή της για να διαπιστωθούν οι συνθήκες λήψης των παρειακών επιχρισμάτων και για ν’ αποφασιστεί βεβαίως κατά πόσο τα πιο πάνω αντικείμενα θα γίνουν αποδεκτά ως μαρτυρία.

Στο πλαίσιο της δίκης εντός δίκης, η Κατηγορούσα Αρχή κάλεσε έναν μάρτυρα και συγκεκριμένα τον ρηθέντα Λοχ. 3051 Θ.Λ.. Η πλευρά των Κατηγορουμένων 4 και 5 δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία.

Η Μαρτυρία

O Λοχ. 3051 Θ.Λ. (στο εξής ο μάρτυρας), υιοθέτησε το περιεχόμενο της κατάθεσης του ημερ. 4.9.2023 [Έγγραφο Α(ΔΔ1)], όπου αναφέρει ότι στις 4/9/2023 έλαβε από όλους τους Κατηγορούμενους τα παρειακά τους επιχρίσματα για την υπό διερεύνηση υπόθεση βιασμού. Ως εξήγησε περαιτέρω, οι Κατηγορούμενοι τελούσαν υπό κράτηση, αφού είχε εκδοθεί εναντίον τους διάταγμα προφυλάκισης την ίδια μέρα και ακολούθως μεταφέρθηκαν όλοι στα γραφεία του ΤΑΕ στο Παραλίμνι, όπου τους ζήτησε να δώσουν παρειακά επιχρίσματα, αποτυπώματα και φωτογραφίες. Όταν το ζήτησε, τους ανάφερε ότι μπορούν ν’ αρνηθούν, όμως αυτοί απάντησαν θετικά και επέλεξαν να του δώσουν, οπότε προέβη στη λήψη των επιχρισμάτων. Ο μάρτυρας εξήγησε δε τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και υπέδειξε τις υπογραφές των Κατηγορούμενων 4 και 5 στους φακέλους όπου τοποθετήθηκαν οι δειγματοληψίες (οι οποίες υπογραφές καλύπτουν και την κολλητική ταινία με την οποία σφραγίστηκαν οι φάκελοι), ανέφερε δε ότι οι Κατηγορούμενοι 4 και 5 δεν έφεραν κάποια αντίρρηση.

Αντεξεταζόμενος, ανάφερε ότι προτού λάβει τα παρειακά επιχρίσματα των Κατηγορούμενων 4 και 5, απευθύνθηκε σε όλους τους Κατηγορούμενους, μία μόνο φορά, στην αγγλική γλώσσα, αναφέροντας τους συγκεκριμένα τα εξής: «I want to get samples of DNA, finger prints and photos, you can refuse to give samples of DNA, finger prints and photos». Αυτοί του απάντησαν θετικά «Ok» και προχώρησε στη λήψη. Σύμφωνα με το μάρτυρα, οι Κατηγορούμενοι αντιλήφθηκαν πλήρως τα δικαιώματα τους και είχε τη συναίνεση τους με βάση τον περί Αστυνομίας Νόμο, οπότε θεωρεί πως μπορούσε να προχωρήσει στη λήψη. Ήταν δε η θέση του, ότι με βάση το νόμο δεν απαιτείται γραπτή συναίνεση.

Όσον αφορά τη γραπτή συγκατάθεση για δειγματοληψία γενετικού υλικού που του υποδείχθηκε, ανέφερε αρχικά ότι αφορά πρόσωπο που δεν συνελήφθη, ενώ στη συνέχεια σε υποβολή πως πρόκειται για πρόσωπο που τελούσε υπό σύλληψη, απάντησε ότι δεν το γνωρίζει. Εν πάση περιπτώσει, όπως ανέφερε περαιτέρω, το συγκεκριμένο έντυπο αποτελεί στερεότυπο έντυπο το οποίο έχουν για λήψη παρειακών επιχρισμάτων και που συνήθως χρησιμοποιείται σε πρόσωπα τα οποία δεν συνελήφθησαν. Ο ίδιος δεν λαμβάνει γραπτή συγκατάθεση όταν κάποιος τελεί υπό κράτηση.

Ήταν επίσης η θέση του, ότι οι Κατηγορούμενοι 4 και 5 αντιλαμβάνονταν πολύ καλά την αγγλική γλώσσα και αναφέρθηκε στις οδηγίες που τους έδινε στα αγγλικά κατά τη φωτογράφιση τους, στις οποίες ανταποκρίνονταν πλήρως. Αυτός ήταν και ο λόγος που δεν χρειάστηκε να φέρει μεταφραστή. Ως προς το γεγονός ότι υπήρχε μεταφραστής κατά τη λήψη των καταθέσεων τους, ήταν επειδή σε αυτή την περίπτωση ένιωθαν καλύτερα να δώσουν την κατάθεση στη μητρική τους γλώσσα.

Στις τελικές υποβολές που του έγιναν ότι δεν επεξηγήθηκε στους Κατηγορούμενους 4 και 5 το δικαίωμα τους ν’ αρνηθούν, ούτε τους επεξηγήθηκε ότι πιθανώς η μαρτυρία που έλαβε, θα χρησιμοποιηθεί ως μαρτυρία εναντίον τους, απάντησε ότι τους επεξηγήθηκαν πλήρως τα δικαιώματα τους.

Τονίζουμε ότι έχουμε θέσει ενώπιον μας το σύνολο της μαρτυρίας του αναφερόμενου μάρτυρα. Επίσης, θέσαμε ενώπιον μας τα όσα ανέφεραν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι με τις αγορεύσεις τους και θα σταθούμε σ’ αυτά όπου ήθελε κριθεί αναγκαίο.

Αξιολόγηση της μαρτυρίας

Προτού προχωρήσουμε στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του μοναδικού μάρτυρα που κατέθεσε ενώπιον μας, σημειώνουμε πως η δίκη εντός δίκης είναι αυτοτελής διαδικασία. Κρίνεται στη βάση της μαρτυρίας που ακούστηκε εντός αυτής και μόνο, και δεν υπάρχει δυνατότητα αξιολόγησης σε αυτή, μαρτυρίας που έχει προσαχθεί στην κυρίως δίκη για να καταλήξει ένα Δικαστήριο σε ευρήματα (βλ. Αστυνομία ν. Ησαΐα, άλλως Μπλάκκη (1997) 2 Α.Α.Δ. 177).

Περαιτέρω σημειώνουμε πως θα προσεγγίσουμε τη μαρτυρία που έχει προσαχθεί στη δίκη εντός δίκης προκειμένου ν’ αποφασίσουμε τα επίδικα θέματα, έχοντας πάντα κατά νου, ότι κατά την αξιολόγηση πρέπει να διατηρείται ανοικτό το γενικότερο θέμα αξιοπιστίας των μαρτύρων και ειδικότερα, των Κατηγορουμένων. Αυτή η αναγκαιότητα επιβάλλει περιορισμούς στο σχολιασμό της μαρτυρίας, αλλά και στη διατύπωση ευρημάτων (βλ. Ioannides v. The Republic (1968) 2 Α.Α.Δ. 169 και Petri v. The Police (1968) 2 Α.Α.Δ. 40). Συνεπώς, η αξιολόγηση της μαρτυρίας, θα γίνει υπό το φως της Νομολογίας και θα περιοριστεί στα απολύτως απαραίτητα ώστε να καλυφθούν με επάρκεια οι ανάγκες των επιδίκων θεμάτων που τέθηκαν στο πλαίσιο της δίκης εντός δίκης και τίποτε άλλο (βλ. Στυλιανού ν. Δημοκρατίας κ.ά., Ποιν. Έφ. 268/2015, ημερ. 13.12.2018).

Έχουμε εξετάσει με ιδιαίτερη ενδελέχεια τη μαρτυρία του μάρτυρα που κλήθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή και αποτελεί διαπίστωση μας ότι αναφορικά με το υπό συζήτηση θέμα της λήψης των παρειακών επιχρισμάτων των Κατηγορουμένων 4 και 5, ανέφερε τις ενέργειες του με σαφήνεια και θετικότητα. Παρέμεινε δε απόλυτα σταθερός στις θέσεις του ως προς το τί ανέφερε στους Κατηγορούμενους 4 και 5 πριν λάβει τα παρειακά τους επιχρίσματα, ως προς τη διαδικασία που ακολουθήθηκε κατά τη διάρκεια λήψης τους αλλά και ως και προς το τί έπραξε μετά την ολοκλήρωση της λήψης τους. Δεν υπέπεσε δε σε οποιαδήποτε αντίφαση επί των ζητημάτων αυτών. Σε σχέση τώρα με το ζήτημα της συνεννόησης του με τους Κατηγορούμενους 4 και 5 στην αγγλική γλώσσα και τις θέσεις της υπεράσπισης ότι, αφενός δεν προσκομίστηκε μαρτυρία για τις γλώσσες που μιλά ο μάρτυρας και αφετέρου ότι οι Κατηγορούμενοι 4 και 5 δεν κατανοούν την αγγλική γλώσσα, εξ ου και η δικαστική διαδικασία διεξάγεται με τη βοήθεια μεταφραστή στην αραβική γλώσσα, που είναι η μητρική γλώσσα των Κατηγορούμενων, σημειώνουμε τα εξής.

Κατ’ αρχάς πρέπει να λεχθεί πως κατά την ακροαματική διαδικασία δεν έχει αμφισβητηθεί μέσω της αντεξέτασης η γνώση της αγγλικής γλώσσας από το μάρτυρα, ενώ αποτέλεσε εύρημα του Δικαστηρίου ότι αυτός απευθύνθηκε στους Κατηγορούμενους 4 και 5 στην αγγλική γλώσσα με το λεκτικό που ανέφερε.

Περαιτέρω δεν θεωρούμε πως η συνταγματικώς κατοχυρωμένη επιλογή των Κατηγορουμένων 4 και 5 σε διερμηνεία στη μητρική τους γλώσσα κατά τη δικαστική διαδικασία, που είναι μια χρονοβόρα και αναμφίβολα πιο πολύπλοκη διαδικασία, αποκλείει αυτόματα και τη δυνατότητα από μέρους τους να συνεννοούνται ή και ν’ αντιλαμβάνονται την αγγλική γλώσσα, στον πολύ περιορισμένο βαθμό που απαιτείτο για τους σκοπούς της διαδικασίας λήψης συγκατάθεσης. Στην προκειμένη δε περίπτωση ο μάρτυρας με αναφορά στην όλη επικοινωνία που είχε με τους

Κατηγορούμενους 4 και 5 στην αγγλική γλώσσα, εξήγησε με τρόπο πειστικό γιατί έκρινε πως για τον περιορισμένο σκοπό που αφορούσε τη λήψη των παρειακών επιχρισμάτων, οι Κατηγορούμενοι 4 και 5 ήταν σε θέση να αντιληφθούν τί τους έλεγε.

Συνεπώς και στο στάδιο αυτό δεν προκύπτει οτιδήποτε που να δημιουργεί οποιαδήποτε αμφιβολία ότι οι Κατηγορούμενοι 4 και 5, στο πλαίσιο της διαδικασίας λήψης των παρειακών τους επιχρισμάτων, αντιλήφθηκαν τι τους είχε λεχθεί από το μάρτυρα και τι τους ζητήθηκε να πράξουν, και ότι ακριβώς με την απάντηση τους δήλωναν ότι συμφωνούν στο να προχωρήσει η λήψη των παρειακών επιχρισμάτων τους. Εξάλλου, ο μάρτυρας έλαβε δύο δειγματοληψίες από τον καθένα ήτοι από την αριστερή και δεξιά παρειά, αφού προφανώς άνοιξαν το στόμα τους για το σκοπό αυτό, χωρίς ποτέ οι Κατηγορούμενοι 4 και 5 να φέρουν κάποια αντίσταση, ενώ στη συνέχεια τους ζητήθηκε και αυτοί υπόγραψαν στους φακέλους όπου τέθηκαν οι δειγματοληψίες.

Επομένως, στη βάση των ανωτέρω, αποδεχόμαστε τα γεγονότα που αφορούν τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες λήφθηκαν από τους Κατηγορούμενους 4 και 5 τα παρειακά τους επιχρίσματα, ως αυτά έχουν αναφερθεί από το μάρτυρα. Συναφώς, βρίσκουμε ότι στις 4.9.2023 και ενω οι Κατηγορούμενοι 4 και 5 τελούσαν υπό κράτηση με βάση διάταγμα προφυλάκισης που εκδόθηκε από το Ε. Δ. Αμμοχώστου, σε σχέση με τα αδικήματα που αναφέρονται στο Τεκμήριο 1 (ΔΔ1), ο μάρτυρας τους ζήτησε να δώσουν, μεταξύ άλλων, παρειακά επιχρίσματα. Συγκεκριμένα, τους ανέφερε στα αγγλικά τα εξής: «I want to get samples of DNA, finger prints and photos, you can refuse to give samples of DNA, finger prints and photos». Οι Κατηγορούμενοι 4 και 5 τότε απάντησαν θετικά, λέγοντας «Οκ» και προχώρησε στη λήψη τους. Οι δειγματοληψίες τοποθετήθηκαν σε φακέλους και οι Κατηγορούμενοι 4 και 5 έθεσαν τις υπογραφές τους στους φακέλους και στην κολλητική ταινία με την οποία σφραγίστηκαν οι φάκελοι. Οι τελευταίοι, σε κανένα σημείο της διαδικασίας που αναφέρθηκε, δεν έφεραν κάποια αντίσταση.

Διευκρινίζουμε όμως εδώ, ότι η αναφορά του μάρτυρα πως μπορούσε να προχωρήσει στη λήψη των παρειακών επιχρισμάτων των Κατηγορούμενων 4 και 5, έχοντας προφορικά τη συναίνεση τους, και ότι δεν χρειαζόταν γραπτή συναίνεση, καθώς επίσης και ότι επεξηγήθηκαν στους εν λόγω Κατηγορούμενους πλήρως τα δικαιώματα τους, αποτελεί τη δική του γνώμη, η οποία δεν δεσμεύει το Δικαστήριο.

Σε σχέση με τα συγκεκριμένα ζητήματα, τα οποία θεωρούμε ότι είναι άμεσα συνυφασμένα με τους λόγους ένστασης που καλείται το Δικαστήριο να εξετάσει στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, εναπόκειται στο Δικαστήριο ν’ αξιολογήσει την ενώπιον του μαρτυρία σε συν/άρτηση με τις επίμαχες διατάξεις και να εκφέρει τη δική του κρίση γι’ αυτά.

Κατάληξη

Για όλους τους λόγους που εξηγούνται πιο πάνω, θεωρούμε πως η Κατηγορούσα Αρχή έχει αποτύχει να αποδείξει, έξω από κάθε λογική αμφιβολία, ότι η λήψη των παρειακών επιχρισμάτων των Κατηγορούμενων 4 και 5 ήταν σύννομη και στο πλαίσιο των συνταγματικών θέσμιων.

Συνακόλουθα, η ένσταση γίνεται αποδεκτή και η κατάθεση των επίμαχων τεκμηρίων δεν επιτρέπεται.