Η δημοσιογράφος Θεοδώρα Κυριάκου, φέρνει στο φως της δημοσιότητας ακόμα μία καλά κρυμμένη ιστορία μίας γυναίκας της οποίας τα πολλά χτυπήματα της ζωής παρουσιάζονται μέσα από την δική της κατάθεση ψυχής.
Στην συνέντευξη που ακολουθεί φαίνονται οι ατέλειωτες δυσκολίες που ζει η γυναίκα που κορυφώνονται στην καθημερινότητα της, και συγκεκριμένα στο ίδιο της το σπίτι στο οποίο όπως αναφέρει δεν μπορεί να ζήσει ένα άτομο με τις δικές της ιδιαιτερότητες και πόσο ακόμη ένα 16χρονο παιδί.
Όπως αναφέρει “Η ζωη μου όλη ήταν δύσκολη. Να σου πω μία δύσκολη στιγμή δεν έχω γιατί είναι όλη ζωή μου δύσκολη. Εγώ χρόνο με το χρόνο θα μείνω πάνω στο κρεβάτι και δεν θέλω να μείνω τώρα γιατί θέλω να μεγαλώσει το μωρό να έχει ένα σπίτι, να είναι εξασφαλισμένο και ας μείνω πάνω στο κρεβάτι”.
Τα προβλήματα στη ζωή της ξεκίνησαν νωρίς. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει “είμαι από μία μεγάλη οικογένεια έξι αδερφές και τρεις αδελφούς. Η μαμά μου και ο μπαμπάς μου ήταν φτωχοί. Ο μπαμπάς μου ήταν καρκινοπαθής, η μαμά μου ήταν τυφλή, νεφροπαθής. Στα έξι χρόνια πέθανε ο αδερφός μου ο μεγάλος, στα εννιά χρόνια πέθανε η αδερφή μου η μικρή 54 χρόνο, στις 40 μέρες πέθανε ο αδερφός μου ο μικρός 45 χρονών, η αδερφή μου η μεγάλη είναι ανάπηρη, η άλλη μία αδερφή έχει πρόβλημα με το φως της, η άλλη έχει πρόβλημα με την καρδιά και μας έμεινε ένας αδερφός που είναι στην Αυστραλια”.
“Δεν μπορώ να κάνω μπάνιο”
Τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει τόσο η ίδια όσο και το παιδί της διαμένοντας σε ένα σπίτι μη προσβάσιμο στις ανάγκες της, ανέλυσε “Ώσπου ήταν μικρό το μωρό με βοηθούσε, τώρα μεγάλωσε. Να κάνω μπάνιο, να βάλω τα ρούχα μου θέλω βοήθεια. Δεν μπορώ να σκύψω. Η οστεοαρθρίτιδα με τα χρόνια που την έχω μου έφαγε τα κόκκαλα. Δεν έχω θεραπεία.
“Με ανάγκασε το γραφείο ευημερίας, αφότου έβγαλαν ένταλμα, να μου πιάσει το παιδί μου”
Δηλώνοντας πως “Το πρόβλημα με το σπίτι και το γραφείο ευημερίας κρατάει χρόνια” η κυρία Χριστίνα αναλύει αναλυτικά τα ζητήματα που την οδήγησαν στο να μένει σε αυτό το σπίτι. Συγκεκριμένα δηλώνει πως “Είχα τα προβλήματα μου στο άλλο μου το σπίτι αλλά ήταν το σπίτι μου. Είχαμε τα δωμάτια μας, είχαμε την κουζίνα μας. Δεν μπορώ να κάτσω με την καρέκλα μου να μαγειρέψω. Δεν μπορώ ούτε να μαγειρέψω ούτε να κάτσω, δεν έχει χώρο. Φοβάμαι να κάνω μπάνιο γιατί φοβάμαι ότι θα πέσω.
Το πρόβλημα με το σπίτι και το γραφείο ευημερίας κρατάει χρόνια . Με το μωρό είχα πρόβλημα με το μπάνιο. Το μπάνιο μου έσταζε 20 χρόνια. Μετά πήγε το μωρό γυμνάσιο, εγώ κάθε χειμώνα αγόραζα νάιλον και έβαζα από πάνω και έτσι κάποτε έσταζε κάποτε δεν έσταζε. Με ανάγκασε το γραφείο ευημερίας, αφότου έβγαλαν ένταλμα, να μου πιάσει το παιδί μου, που εγώ γι’ αυτό το μωρό θέλω το σπίτι, για να με αναγκάσει να φύγω. Ήρθαμε εδώ λέγοντας μου ότι θα έρθω για δύο μήνες. Αυτό το σπίτι θεωρείται κατάλληλο για μία ανάπηρη και ένα μωρό 16 ετών; Με έφυγαν από το σπίτι μου γιατί δεν ήταν σωστό να κοιμάται μαζί μου το μωρό. Το μωρό εδώ και τέσσερα χρόνια κοιμάται πάνω στο ντιβάνι. Έρχεσαι μετά από τέσσερα χρόνια να μου πεις ότι δεν μπορείς να μου κάνεις σπίτι γιατί δεν έχει λεφτά το γραφείο ευημερίας. Αφού δεν έχεις λεφτά γιατί μου το χαλάς”.
“Έκανε ένα χρόνο να το καταλάβει ότι δεν είμαι όπως όλες οι μαμάδες, δεν μπορώ να κάνω ότι κάνουν όλες οι μαμάδες. Πηγαίναμε σε ψυχολόγο. Γιατί το μωρό έβλεπε άλλες μαμάδες που πήγαιναν στο σχολείο και εγώ πήγαινα εγώ με την καρέκλα. Πώς να εξηγήσεις αυτού του μωρού ότι η μαμά του δεν θέλει να είναι έτσι. Πήγαμε σε ψυχολόγο. Ξέρει ότι θα είμαι έτσι. Εξήγησα του ότι χρόνο με το χρόνο θα κάνω λίγο πιο λίγο και θα περπατάω πιο λίγο από ότι περπατούσα πέρσι. Ευτυχώς δόξα τω Θεώ που με έχει όπως είμαι τώρα. Μακάρι να με αφήσει όπως είμαι να μεγαλώσει ο μικρός.