Όπως παρουσίασαμε σε προηγούμενα ρεπορτάζ,, ο κλάδος της εστίασης (και όχι μόνο) έχει πληγεί σε τεράστιο βαθμό από τα περιοριστικά μέτρα για αναχαίτιση της πανδημίας, αλλά και από το μειωμένο τουρισμό που είχαμε στην Κύπρο κατά την προηγούμενη τουριστική περίοδο.
Ο Βαγγέλης Λιοτατής, εστιάτορας στον Πρωταρά σε μια ανάρτηση του στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, περιγράφει τις δύσκολες στιγμές που βιώνουν οι ιδιοκτήτες χώρων εστίασης.
Αυτούσια η ανάρτηση του Βαγγέλη Λιοτατή – Εστιάτορα
Δυστυχώς επτωχεύσαμεν
Δυστυχώς επτωχεύσαμεν και το χειρότερο από όλα είναι ότι δεν επτωχεύσαμεν μόνο οικονομικά.
Ο κλάδος στον οποίο δραστηριοποιούμαι επιχειρηματικά, αυτός της εστίασης, είναι από αυτούς που έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση που έχει φέρει η πανδημία του κορονοϊού. Το γνωρίζουμε πολύ καλά ότι δεν είμαστε οι μόνοι και αυτό που ζητούμε από την αρχή της πανδημίας και από το πρώτο κλείσιμο, δεν είναι η ειδική μεταχείριση, αλλά ο επιμερισμός του κόστους που έχει φέρει αυτή η κρίση.
Βλέπουμε ακόμα μια φορά το τίμημα μιας κρίσης(ακόμα μιας) να το πληρώνει μόνο μια μερίδα του πληθυσμού, ενώ μια άλλη μερίδα περνά μέσα από αυτή την δύσκολη κατάσταση ξανά αλώβητη. Και όχι απλά αλώβητη αλλά βρίσκει και ευκαιρίες να εκμεταλλευτεί αυτή την δύσκολη για πολλούς ανθρώπους συγκυρία, ή ακόμα χειρότερα, βρίσκει την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί αυτούς τους ανθρώπους.
Ξέρω ήδη τι θα σκεφτούν πολλοί. Εσείς διαλέξατε το επιχειρήν και κατά συνέπεια το ρίσκο που το συνοδεύει. Θα σκεφτούν ότι τις καλές χρονιές τα “στοιβάζουμεν” οπόταν δεν δικαιούμαστεν να μιλούμε. Το ότι π.χ. το 2019 ήταν μια από τις καλύτερες χρονιές του τουρισμού δεν σημαίνει ότι εβάλαμεν στην πάντα εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, δεν σημαίνει ότι ακόμα και σήμερα το 2021 δεν εξακολουθούμεν να προσπαθούμε να μαζέψουμε τα κομμάτια της προηγούμενης μεγάλης κρίσης της οικονομίας μας και κυρίως δεν σημαίνει ότι το κράτος πρέπει να αφήσει στο έλεος του Θεού εμάς και τους υπαλλήλους μας για μήνες.
Αυτό που ξεχνάνε πολλές φορές αυτοί που βγαίνουν με ευκολία να μας καταδικάσουν στα δικαστήρια των social media, είναι ότι πίσω μας δεν έχουμε μόνο τη δική μας οικογένεια, που πολλά μέλη της είναι τις περισσότερες φορές άμεσα επηρεαζόμενα από τις οικογενειακές μας επιχειρήσεις, αλλά έχουμε τους υπαλλήλους μας και τις δικές τους οικογένειες. Δεν είναι μόνο η τσέπη μας που μας ενδιαφέρει κύριοι, αλλά είναι και αυτοί οι άνθρωποι που βρίσκονται τόσα χρόνια δίπλα μας και που κάποιοι από αυτους σήμερα δεν μπορούν να ανταποκριθούν οικονομικά ακόμα και στα αυτονόητα.
Σήμερα 21 του Γεννάρη και ακόμα περιμένουμε να μας καταβληθούν από την κυβέρνηση τα επιδόματα των υπαλλήλων μας για το μήνα Δεκέμβριο ούτως ώστε στη συνέχεια να τα καταβάλουμε και εμείς σε αυτούς. Από τη μία, κάποιοι πήραν έγκαιρα τους μισθούς, τους 13ους και όλα τα ωφελήματα και πέρασαν ξέγνοιαστες Γιορτές, από την άλλη κάποιοι ακόμα περιμένουν, κολλημένοι στην ανικανότητα και στα μικροπολιτικά συμφέροντα. Κάποιοι έδωσαν από τα λίγα αποθεματικά τους προκαταβολικά αυτά τα λεφτά, άλλοι άφησαν απλήρωτους τους προμηθευτές τους ώστε να μπορέσουν να δώσουν προκαταβολικά αυτά τα χρήματα και κάποιοι απλά “τρων που πάνω τους” γιατί 20 μέρες μετά τα Χριστούγεννα και ακόμα οι υπαλλήλοι τους είναι στο περίμενε.
Δεν είναι μόνο αυτό το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε. Είναι το θέμα των ενοικίων που βαραίνει τους πλείστους από εμάς και κανένας δεν δείχνει τη διάθεση έστω και να το ακουμπήσει, γιατί είναι λέει αντισυνταγματικό, λες και όλα τα άλλα που ορίζουν τα διατάγματα από την αρχή της πανδημίας είναι σύμφωνα με το σύνταγμα. Είναι ότι πολλοί ιδιοκτήτες καραδωκούν να πετάξουν έξω τους ενοικιαστές τους γιατί αδυνατούν να τους καταβάλουν τα ενοίκια. Είναι τα σχέδια βοήθειας που στο τέλος αντί να μας βοηθήσουν στο να παραμείνουμε ανοικτοί -κάτι που προσπαθούμε με νύχια και με δόντια- μας ωθούν στο να κλείσουμε. Είναι ότι φαίνεται να μην υπάρχει οργανωμένο σχέδιο την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης. Το χειρότερο είναι ότι δεν διαφαίνεται η νέα τουριστική να είναι πολύ καλύτερη από την περσινή και κατά συνέπεια μειώνει τα περιθώρια ανάκαμψης.
Πολλοί θα σκεφτούν γιατί τώρα; Εθίχτηκεν τόσο πολλά η πούγκα μου; Μπορεί να μεν το συνηθίζω να εκφράζομαι στα social media, απλά αυτή τη φορά οι σκέψεις μου μου πέφτουν πολύ βαριές, μου πλακώνουν το στήθος και θέλω να το βγάλω από μέσα μου μπας και νιώσω έστω και λίγο καλύτερα.
Είμαστε μια γενιά, που μπορεί να μην περάσαμε το πόλεμο του 1974, αλλά επεράσαμε και εμείς δύσκολα. Και το χειρότερο απ’ όλα, ζούμε καθημερινά αυτό το τσίρκο των ανίκανων που δεν αφήνει καμία χαραμάδα ελπίδας για το μέλλον.