ΑΧΕΡΙΤΟΥ: «Το ένα μου παιδί το έχασα, δεν ήξερα που βρισκόταν… Μετά από μήνες έμαθα που ήταν»

Τα όσα βίωσε η κυρία Ελευθερία από την Αχερίτου, κατά την Τουρκική εισβολή του 1974

3EB66F36 2ABA 4E0B 883F A3B62F967C74 exclusive, Αχερίτου

Τουρκική Εισβολή 1974.Ιστορίες και εικόνες που σημάδεψαν τις ψυχές μας, που άλλαξαν τη ζωή και την ιστορία μας…

Η Ελευθερία Κωμοδρόμου από τις Βρυσούλες, παίρνει συνέντευξη της γιαγιάς της, Ελευθερίας Γεωργίου από την Αχερίτου και μαθαίνει όλα όσα βίωσε η γιαγιά της το 1974.

Η κυρία Ελευθερία αναφέρει:

«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αχερίτου, χωριό της επαρχίας Αμμοχώστου. Είμαι το έβδομο και μικρότερο παιδί της οικογένειας. Οι γονείς μου ήταν απλοί και τίμιοι άνθρωποι. Ασχολούνταν με την γεωργοκτηνοτροφία. Μας δίδαξαν την αγάπη προς την οικογένεια, τη θρησκεία και την πατρίδα.
Ο πατέρας μου πολέμησε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ως το μικρότερο παιδί της οικογένειας είχα την φροντίδα και την προστασία των υπόλοιπων έξι αδελφιών μου. Κατάφερα να τελειώσω το Δημοτικό Σχολείο και ακολούθως βοηθούσα τους γονείς μου στα χωράφια. Δεν είχα την ευκαιρία να συνεχίσω την φοίτηση μου στο Γυμνάσιο στην Αμμόχωστο. Μέχρι σήμερα όμως μου αρέσει να διαβάζω βιβλία.
Έζησα δύσκολα παιδικά χρόνια με στερήσεις και φτώχια αφού οι γονείς μου ήταν αγρότες αλλά γεμάτα από αγάπη.

Γύρω στα δεκαέξι μου παντρεύτηκα και άνοιξα το δικό μου σπιτικό. Έκανα την δική μου οικογένεια και απόκτησα μαζί με τον σύζυγο μου τρία παιδιά. Τον Γιάννο , την Μάρω και την Γιώτα. Παντρεμένη πλέον είχα την φροντίδα του σπιτιού, των παιδιών και βοηθούσα τον άντρα μου στην φάρμα. Είχαμε πρόβατα. Παράλληλα έφτιαχνα χαλούμια και πωλούσα βοηθούσα με τον τρόπο μου και εγώ στο σπίτι.

ACB93C11 2B29 4152 9DF4 21936FEDC9F6 exclusive, Αχερίτου

Η Τουρκική Εισβολή με βρήκε στο χωριό μου, την Αχερίτου.

Το μάθαμε από  το ραδιόφωνο…

Υπήρχε ανησυχία, ο κόσμος δεν ήξερε τι να έκανε. Παραμείναμε στο χωριό μας μέχρι την Β’ Φάση της Τουρκικής Εισβολής. Πολλοί συγχωριανοί μας κατατάγηκαν στο στρατό ανάμεσα τους και συγγενείς που από έκτοτε αγνοούνται και άλλοι έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι και ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο DNA.
Στο σπίτι μου φιλοξενήσαμε την αδελφή μου και άλλους συγγενείς  που έμεναν στην Αμμόχωστο και έφυγαν λόγω κατάληψης της πόλης. Μέναμε όλοι μαζί μέχρι τις 30 Αυγούστου όπου εγκαταλείψαμε και εμείς το χωριό μας για να σωθούμε.

Θυμάμαι εκείνο το πρωί τα Ενωμένα Έθνη φώναζαν στον κόσμο να τρέξουν να σωθούν και πως τα Τούρκικα άρματα πλησίαζαν στο χωριό. Φύγαμε από το σπίτι με τα ρούχα που φορούσαμε.
Αεροπλάνα πετούσαν από πάνω μας. Τα παιδιά έκλαιγαν υπήρξε πανικός και αναστάτωση. Θυμάμαι έτρεχα ξυπόλητη να σωθώ κρατούσα πάνω μου, το ένα μου παιδί.  Μέσα στην σύγχυση που υπήρχε  ο κόσμος δεν ήξερε τι να κάνει. Το ένα μου παιδί το έχασα, δεν ήξερα που βρισκόταν. Μετά από μήνες έμαθα πως ήταν Ξυλοτύμπου με την αδελφή μου.

Έζησα στιγμές τραγικές, πόνου και αγωνίας.  Αφήσαμε τις περιουσίες μας, τα σπίτια μας και την ζωή μας και τα όνειρα μας…

Οι πρώτες μέρες ήταν οι πιο δύσκολες…

Η οικογένεια μου χωρίστηκε όπως σας ανέφερα, το μικρότερο μου παιδί δεν ήξερα που βρισκόταν. Αρχικά μέναμε στα περβόλια με ελάχιστο φαγητό και λίγο νερό. Στη συνέχεια βρήκαμε καταφύγιο στο συσκευαστήριο πατατών. Σχεδόν όλο το χωριό έμενε εκεί. Δεν είχαμε καν τα απαραίτητα.
Περιμέναμε να μας φέρει φαγητό ο Ερυθρός Σταυρός. Οι μέρες περνούσαν και από ότι βλέπαμε στο χωριό μας δεν υπήρχε κινητικότητα από πλευράς Τούρκων. Έτσι, οργανωθήκαμε σε ομάδες αρκετοί συγχωριανοί  και αποφασίσαμε τα   βράδια με κίνδυνο τις ζωές μας να πηγαίναμε στο χωριό μας και στα σπίτια μας να παίρναμε τα απαραίτητα κυρίως ρούχα και τρόφιμα για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε.

Τις πρώτες μέρες μαζί με τον σύζυγο μου πηγαίναμε στο χωρίο με το τρακτέρ για να φέρουμε σιτάρι για να ταΐσουμε τα πρόβατα μας.

Ο σύζυγος μου, κατάφερε να φέρει τα πρόβατα στην ελεύθερη περιοχή μέρες πριν όπως και άλλοι χωριανοί μας. Η στιγμή όπως που έμεινε για πάντα στην θύμηση μου ήταν όταν μετά από μέρες κατάφερα να μπω στο σπίτι μου. Μπαίνοντας στο σπίτι είδα την κούκλα της κόρης μου σπασμένη και τα κομμάτια της μέσα στο σπίτι.  Σαν να μας άφηναν μήνυμα οι Τούρκοι στρατιώτες ότι θα παθαίναμε τα ίδια αν μας έβρισκαν. Είχα παγώσει, έτρεμα από το φόβο μου. Βρήκα τα ρούχα μας πεταμένα και κρεμασμένα από τα φωτιστικά. Είχαν κλέψει τα χρυσαφικά μας και τα χρήματά μας.
Έξω στην αυλή του σπιτιού μου βρήκα το γουρούνι μου να σπαράζει από τους πόνους αφού οι Τούρκοι στρατιώτες του χαράκωσαν την πλάτη με την ξιφολόγχη τους. Ήταν μια αποτρόπαια πράξη.

Αρκετές μέρες κάναμε το ίδιο πράγμα…

Έφτασε όμως και η τελευταία μέρα είχαμε οργανωθεί γυναίκες να πάμε στο χωριό να φουρνίσουμε για να φέρουμε ψωμιά ώστε να έχουν τα παιδιά να τρώνε. Ζυμώσαμε και βάλαμε τα ψωμιά στον φούρνο πριν ψηθούν ακούσαμε ξανά τις φωνές των Ο.Η.Ε. ” «Γρήγορα έξω! Τούρκοι μπαίνουν στο χωριό. Τρέξτε!». Αυτή ήταν και η τελευταία μέρα που πήγα στο χωριό.

Στο μυαλό μου έρχονται ξανά αυτές οι εικόνες από  το ποδοβολητό που τρέχαμε να σωθούμε για ακόμη μια φορά. Στα αφτιά μου ηχούν ακόμα οι δικές μας φωνές από τον πανικό και τον φόβο.
Αν και εγχειρισμένη που ήμουν δεν ένιωθα τον πόνο έβλεπα το αίμα να βγαίνει από την πληγή μου. Ο νους μου ήταν στα παιδιά μου. Να τρέξω να σωθώ. Ευτυχώς σωθήκαμε!».

Γιαγιά τι εύχεσαι σε όλους τους πρόσφυγες του τόπου μας;

Το 1974 έζησα στιγμές αγωνίας, πόνου και τρόμου. Εύχομαι ποτέ ξανά να μην ζήσει κανείς αυτές τις στιγμές. Είδα να βασανίζουν ανθρώπους. Ένιωσα τον χαμό αγαπημένων προσώπων και τον ξεριζωμό…

Εύχομαι απελευθέρωση και όλοι οι πρόσφυγες να επιστρέψουν στα σπίτια τους , στον τόπο τους». 

Της Χριστιάνας Διονυσίου