Τον Φεβρουάριο του 1978 δύο Άραβες αντάρτες κατέλαβαν αεροσκάφος στη Λάρνακα. Αιγύπτιοι κομάντος προσπάθησαν να ανακαταλάβουν το σκάφος, χωρίς όμως να τους έχει δοθεί άδεια από τις κυπριακές Αρχές, ενώ συνεχίζονταν οι διαπραγματεύσεις με τους αεροπειρατές.
Η Κυπριακή Εθνική Φρουρά αντιστάθηκε, με αποτέλεσμα να διεξαχθεί 45λεπτη μάχη, στην οποία σκοτώθηκαν 17 Αιγύπτιοι.
Η Κύπρος έγινε για λίγες μέρες το θέατρο των πολιτικών αντιπαραθέσεων στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, δηλαδή της αραβοϊσραηλινής αντιπαράθεσης.
Η αεροπειρατεία του Φεβρουαρίου του 1978 ακολούθησε τη δολοφονία του Αιγύπτιου διπλωμάτη Γιουσούφ Ελ Σεμπάι που είχε ως κατάληξη την αιματηρή μάχη της κυπριακής εθνοφρουράς με Αιγύπτιους κομάντος που επιχείρησαν χωρίς άδεια να επιτεθούν στο αεροσκάφος.
Η περίπτωση αυτή, η οποία οδήγησε σε σοβαρή δοκιμασία τις σχέσεις Λευκωσίας-Καΐρου, δεν ήταν η πρώτη που λαμβάνε χώρα στο νησί ούτε και η τελευταία. Ήταν όμως η χαρακτηριστικότερη και πιο σοβαρή, αφού η κατάληξή της είχε τους περισσότερους νεκρούς με το θέμα να παίρνει και πολιτικές διαστάσεις.
Όπως είχε επισημάνει ο διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών Χρίστος Ιακώβου, μετά το γεγονός αυτό, οι μέχρι τότε άριστες διπλωματικές σχέσεις της Κύπρου με την Αίγυπτο διακόπηκαν για τέσσερα χρόνια, σε μια περίοδο αυξημένης ανάγκης για διπλωματική υποστήριξη λόγω της τουρκικής εισβολής.
Παράλληλα, η Κύπρος δέχθηκε επικρίσεις, ιδιαίτερα από τις Ηνωμένες Πολιτείες, για μη επαρκή μέτρα τόσο για την πρόληψη όσο και για την καταστολή της τρομοκρατίας. Λίγους μήνες μετά την αιγυπτιακή επίθεση, ελήφθη και η απόφαση για τη δημιουργία της ΜΜΑΔ. Ιδιαίτερα σημαντικό ωστόσο, όπως αναφέρει ο κ. Ιακώβου, είναι το γεγονός ότι απεδείχθη πως η Κύπρος μπορούσε εύκολα να καταστεί ένα πεδίο επίλυσης αραβοϊσραηλινών ή ακόμη ενδοαραβικών διαφορών, με αρνητικές επιπτώσεις στην εξωτερική πολιτική. Τέλος, όπως αναφέρει, η Κυπριακή Δημοκρατία, με την απόφασή της να εμπλακεί στρατιωτικά αφότου εξελίχθηκε η επίθεση των Αιγύπτιων καταδρομέων, το μόνο, και πιο σημαντικό, που κατάφερε να διασώσει ήταν τη μη αμφισβήτηση της κυριαρχίας της.
Τα γεγονότα της δολοφονίας του Ελ Σεμπάι
Το Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 1978, στις 10 το πρωί, άρχιζε στο ξενοδοχείο «Χίλτον» της Λευκωσίας η δεύτερη μέρα της 6ης Συνόδου του Κινήματος Αφροασιατικής Αλληλεγγύης (AAPSO). Στην αίθουσα του συνεδρίου βρίσκονταν 64 από τους 80 συνέδρους.
Όπως αναφέρει ο κ. Ιακώβου, στο ξενοδοχείο δεν υπήρχε μεγάλη αστυνομική δύναμη πέρα από τη συνηθισμένη για τέτοιες περιπτώσεις φρουρά. Στις 11:15 κατέβηκε από το δωμάτιό του ο Γιουσούφ Ελ Σεμπάι, πρόεδρος του Κινήματος, και κατευθύνθηκε προς το περίπτερο, με τα βιβλία και τις εφημερίδες του ξενοδοχείου. Εκεί πυροβολήθηκε από δύο Παλαιστινίους, τον Σαμί Κατάρ, κάτοχο ιορδανικού διαβατηρίου, και τον Ζιγιάντ Άλι, κάτοχο κουβετιανού διαβατηρίου. Ουδείς αυτόπτης μάρτυρας υπήρξε κατά την ώρα της δολοφονίας.
Ακολούθως οι δύο Παλαιστίνιοι, κρατώντας περίστροφα και χειροβομβίδες, προχώρησαν προς την αίθουσα του συνεδρίου και αφού αφόπλισαν τους δύο αστυνομικούς που βρίσκονταν εκεί με πολιτικά ρούχα, κράτησαν τους 64 παρευρισκομένους συνέδρους ως ομήρους. Ρόλο διαμεσολαβητή και διερμηνέα ανέλαβε ο Β. Λυσσαρίδης, ο οποίος ήταν τότε αντιπρόεδρος του Κινήματος.
Οι όμηροι, μεταξύ των οποίων και ο υπουργός Εσωτερικών Χρ. Βενιαμίν, μεταφέρονται από το Χίλτον για τη Λάρνακα.
Αρχικά, οι δύο Παλαιστίνιοι απαίτησαν να μιλήσουν με τον πρόεδρο της χώρας, ο οποίος απουσίαζε στην Αθήνα. Τότε ανακοίνωσαν προς τους ομήρους ότι σκότωσαν τον Σεμπάι γιατί συνόδευσε τον Ανουάρ Σαντάτ στο πρόσφατο ταξίδι του στο Ισραήλ, γι’ αυτό τον θεωρούσαν προδότη. Στο μεταξύ έφθασε στο ξενοδοχείο ο υπουργός Εσωτερικών και αμύνης Χρ. Βενιαμίν. Μετά την επικοινωνία του υπουργού με τους δύο Παλαιστινίους αφέθηκαν ελεύθερες οι γυναίκες-όμηροι και ο Β. Λυσσαρίδης. Ο τελευταίος μεσολάβησε και για την απελευθέρωση των μη Αράβων ομήρων.
Οι διαπραγματεύσεις με τους δύο Παλαιστινίους συνεχίστηκαν έως τη 1:30 το μεσημέρι οπότε απελευθερώθηκε μεγάλος αριθμός των ομήρων, πλην 15 Αράβων, συμπεριλαμβανομένων και των πέντε μελών της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης. Το αίτημα των τρομοκρατών, το οποίο έγινε δεκτό, ήταν να μεταφερθούν στο αεροδρόμιο της Λάρνακας και να τους δοθεί αεροπλάνο για την ασφαλή μεταφορά τους στη Λιβύη ή τη Νότια Υεμένη.
Οι δύο τρομοκράτες, με τους ομήρους, έφθασαν στο αεροδρόμιο λίγο μετά την άφιξη στην Κύπρο του τότε Προέδρου Σπύρου Κυπριανού από την Αθήνα. Αφού πρώτα συνήλθε το Υπουργικό Συμβούλιο στον κεντρικό αστυνομικό σταθμό της Λάρνακας, ακολούθησε επικοινωνία με την κυβέρνηση της Αιγύπτου, η οποία ζήτησε από την κυπριακή κυβέρνηση να καθυστερήσει την αναχώρηση του αεροπλάνου που θα μετέφερε τους τρομοκράτες με τους ομήρους στο εξωτερικό. Την ίδια στιγμή, άρχισαν να προκαλούνται πολλά ερωτηματικά σχετικά με τις κινήσεις του στρατιωτικού ακολούθου της αιγυπτιακής πρεσβείας στη Λευκωσία, Φαρούκ Τακί.
Στις 8:30 το βράδυ, μετά από πολύωρες διαπραγματεύσεις, τις οποίες χειριζόταν προσωπικά ο Πρόεδρος Σπ. Κυπριανού, δίδεται άδεια σε αεροπλάνο των Κυπριακών Αερογραμμών να απογειωθεί με τους τρομοκράτες και τους ομήρους προς άγνωστη κατεύθυνση.
Λίγο πριν απογειωθεί το αεροπλάνο, είχαν φθάσει ως «επισκέπτες» στην Κύπρο, όπως αποδείχθηκε αργότερα, τέσσερις αξιωματικοί των μυστικών υπηρεσιών της Αιγύπτου, για να προετοιμάσουν μαζί με τον στρατιωτικό ακόλουθο το έδαφος για μία ενδεχόμενη αιγυπτιακή επιδρομή. Αμέσως μετά την άφιξή τους, έγιναν αντιληπτοί να φωτογραφίζουν χώρους του αεροδρομίου της Λάρνακας.
Το αεροπλάνο των Κυπριακών Αερογραμμών προσπάθησε ανεπιτυχώς να εξασφαλίσει άδεια προσγείωσης στη Λιβύη, στο Κουβέιτ και τη Νότια Υεμένη. Τελικά μετά από εισήγηση του ενός εκ των πιλότων (Μάριου Κουτσοφτίδη) πείσθηκαν οι δύο τρομοκράτες να δεχθούν να κατευθυνθεί το αεροπλάνο προς το Τζιμπουτί. Αν και ο πύργος ελέγχου του Τζιμπουτί ειδοποιήθηκε από γαλλικό αεροπλάνο, λίγο πριν από την προσγείωση του κυπριακού αεροπλάνου, για τα όσα συνέβαιναν, εντούτοις, για να αποφευχθεί τραγωδία, υποχώρησε την τελευταία στιγμή προκειμένου να το ανεφοδιάσει με καύσιμα. Τελικά, μετά από έναν κύκλο ανεπιτυχών συνομιλιών με αραβικά κράτη, ο Πρόεδρος Κυπριανού ζητά από το αεροπλάνο να επιστρέψει στη Λάρνακα.
Το αεροπλάνο έφθασε στη Λάρνακα στις 5:30 το απόγευμα της Κυριακής 19 Φεβρουαρίου.
Η επιχείρηση των Αιγυπτίων
Λίγο μετά την επιστροφή του αεροπλάνου στη Λάρνακα, η αιγυπτιακή κυβέρνηση ειδοποίησε την κυπριακή ότι ένα αεροπλάνο Hercules C 130 θα έφθανε στην Κύπρο για να μεταφέρει τον Αιγύπτιο υπουργό Πληροφοριών προκειμένου να διαπραγματευθεί με τους τρομοκράτες. Σύμφωνα με τον κ. Ιακώβου, στις 6:40 προσγειώνεται το αιγυπτιακό αεροπλάνο αλλά προς έκπληξή τους οι κυπριακές Αρχές διαπιστώνουν ότι το αεροπλάνο μετέφερε Αιγυπτίους καταδρομείς και όχι τον υπουργό Πληροφοριών.
Παρά τις ρητές οδηγίες του Σπύρου Κυπριανού προς τους Αιγυπτίους να μην αναλάβουν δράση και παρά την τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τον πρόεδρο της Αιγύπτου Ανουάρ Σαντάτ, στις 8:30 το βράδυ ένα στρατιωτικό τζιπ με τέσσερις Αιγύπτιους καταδρομείς φεύγει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και αρχίζει πυροβολισμούς κατά του αεροπλάνου.
Την ίδια στιγμή, οι υπόλοιποι Αιγύπτιοι στρατιώτες ακροβολίζονται και προχωρούν προς το αεροπλάνο πυροβολώντας. Το τζιπ ακινητοποιείται με μία χειροβομβίδα που ρίχθηκε από Κυπρίους στρατιώτες και σκοτώνονται και οι τέσσερις επιβαίνοντες. Στη συνέχεια, η Εθνοφρουρά καταστρέφει με ένα αντιαρματικό βλήμα το αιγυπτιακό αεροπλάνο.
Οι Αιγύπτιοι αιφνιδιάζονται και τελικά οι κυπριακές δυνάμεις κατορθώνουν να αποτρέψουν περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης και, το πιο σημαντικό, εμποδίζουν οποιαδήποτε παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων του κυπριακού κράτους. Λίγο μετά το τέλος της μάχης στο αεροδρόμιο, οι δύο Παλαιστίνιοι τρομοκράτες παραδόθησαν στις κυπριακές Αρχές και καταδικάστηκαν αργότερα σε πολυετή φυλάκιση.
Το αποτέλεσμα της μάχης ήταν 17 νεκροί και 16 τραυματίες από πλευράς Αιγυπτίων και 8 τραυματίες από κυπριακής πλευράς.
Πηγή: Φιλελεύθερος
Discussion about this post