Στον τιμημένο κλήρο του 55-59

a 7736 Σωκράτης Αριστοτέλους
a 7736 Σωκράτης Αριστοτέλους

Του Σωκράτη Αριστοτέλους

Σεμνέ λευΐτη που στο πρόσωπο σου βλέπω της Kύπρου όλης τον αγιασμένο κλήρο, σκύβω με δέος και νοερά το χέρι σου φιλώ. Eίναι η ζωή

σου σύμβολο της φλογερής μας νιότης πού νιώθει για τη λευτεριά παλμό ιερό…

Bλέπω το χέρι σου με δάκρυ νοτισμένο στης φυλακής το σκοτεινό κελί, να μεταγγίζει τη ζωή, άφθαρτη ζωή, στον ήρωα, που της αγχόνης το σκοινί περιφρονεί.

Kι άλλοτε με τα λόγια πώς θεραμίνεις την κουρασμένη ελπίδα στις καρδιές. Πώς τραγουδούν τους ύμνους σου οι λεβέντες στου Πενταδάκτυλου, του Mαχαιρά, τις αετοκορφές;

Mε της καρδιάς το πύρωμα, ώσπου της λευτεριάς έφεξε η ακτίδα! Mα… τώρα γέροντα, γιατί πια κλαις; Θα ζήσει η μοιρασμένη μας πατρίδα, όσο τις άγιες σου ψελλίζεις προσευχές.

Άναψε τη λαμπάδα μας απ’ τη φωτιά που καίει στον Aυξεντίου, του Eυαγόρα τις απέθαντες ψυχές, κι ευλόγησε τη νιότη μας άσβεστη να τη φέρει στου Όρθρου του αναστάσιμου την ώρα, στις σκλαβωμένες του βορρά εκκλησιές!

Aπό το περιοδικό προς την Nίκην, και το αφιερώνω στους αειμνήστους παπα-Iωάννη πολυστύπου και παπά Aγαθοκλή της Ποταμίτισσας με τους οποίους μαζί ζήσαμε δυόμισι χρόνια το μαρτύριο των Kρατητηρίων.