Ο έφηβος ήρωας Ευαγόρας Παλληκαρίδης

a 302 Σωκράτης Αριστοτέλους
a 7794 Σωκράτης Αριστοτέλους

Του Σωκράτη Αριστοτέλους

Στους εκλεκτούς εκλεκτός ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, μαθητής της Β’ Λυκείου, τρέχει από τους πρώτους στο κάλεσμα της πατρίδας, αφήνοντας πίσω γονείς, σχολείο, συμμαθητές και φίλους… 

Η ωραιότερη απεικόνιση του ήρωα-μαθητή είναι τούτη, που ζωντάνεψε στο αθάνατο ποίημά του ο Φώτης Βαρέλης:

“Χτυπά κουδούνι, μπαίνουνε στην τάξη του ο καθένας.
Μπαίνουν η πρώτη η άτακτη κι η τρίτη που διαβάζει
μπαίνει κι η πέμπτη αμίλητη, η τάξη του Ευαγόρα.
-Παρόντες όλοι; – Κύριε, ο Ευαγόρας λείπει.
-Παρόντες!! λέει ο δάσκαλος και με φωνή που τρέμει:
Σήκω, Ευαγόρα, να μας πεις ελληνική ιστορία.
Ο δίπλα, ο πίσω κι ο μπροστά, βουβοί και δακρυσμένοι,
αναρωτιούνται στην αρχή, ώσπου η σιωπή τους κάμνει
να πέσουν μ’ αναφιλητό ετούτοι κι όλη η τάξη.
-Παλληκαρίδη, άριστα! Ευαγόρα πάντα πρώτος!
Στους πρώτους πρώτος, άγγελε πατρίδας δοξασμένης,
συ μέχρι χθες της μάνας σου ελπίδα κι αποκούμπι
και του σκολειού μας σήμερα Δευτέρα Παρουσία…”

Πριν ενωθεί ο Ευαγόρας με τις ανταρτικές ομάδες της περιοχής, πέρασε από το Γυμνάσιο και άφησε στους συμμαθητές του υο ακόλουθο σημείωμα:

“Παλιοί συμμαθητές. Αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας. Κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα. Κάποιον που μπορεί να μην το ξαναδείτε παρά μόνο νεκρό. Μην κλάψετε στον τάφο του. Δεν κάνει να τον κλαίτε. Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε στον τάφο του. Του φτάνει αυτό μονάχα… Γεια σας παλιοί συμμαθητές. Τα τελευταία λόγια τα γράφω σήμερα για σας κι όποιος θελήσει για να βρει ένα χαμένο αδελφό, ένα παλιό του φίλο, ας πάρει μιαν ανηφοριά ας πάρει μονοπάτια να βρει τα σκαλοπάτια, που παν στην λευτεριά…”

Κάποια μέρα, μεταφέροντας ένα οπλοπολυβόλο, έπεσε σε ενέδρα των Άγγλων και συνελήφθη. Τον υποβάλανε σε κάθε είδους βασανιστήρια, αλλά ο Ευαγόρας έμεινε ακλόνητος. Στη δίκη ο Άγγλος δικαστής, μετά την ανάγνωση της κατηγορίας, τον ρώτησε αν έχει να πει τίποτα πριν του υποβάλει την κατηγορία και είπε με θάρρος στον Άγγλο δικαστή:

“Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα, το έκαμα ως Έλλην Κύπριος, που αγωνίζεται δια την ελευθερία του.”

Ο Παλληκαρίδης άκουσε ατάραχος τη θανατική του καταδίκη με απαγχονισμό. Αλλά ούτε η βαριά ατμόσφαιρα της φυλακής του λύγισε την ψυχή. Το γενναίο παλικάρι ζούσε με το όραμα της λευτεριάς. Στην οικογένειά του έδινε θάρρος ως την τελευταία στιγμή πριν ανέβει στην αγχόνη. Από τη μητέρα του ζήτησε να του φέρει το σταυρό του, ώστε με αυτόν να βαδίσει προς την αγχόνη.

Είκοσι λεπτά μετά τα μεσάνυχτα της 13ης Μαρτίου 1957, ο νόμος των Εγγλέζων ακολούθησε το δρόμο του. Η αγχόνη αποτελείωσε το έργο της, καθώς ο Ευαγόρας τραγουδούσε πατριωτικά θούρια. Η θυσία του πρότυπο ήθους και ηρωισμού για τη νέα γενιά.

Αιωνία σου η μνήμη αθάνατε έφηβε Ευαγόρα. Οι έφηβοι θα σε έχουν ίνδαλμά τους και οδηγό στη στράτα που πρέπει να οδηγεί στην καταξίωσή τους.