Επιμνημόσυνο λόγο θα εκφωνήσει ο Βουλευτής του ΔΗ.ΣΥ. Αμμοχώστου, κ. Ευγένιος Χαμπουλλάς.
Θα ακολουθήσει τρισάγιο στο Μνημείο Πεσόντων και Αγνοουμένων Σωτήρας.
Θα προηγηθεί Πορεία Μνήμης από Έφεδρους Καταδρομείς Σωτήρας, από την Αγία Θέκλα μέχρι το Μνημείο Πεσόντων και Αγνοουμένων.
Τραγούδια από τη Χορωδία του Δήμου Σωτήρας.
Αντί στεφάνων θα γίνονται εισφορές για την Επιτροπή Πεσόντων και Αγνοουμένων Σωτήρας.
Πεσόντες: Ευστάθιος Ευσταθίου, Καλλής Νικολέττη, Κυριάκος Ποταμού, Χριστοφής Αναστάση, Μιχαλάκης Θεοδούλου, Αντώνης Παντελή
Αγνοούμενοι: Αδάμος Αδάμου, Γεώργιος Αθανάση, Κώστας Λυσή, Παναγιώτης Πασχάλη
ΠΕΣΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΙ ΣΩΤΗΡΑΣ
ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΙ
Εγγλέζου Αδάμου Αδάμος του Κυριάκου και της Ευθυμίας – Αγνοούμενος:
Ο Αδάμος γεννήθηκε στις 6 Ιουλίου 1955 και ήταν το τρίτο από τα επτά παιδιά της οικογένειάς του. Το 1967 μετά την αποφοίτηση από το Δημοτικό, άρχισε να εργάζεται ως υδραυλικός. Το 1973 κατατάγηκε στην Εθνική Φρουρά και τοποθετείται με το βαθμό του δεκανέα στο 70ο Τάγμα Μηχανικού ως ναρκαλιευτής, με έδρα το ΒΜΗ στη Λευκωσία.
Την παραμονή της εισβολής το Τάγμα του παίρνει διαταγή στην περιοχή Τρικώμου. Στις 5 Αυγούστου το Τάγμα μετακινείται στην Λάπηθο. Την επόμενη μέρα οι Τούρκοι παραβιάζοντας την εκεχειρία αρχίζουν ανελέητο σφυροκόπημα των θέσεων της Εθνικής Φρουράς στην περιοχή του Καραβά και της Λαπήθου.
Οι άνδρες του λόχου του Αδάμου στην προσπάθεια τους να απαγκιστρωθούν από την περιοχή πέφτουν σε ενέδρα των Τούρκων.
Από τα 51 μέλη του λόχου οι 28 στρατιώτες αγνοούνται, ανάμεσα τους και ο δεκανέας Αδάμου Αδάμος.
Αθανάση Σ. Γεώργιος του Σταυρινού και της Εύας – Αγνοούμενος:
Γεννήθηκε στις 3 Ιουλίου 1951 και ήταν το τρίτο από τα τέσσερα παιδία της οικογένειάς του. Από πολύ νωρίς ξεχώριζε για τη λεβεντία και την παλικαριά του. Αποφοιτώντας το 1963 από το Δημοτικό ακολουθεί το επάγγελμα των γονιών στη γεωργία. Το 1969 ο λυγερόκορμος νέος κατατάγεται στην Εθνική Φρουρά.
Αποχαιρετώντας την μητέρα του το πρωί της 20ης Ιουλίου, πριν καταταγεί ως έφεδρος της λέει. «Μην στενοχωριέσαι μάνα. Θα πάμε θα τους δώσουμε ένα μπάτσο και θα στραφούμε πίσω…»
Κατατάγεται στο μετέπειτα θρυλικό 366 ΤΕ του Δημήτρη Αυλομάγειρου.
Η δεύτερη φάση της εισβολής τους βρίσκει στην περιοχή του Αγίου Παύλου και των Κεντρικών Φυλακών.
Τα παλικάρια της Εθνικής Φρουράς, μάχονται με λύσσα και δεν υποχωρούν ούτε σπιθαμή από τις θέσεις. Με λεβεντιά πρωτόγνωρη ανάμεσα τους και ο Γιωρκής, ο οποίος με το θάρρος και την αντρειοσύνη του προκαλεί κάθε στιγμή τον Χάροντα να αναμετρηθεί μαζί του στα μαρμαρένια αλώνια.
Ζει μια ηρωική έξαρση. Σχεδόν ακάλυπτος τραγουδώντας κρατά καθηλωμένους με το οπλοπολυβόλο του, τους Τούρκους. Όταν το σπίτι το οποίο ήταν οχυρωμένος μαζί με συμπολεμιστές του περικυκλώνεται και λαμβάνουν διαταγή να συμπτυχθούν, αρνείται να ακολουθήσει του συντρόφους του. Αναμένει μόνος τον εχθρό, όρθιος όπως άλλωστε ορίζουν οι επιταγές της ελληνικής ιστορίας.
Λυσή Κώστας του Χριστοφή και της Μαρίας – Αγνοούμενος:
Γεννήθηκε στην Σωτήρα στις 2 Απριλίου του 1954 και ήταν το τέταρτο παιδί από τα επτά της αγροτικής οικογένειας του. Αποφοιτώντας από το Δημοτικό της Σωτήρας το 1966, φοιτά στη συνέχεια στην Τεχνική Σχολή Αμμοχώστου και στη συνέχεια στην Ιδιωτική Σχολή CTL Academy, στον κλάδο της ραδιοηλεκτρολογίας, βοηθώντας παράλληλα τους γονείς του στα χωράφια.
Τον Ιούνιο του 1972 ο έφηβος Κώστας κατατάγεται στην εθνική Φρουρά για να υπηρετήσει την στρατιωτική του θητεία.
Μετά τη βασική εκπαίδευση τοποθετείται στο 399 ΤΟ στο Μπογάζι. Μετά την εκδήλωση της εισβολής το τάγμα του παίρνει διαταγή να μετακινηθεί στον Πενταδάχτυλο. Στο δεύτερο γύρο της εισβολής το 399 ΤΟ βρίσκεται παραταγμένο στην περιοχή του Βορείου Πόλου και της Μιας Μηλιάς.
Σύμφωνα με μαρτυρία το πρωί της 14ης Αυγούστου, ο Κώστας Λυσής ενώ βρισκόταν με άλλους συμπολεμιστές του, είδαν άρματα στα οποία διέκριναν ελληνικά σήματα. Ο Κώστας εθελοντικά προθυμοποιήθηκε να τα προσεγγίσει για να ζητήσει βοήθεια. Πλησιάζοντας ένα από αυτά, οι σύντροφοι του τον είδαν να έχει διάλογο με ένα στρατιώτη που εμφανίστηκε μέσα από το άρμα, άφησε το όπλο του καταγής, ανέβηκε στις ερπύστριες άνοιξε το πουκάμισο του και στην συνέχεια εμφανίστηκε ένας στρατιώτης με μαύρο μπερέ ο οποίος τον πυροβόλησε σχεδόν εξ επαφής με το παλικάρι να σωριάζεται στο έδαφος.
Πασχάλη Παναγιώτης του Ζουβάνη και της Χρυστάλλας – Αγνοούμενος:
Ο Παναγιώτης γεννήθηκε στη Σωτήρα στις 8 Δεκεμβρίου 1955 και ήταν το τρίτο από τα εφτά παιδία της πολυμελούς οικογένειας του. Μόλις αποφοίτησε από το Δημοτικό, όπως και οι περισσότεροι νέοι της εποχής του αναζήτησε δουλεία για προσφέρει στην πολύτεκνη οικογένεια του. Έμαθε και εξασκούσε με περισσή τέχνη το επάγγελμα του κουρέα. Το Γενάρη του 1973, έσπευσε να καταταγεί στην Εθνική Φρουρά, παρότι αντιμετώπιζε από την γέννησή του πρόβλημα στο πόδι που δεν του επέτρεπε να περπατά κανονικά. Τοποθετήθηκε μετά την εκπαίδευσή του στη 190 Μοίρα Αντιαρματικού Πυροβολικού, που στρατοπέδευε στην μονή Αχειροποιήτου στον Καραβά.
Το εφιαλτικό πρωινό της 20ης Ιουλίου 1974, η μοίρα παίρνει διαταγή να επανδρώσει τις θέσεις τις και να χτυπήσει τους πολυάριθμους εισβολείς. Μαζί με άλλους τέσσερις συναδέλφούς του ο Παναγιώτης, αρχίζει να βάζει με το πυροβόλο του κατά τον τούρκικων αποβατικών.
Οι άνδρες που επανδρώνουν το στοιχείο του πυροβόλου δέχονται τα πυκνά πυρά των Τούρκων. Από τους πέντε ο ένας καταφέρνει να διαφύγει, των άλλων τεσσάρων, ανάμεσα τους και ο Παναγιώτης, ο οποίος τραυματίστηκε στο χέρι. Τα ίχνη τους χάθηκαν στα περβόλια του Πέντε Μίλι.
ΠΕΣΟΝΤΕΣ
Παντελή Αντώνης του Αντρέα και της Αναστασίας – Νεκρός:
Ο Αντώνης γεννήθηκε την 1η Οκτωβρίου 1955. Ήταν το πρώτο από τα πέντε παιδιά της οικογένειάς του. Μετά την αποφοίτησή του το 1967 από το Δημοτικό, παρακολούθησε για τέσσερα χρόνια στο Κέντρο Ανωτέρων Σπουδών Αμμοχώστου (ΚΑΣΑ). Στα 16 του χρόνια επέλεξε να ακολουθήσει την τέχνη του πατέρα του μαθαίνοντας ραπτική. Τον Γενάρη του 1974 κλήθηκε να υπηρετήσει τη θητεία του στην εθνική Φρουρά. Με το βαθμό του δεκανέα τοποθετήθηκε στο 399 ΤΟ στο Μπογάζι, όπου τον βρήκε και το μαύρο πρωινό της 20ης Ιουλίου.
Στις 23 Ιουλίου το 399 από τον Πενταδάχτυλο που βρισκόταν στην πρώτη φάση της εισβολής, μετακινήθηκε στην περιοχή της Μιας Μηλιάς. Σε ένα από τα φυλάκια της περιοχής εκείνης συνάντησε για τελευταία φορά την μητέρα του Αναστασία στις 11 Αυγούστου.
Το πρωί της 14ης Αυγούστου το τάγμα του Αντώνη βρίσκεται ανάμεσα σε μια κόλαση πυρός. Στις 10 το πρωί αντικρίζουν απέναντι τους μια ομάδα στρατιωτών. Οι φαντάροι του 399 νομίζουν ότι είναι φίλιο τάγμα που υποχωρεί. Ο δεκανέας Παντελή σπεύδει να τους συναντήσει. Όταν τους πλησιάζει αυτοί τον λογχίζουν. Το παλικάρι γέρνει στο έδαφος.
Ευσταθίου Ευστάθιος του Πέτρου και της Δέσποινας – Νεκρός:
Γεννήθηκε στους Στύλλους στις 12 Δεκεμβρίου 1945 και ήταν το έκτο από τα εννέα παιδία της οικογένειάς του. Μόλις αποφοίτησε από το Δημοτικό άρχισε να ασχολείται με την κτηνοτροφία. Το 1973 παντρεύεται την Ελένη Μαρτή από τη Σωτήρα και ένα χρόνο αργότερα αποκτούν ένα κοριτσάκι. Λίγες μέρες αργότερα όμως η χαρά του νεαρού ζεύγους, χάνεται όταν ξεσπά ο πόλεμος. Τα αδέρφια παίρνουν το δρόμο της προσφυγιάς και από την πρώτη στιγμή ο Ευστάθιος βρίσκεται στο πλευρό τους.
Στις 16 Αυγούστου, ακούγοντας μια πληροφορία ότι οι Τούρκοι ακόμη δεν είχαν μπει στους Στύλλους, ο Ευστάθιος με τον αδερφό του Αντώνη, αποφασίζουν την επομένη να πάνε στο χωρίο τους. Συνοδευόμενοι από το συγχωριανό τους Μιχάλη Ζανέττο φθάνουν στο χωρίο της Μεσαορίας. Εκεί συλλαμβάνονται από τούρκικη περίπολο. Μεταφέρονται αρχικά σε στρατώνα ηλικίας στην Έγκωμη έξω από την Αμμόχωστο και στη συνέχεια στο Πραστείο.
Εκεί οι Τούρκοι κρατούν 13 άνδρες άμαχους τους οποίους φορτώνουν σε φορτηγό για να τους μεταφέρουν στην Αμμόχωστο. Στα μισά του δρόμου, καταμεσής του Μεσαρίτικου Κάμπου, το φορτηγό σταματά και τουρκοκύπριος δάσκαλος από το χωριό Αλόα και τούρκοι στρατιώτες εκτελούν εν ψυχρώ τους εννέα από τους 13 ομήρους, ανάμεσα του και ο Ευστάθιος. Οι άλλοι τέσσερις κατάφεραν να γλιτώσουν τρέχοντας στα χωράφια ή προσποιούμενοι τους νεκρούς.
Νικολέττη Κυριάκος (Καλλής) του Αντρέα και της Μαρίας – Νεκρός:
Γεννήθηκε στη Λύση το 1944. Από νωρίς αρχίζει να βοηθά τα αδέρφια του και τους γονείς του στις γεωργοκτηνοτροφικές τους εργασίες. Το 1955 η οικογένειά του προσφέρει πολλά στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της θρυλικής ΕΟΚΑ. Ο μικρός Καλλής εκτελεί καθήκοντα συνδέσμου μεταφέροντας πληροφορίες και διαταγές στους καταζητούμενους αντάρτες.
Μετά το τέλος του αγώνα εργάζεται σκληρά. Το 1964 κατατάγεται στη νεοσύστατη Εθνική Φρουρά. Το 1969 παντρεύεται την Ελένη Ηλία από τη Σωτήρα, με την οποία αποκτούν ένα αγόρι και ένα κορίτσι. Ο φιλόπονος και εργατικός νέος δουλεύει ακατάπαυστα για να μην λείψει τίποτα στην οικογένειά του. Τα όνειρα του ιδίου και της οικογένειάς του γκρεμίζονται το μαύρο πρωινό της 20ης Ιουλίου 1974. Μετά την εκδήλωση της εισβολής παρουσιάζεται στο 366 Τάγμα Επιστρατεύσεως στο Πραστείο Αμμοχώστου. Την 24η Ιουλίου μετακινούνται στην περιοχή του Αγίου Παύλου Λευκωσίας.
Μετά την έναρξη της Β φάσης της εισβολής το ηρωικό τάγμα αποτελούμενο κυρίως από εφέδρους από τα Κοκκινοχώρια και την Αμμόχωστο καλείται να υπερασπιστεί την άδεια πρωτεύουσα και να σώσει το γόητρο της Εθνικής Φρουράς. Μια φούχτα ηρωικοί έφεδροι μάχονται με τα λιανοτούφεκα τους απέναντι στους υπέρμετρους και βαριά εξοπλισμένους εισβολείς. Με σθένος πολεμούν για δυο μερόνυχτα κρατώντας τις θέσεις τους και αποκρούοντας του Τούρκους. Ανάμεσα του και ο Καλλής, τον οποίο βρίσκει ο χάροντας το πρωί ανήμερα της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, 15 Αυγούστου.
Ενταφιάζεται σε πρόχειρο κοιμητήριο, μαζί με άλλους ελληνοκύπριους στρατιώτες. Το καλοκαίρι του 2000 γίνεται εκταφή των οστών και επιβεβαιώνεται η ταυτότητα του με την μέθοδο του DNA. Στις 8 Οκτωβρίου του ιδίου έτους τάφηκε με τιμές που αξίζουν στο μέγεθος της θυσίας του στη Σωτήρα, γενέτειρα της γυναίκας του και τον παιδιών του.
Ποταμού Κυριάκος του Χριστοφή και της Θέκλας – Νεκρός:
Γεννήθηκε στην Σωτήρα στις 5 Ιουλίου 1942. Μόλις αποφοίτησε από το Δημοτικό Σχολείο, αρχίζει να εργάζεται στα χωράφια. Το 1964 νυμφεύεται με την Ελένη Αντώνη Μελέτη. Μετά την τουρκοανταρσία του 1963 και τη δημιουργία της Εθνικής Φρουράς, καλείται στο στρατό υπηρετεί για ένα χρόνο θητεία. Μετά την απόλυσή του ασχολείται με τη γεωργία ενώ παράλληλα εργάζεται και στα λεωφορεία. Το πρωί της 20ης Ιουλίου κατατάγεται ως έφεδρος και πολεμά στην Αμμόχωστο.
Στις 14 Αυγούστου και ενώ προηγουμένως ο Κυριάκος ένιωσε το θανάσιμο προαίσθημα, ξεσπά η δεύτερη φάση της εισβολής. Στην προσπάθειά του να μετακινήσει ένα ημιφορτηγό όχημα δέχεται το εχθρικό βόλι.
Κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του σε ένα πρόχειρο νοσοκομείο στη συνοικία της Ακρόπολης, ο Κυριάκος ξεψυχά στα χέρια του συμπολεμιστή του Δημήτρη Βαλιαντή.
Αναστάση Χριστοφής του Παναγιώτη και της Σταυρινής – Νεκρός:
Ο Χριστοφής γεννήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 1954 στη Σωτήρα και ήταν το τρίτο από τα έξι παιδιά της οικογένειάς του. Φοίτησε στο Δημοτικό σχολείο Σωτήρας από το 1960 μέχρι το 1966. Στην ηλικία των δώδεκα χρόνων άρχισε δουλειά στις οικοδομές.
Το Γενάρη του 1973 κατατάγηκε στο ΚΕΝ Καραόλου και μετά την εκπαίδευσή του τοποθετήθηκε στο 251 Τάγμα Πεζικού με έδρα την περιοχή της Γλυκιώτισσας στην Κερύνεια. Λίγες μέρες πριν απολυθεί ξημερώνει η αποφράδα 20η Ιουλίου. Οι τούρκικες ορδές βρίσκονται ακριβώς απέναντι από τις ακτές της Κερύνειας.
Σε λίγη ώρα επικρατεί κόλαση πυρός. Στη μονάδα δίνεται διαταγή να φύγει αμέσως στους χώρους διασποράς της για να αντιμετωπίσουν τους εισβολείς. Σε λίγο χρονικό διάστημα οι άνδρες του 251 Τ.Π. έφθασαν σε περιοχή μεταξύ των χωριών Κάρμι και Τριμίθι.
Γύρω στις 9 το πρωί, ο λόχος του Χριστοφή προωθήθηκε στην περιοχή Πικρό Νερό και επάνδρωσε αμυντικές θέσεις. Η δίψα ήταν βασανιστική. Ο Χριστοφής μαζί με ένα άλλο συστρατιώτη του απομακρύνονται σε μια προσπάθεια να βρουν νερό για τις ανάγκες του λόχου, μετά από οδηγία του λοχία τους. Ταυτόχρονα, ο λόχος δέχεται μεγάλη επίθεση από τους εισβολείς και αναγκάζεται να υποχωρήσει.
Έκτοτε, στιγμή κατά την οποία ο Χριστοφής ερευνούσε την περιοχή για νερό ενώ ο λόχος του υποχωρούσε υποχρεωτικά, δεν είχε δώσει σημεία ζωής και η τύχη του αγνοείτο. Τα λείψανα του Χριστοφή εντοπίστηκαν σε ομαδικό τάφο στην περιοχή Κερύνειας, στο πλαίσιο του προγράμματος εκταφών και αναγνώρισης λειψάνων της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων Κύπρου. Την Κυριακή 7 του Μάρτη του 2010, τελέστηκε η κηδεία του ήρωα και η γενέτειρα του Σωτήρα δέχθηκε στα σπλάχνα της τα λείψανα του άξιου τέκνου της
Θεοδούλου Μιχαλάκης του Ανδρέα και της Μερόπης – Νεκρός:
Ο Μιχαλάκης γεννήθηκε το 1956 και ήταν το έβδομο στη σειρά από τα δέκα παιδιά του Ανδρέα και της Μερόπης Θεοδούλου από την Αμμόχωστο. Μετά την αποφοίτηση από το δημοτικό ρίχτηκε στη βιοπάλη. Το Γενάρη του 1974 κατατάχθηκε στην Εθνική Φρουρά για να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία. Μετά τη βασική εκπαίδευση τοποθετήθηκε ως οδηγός στην 173 Μοίρα Αντιαρματικού Πυροβολικού, με έδρα τον Καράολο.
Στις 20 Ιουλίου, ημέρα της τουρκικής εισβολής η Β΄ Πυροβολαρχία της Μοίρας στην οποία υπηρετούσε ο Μιχαλάκης και η Γ΄ Πυροβολαρχία μετακινήθηκαν κατόπιν διαταγής στην περιοχή Μιάς Μηλιάς. Ο Μιχαλάκης Θεοδούλου μαζί με τους υπόλοιπους στρατιώτες της ομάδας του πήραν θέσεις μάχης ανάμεσα της Μιάς Μηλιάς καιτου τουρκοκυπριακού χωριού Χαμίτ Μάνδρες. Στις 14 Αυγούστου με την έναρξη της δεύτερης φάσης της τουρκικής εισβολής ισχυρές τουρκικές δυνάμεις υποστηριζόμενες από μεγάλο αριθμό αρμάτων μάχης, αλλά και την πολεμική αεροπορία εξαπολύουν μεγάλη και συντονισμένη επίθεση εναντίον των θέσεων της Εθνικής Φρουράς στην περιοχή Μιάς Μηλιάς. Οι μάχες που ακολούθησαν ήταν σφοδρές και άνισες.
Ο Μιχαλάκης μαζί με τους συναδέλφους του μάχονται ηρωικά. Λόγω της αριθμητικής υπεροχής και της υπεροπλίας του εισβολέα διατάσσεται η οπισθοχώρηση και ανασυγκρότηση της μονάδας. Ο Μιχαλάκης Θεοδούλου μαζί με άλλους στρατιώτες αφού ανέβασαν δύο τραυματισμένους συναδέλφους τους σ΄ ένα φορτηγό, ανεβαίνουν κι΄ αυτοί και κατευθύνονται προς την Αμμόχωστο. Κοντά στη διασταύρωση προς το Παλαίκυθρο το στρατιωτικό φορτηγό ακινητοποιείται από μηχανική βλάβη, έτσι ο Μιχαλάκης και οι υπόλοιποι στρατιώτες το εγκαταλείπουν. Εκείνη τη στιγμή περνάει ένα λαντ ρόβερ της Εθνικής Φρουράς το οποίο παρέλαβε τους δύο τραυματίες και ένα ακόμη στρατιώτη λόγω χώρου.
Ο Μιχαλάκης Θεοδούλου και οι υπόλοιποι παραμένουν στην περιοχή του Παλαικύθρου η οποία εντός ολίγου περιέρχεται υπό τον έλεγχο των τουρκικών στρατευμάτων. Έκτοτε χάθηκαν τα ίχνη του και η τύχη του αγνοείτο μέχρι σήμερα.
Όλα αυτά τα χρόνια οι γονείς και οι συγγενείς του άδικα τον περίμεναν να επιστρέψει. Στο μεταξύ σκοτώνεται ο πατέρας του σε αυτοκινητικό δυστύχημα το 1986 και η μητέρα του πεθαίνει το 2001. Και οι δυό φεύγουν από τη ζωή με τον καημό του αγνοούμενου Μιχαλάκη. Δύο από τα αδέλφια του πεθαίνουν επίσης, ο Γιώργος το 1972 και ο Αρτέμης το 1997. Το 2007 τα λείψανα του εντοπίστηκαν σε ομαδικό τάφο στην περιοχή του τουρκοκυπριακού χωριού Αγιά και αναγνωρίστηκαν με τη μέθοδο του DNA μέσα στα πλαίσια του προγράμματος εκταφών και αναγνώρισης της Διερευνητικής Επιτροπής, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών.
SotiraNews