Οι επιστήμονες εντόπισαν στην Ολλανδία μία νέα -άκρως παθογόνα- παραλλαγή του ιού HIV, η οποία φαίνεται πως κυκλοφορούσε στη χώρα ήδη από τη δεκαετία του 1990, αλλά δεν είχε γίνει αντιληπτή έως τώρα. Μέχρι στιγμής, πέρα από την Ολλανδία, έχουν βρεθεί ακόμη δύο άτομα, ένα στο Βέλγιο και ένα στην Ελβετία, με τη νέα παραλλαγή VB, χωρίς πάντως να αποκλείεται ότι υπάρχουν και άλλοι στην Ευρώπη, οι οποίοι μέχρι στιγμής δεν έχουν εντοπιστεί, κάτι που απαιτεί νέες γενετικές αναλύσεις με βάση το γονιδίωμα του στελέχους VB που οι ερευνητές έκαναν ελεύθερα διαθέσιμο ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο.
Ευτυχώς, παρ’ όλο που η νέα παραλλαγή είναι πιο μεταδοτική μεταξύ των ανθρώπων και επιταχύνει την πιθανότητα πρόκλησης AIDS, τα υπάρχοντα φάρμακα είναι ακόμη αποτελεσματικά εναντίον της, σταματώντας τόσο την επιδείνωση προς το AIDS όσο και τη μετάδοση του ιού, ενώ επίσης το νέο στέλεχος μπορεί να ανιχνευθεί με τα σημερινά τεστ. Πάντως, η εν λόγω ανακάλυψη, εν μέσω της πανδημίας Covid-19, αποτελεί μία υπενθύμιση -και μία προειδοποίηση- ότι ένας γρήγορα εξελισσόμενος ιός δεν γίνεται πάντα λιγότερο επικίνδυνος όσο περνάει ο χρόνος.
Η μοριακή επιδημιολόγος Έμα Χόντκροφτ του ελβετικού Πανεπιστημίου της Βέρνης επεσήμανε ότι οι αναφορές, τελευταία, πως η παραλλαγή Όμικρον του κορωνοϊού SARS-CoV-2 προκαλεί πιο ήπια νόσο Covid-19 έχουν τροφοδοτήσει ένα αφήγημα ότι ο ιός γίνεται οπωσδήποτε λιγότερο φονικός. Όπως είπε, «δεν δουλεύουν έτσι τα πράγματα. Μολονότι ο HIV και ο SARS-CoV-2 είναι διαφορετικοί με πολλούς τρόπους, δεν είναι δεδομένο ότι ο κορωνοϊός θα γίνει ηπιότερος».
Οι ερευνητές του προγράμματος BEEHIVE για την κατανόηση της Βιολογίας και της Επιδημιολογίας του HIV, με επικεφαλής τον δρα Κρις Γουίμαντ του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο επιστημονικό περιοδικό «Science», ανέλυσαν δείγματα αίματος από 6.700 άτομα με HIV, εκ των οποίων 109 βρέθηκαν να έχουν τη νέα παραλλαγή. Όσοι είχαν μολυνθεί από την άγνωστη έως τώρα VB, είχαν 3,5 έως 5,5 φορές υψηλότερα επίπεδα του ιού στον οργανισμό τους (μεγαλύτερο ιικό φορτίο). Είχαν, επίσης, χαμηλότερα επίπεδα αντισωμάτων (μείωση των ανοσοκυττάρων CD4 T με διπλάσια ταχύτητα) κατά του HIV και αυξημένη πιθανότητα να μεταδώσουν τον ιό σε άλλους ανθρώπους.
Περίπου 38 εκατομμύρια άνθρωποι -παγκοσμίως- έχουν μολυνθεί από τον HIV και 33 εκατομμύρια έχουν πεθάνει, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ενώ οι νέες μολύνσεις εμφανίζουν πτωτική τάση κατά την τελευταία δεκαετία χάρη στην εκτεταμένη χρήση φαρμάκων που καταστέλλουν τον ιό. Οι άνθρωποι με την παραλλαγή VB εκτιμήθηκε ότι είναι ευάλωτοι να εμφανίσουν AIDS μέσα σε δύο έως τρία χρόνια από τη μόλυνσή τους, πιο γρήγορα από ό,τι συνήθως (έξι έως δέκα χρόνια), εφόσον ο ασθενής δεν λάβει, στο μεταξύ, τη δέουσα αντιρετροϊκή φαρμακευτική αγωγή.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι το νέο στέλεχος του HIV δικαιολογεί μία αυξημένη επαγρύπνηση, αλλά δεν συνιστά σοβαρή απειλή για τη δημόσια υγεία, αφού ανταποκρίνεται στις διαθέσιμες θεραπείες, ούτε φαίνεται να εξασθενεί την αποτελεσματικότητα των φαρμάκων που λαμβάνονται πριν τη λοίμωξη για λόγους προφύλαξης. «Όλα τα εργαλεία στο οπλοστάσιό μας συνεχίζουν να δουλεύουν», δήλωσε ο εξελικτικός βιολόγος-επιδημιολόγος Τζόελ Βερτχάιμ του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Σαν Ντιέγκο.
Ο HIV είναι ένας από τους πιο γρήγορα μεταλλασσόμενους ιούς που έχουν ποτέ βρεθεί. Διαφέρει από άτομο σε άτομο, μερικές φορές ακόμη και στον ίδιο άνθρωπο με το πέρασμα του χρόνου. Η ανακάλυψη στην Ολλανδία δείχνει πώς αρκετές μεταλλάξεις σε ένα μοναδικό στέλεχος HIV μπορούν να του προσδώσουν ιδιαίτερα αυξημένη παθογονικότητα και μεταδοτικότητα.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τους επιστήμονες, η ανακάλυψη δείχνει ότι είναι πιο σημαντικό από ποτέ οι άνθρωποι υψηλού κινδύνου να κάνουν τακτικά τεστ για HIV και οι φορείς του ιού να ξεκινούν άμεσα τη θεραπεία τους. Oi άνθρωποι με HIV -άσχετα με την παραλλαγή που έχουν μολυνθεί (της VB συμπεριλαμβανομένης)- μπορούν, πλέον, χάρη στα φάρμακα, να έχουν ένα σχεδόν φυσιολογικό προσδόκιμο ζωής. Αν ακολουθούν τακτικά τις δόσεις της θεραπείας τους, ο HIV γίνεται μη ανιχνεύσιμος στο σώμα τους, χωρίς όμως να «ξεριζώνεται».
Πηγή: ΑΠΕ- ΜΠΕ