Αυξημένες πάνω από 800% οι τιμές του αερίου από την αρχή του έτους, με την πρωτοφανή άνοδο να αποδίδεται στην εκτόξευση της ζήτησης για ενέργεια μετά το άνοιγμα της οικονομίας από την πανδημία και στο σκληρό ρωσικό γεωπολιτικό πόκερ
Ακόμα πιο ακριβά θα κληθούν να πληρώσουν οι καταναλωτές το ηλεκτρικό ρεύμα αλλά και όσοι κάνουν χρήση φυσικού αερίου θα χρειαστεί να βάλουν πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη μετά τη νέα «έκρηξη» των τιμών της ενέργειας.
Οι τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη σκαρφάλωσαν ξανά σε ιστορικά υψηλά, ξεπερνώντας ακόμη και το όριο των 179 ευρώ ανά μεγαβατώρα, σύμφωνα με τις τιμές αναφοράς στην Ολλανδία (Dutch TTF Gas Futures).
Πρόκειται για αύξηση που ξεπερνά το 800% από τις αρχές του έτους, με την πρωτοφανή άνοδο να αποδίδεται στην εκτόξευση της ζήτησης για ενέργεια μετά το άνοιγμα της οικονομίας από την πανδημία και στο σκληρό γεωπολιτικό πόκερ που παίζει η Ρωσία, η οποία αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους προμηθευτές ενέργειας της Γηραιάς Ηπείρου.
Μόνο την Τρίτη οι τιμές αυξήθηκαν πάνω από 20% εξαιτίας και του νέου ψυχρού μετώπου του χειμώνα που πλήττει την Ευρώπη αλλά και της αλλαγής στη ροή του αγωγού Γιαμάλ – Ευρώπης που τροφοδοτεί με φυσικό αέριο τη Γερμανία.
Φωνές στη Δύση κατηγορούν τη Ρωσία ότι με τις κινήσεις αυτές αφήνει την Ευρώπη χωρίς επαρκείς ποσότητες φυσικού αερίου λόγω των πολιτικών εντάσεων με την Ουκρανία, ενώ κάνουν λόγο και για πιέσεις ώστε να δοθεί πιο γρήγορα η πιστοποίηση για τη λειτουργία του αγωγού Nord Stream 2 που παραμένει ανενεργός για εμπορικούς λόγους επειδή η νέα κυβέρνηση στο Βερολίνο δεν δίνει το «πράσινο φως».
Η Μόσχα πάντως αρνείται ότι υπάρχει οποιαδήποτε σύνδεση. «Δεν υπάρχει απολύτως καμία σύνδεση, πρόκειται για αμιγώς εμπορικό λόγο» ανέφερε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ.
Η Ρωσία λέει ότι η ροή μεταβλήθηκε για να εκπληρωθούν συμβόλαια προμήθειας με φυσικό αέριο της Πολωνίας. Σε κάθε περίπτωση, η Gazprom θεωρείται ότι διατηρεί τις ποσότητες φυσικού αερίου στις υπόγειες αποθήκες της στη Γερμανία και την Αυστρία σε επίπεδα σημαντικά χαμηλότερα από αυτά που καταγράφονταν τα προηγούμενα χρόνια, παρά τις δημόσιες δηλώσεις του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν ότι η εταιρεία θα αυξήσει τις προμήθειες.
Αναλυτές ανέφεραν στους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» ότι η πτώση της προσφοράς στη γραμμή Γιαμάλ μπορεί να εξηγηθεί από τις ασυνήθιστα χαμηλές θερμοκρασίες, οι οποίες έχουν φτάσει τους μείον 25 βαθμούς Κελσίου στη Δυτική Ρωσία και κοντά στους μείον 50 βαθμούς Κελσίου στην Ανατολική Σιβηρία. Οπως λένε, το ψύχος μπορεί να περιορίζει την εξαγωγική ικανότητα της Gazprom σε κάποιο βαθμό ή η Μόσχα να θέλει να διατηρήσει ψηλά τα αποθέματα μέσα στη χώρα.
Ο αντίκτυπος
Σε κάθε περίπτωση, το ράλι των τιμών φυσικού αερίου έχει άμεση επίπτωση στο κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος, αφού για την παραγωγή του χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον το συγκεκριμένο καύσιμο.
Για να γίνει ακόμη πιο κατανοητό, στο ενεργειακό μείγμα (φυσικό αέριο, υδροηλεκτρικά, ΑΠΕ και εισαγωγές) που χρησιμοποιείται σήμερα προκειμένου να παραχθεί ρεύμα, κυρίαρχο καύσιμο με 52,68% είναι το πανάκριβο φυσικό αέριο.
Οι φθηνές ΑΠΕ, εξαιτίας της άπνοιας και της συννεφιάς, αντιστοιχούν μόλις στο 11,02% του μείγματος, ενώ τα επίσης φθηνά υδροηλεκτρικά καλύπτουν το 15,27% του μείγματος, με αποτέλεσμα η μέση τιμή χονδρεμπορικής ρεύματος που προκύπτει να είναι υψηλή.
Ετσι, οι τιμές χονδρεμπορικής ηλεκτρικής ενέργειας τρέχουν με τη σειρά τους… με σπασμένα φρένα, φθάνοντας σε ιστορικά και πρωτοφανή επίπεδα. Την Τρίτη, μάλιστα, η μέση χονδρεμπορική τιμή ρεύματος όχι απλά έσπασε το φράγμα των 400 ευρώ, αλλά κλείδωσε στα 415,94 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Από την αρχή της χρονιάς η αύξηση ξεπερνά το 690%. Η νέα υψηλή τιμή στη χονδρεμπορική αγορά έχει ως αποτέλεσμα οι προμηθευτές ρεύματος να αγοράζουν σήμερα τις ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας που χρειάζονται για τους πελάτες τους ακριβότερα κατά 690% από την αρχή της χρονιάς και κατά 21,5% σε σχέση με τη χθεσινή μέρα.
Η ανώτατη τιμή μάλιστα των συναλλαγών βρίσκεται για σήμερα σε αστρονομικά επίπεδα, στα 542,5 ευρώ/MWh, με τη χαμηλότερη να είναι στα 296,55 ευρώ/MWh. Οι δραματικές εξελίξεις δείχνουν τη συνέχεια του ράλι των ανατιμήσεων στους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου με τεράστιες επιβαρύνσεις σε νοικοκυριά κι επιχειρήσεις.