Η γνώση αποτελεί δύναμη. Αυτό το αξίωμα ισχύει και στην περίπτωση του Γενικού Συστήματος Υγείας για τους δικαιούχους. Ο καθένας από εμάς οφείλει να γνωρίζει τόσο τις υποχρεώσεις όσο και τα δικαιώματα που του παρέχει το Σύστημα, ούτως ώστε να μπορεί να το χρησιμοποιεί σωστά σε κάθε περίπτωση.
Μία από τις σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις που έφερε η εφαρμογή του ΓεΣΥ, ήταν η σύσταση του Καταλόγου Φαρμακευτικών Προϊόντων ο οποίος επέτρεψε σε γιατρούς και δικαιούχους την πρόσβαση σε μία διευρυμένη λίστα σκευασμάτων, που αποζημιώνονται από το Σύστημα, με τον δικαιούχο να έχει -στις περισσότερες περιπτώσεις- μόνο την υποχρέωση της συμπληρωμής.
Από την αρχή της σύστασης του φαρμακευτικού καταλόγου, το Σύστημα συμπεριέλαβε μαζί με τα πρωτότυπα φάρμακα και τα αντίστοιχα γενόσημα ή ανταλλάξιμα, ώστε κάθε κατηγορία φαρμάκου να διαθέτει έστω και ένα σκεύασμα μόνο με τη καταβολή συμπληρωμής. Απώτερος σκοπός ήταν να δοθεί η δυνατότητα επιλογής στους δικαιούχους για να αποφύγουν, εάν το επιθυμούν, την επιπλέον οικονομική συνεισφορά.
Παρόλα αυτά, κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του Συστήματος, παρατηρήθηκε πως σε αρκετές περιπτώσεις οι δικαιούχοι αγνοούσαν αυτό τους το δικαίωμα. Με αποτέλεσμα, όταν έφθαναν στο ταμείο του φαρμακείου, να καλούνταν να πληρώσουν επιπλέον ποσό, πέραν της συμπληρωμής, για σκευάσματα τα οποία διέθεταν φθηνότερα ανταλλάξιμα στον κατάλογο του ΓεΣΥ.
Ακόμη και σήμερα μία από τις συχνότερες ερωτήσεις που δέχεται το Σύστημα, αφορά στις αλλαγές των τιμολογήσεων, με τους δικαιούχους να δηλώνουν άγνοια καθώς εναποθέτουν την ενημέρωσή τους στη διακριτική ευχέρεια του εκάστοτε γιατρού ή φαρμακοποιού που συμβουλεύονται.
Οι αλλαγές στις τιμές των φαρμάκων
Οι αλλαγές στις τιμές των φαρμάκων συνήθως γίνονται μία φορά το χρόνο από το Υπουργείο Υγείας, αυξάνοντας ή μειώνοντας την τιμή. Σε κάθε περίπτωση ενημερώνεται το Σύστημα, με τους γιατρούς και τους φαρμακοποιούς να έχουν πρόσβαση σε αυτές τις πληροφορίες για να μπορούν να λειτουργούν προς όφελος των δικαιούχων. Αλλαγές στην τιμολόγηση κάποιων φαρμάκων μπορεί να προκύψουν και κατά τη διάρκεια του χρόνου, με το Σύστημα και πάλι να ενημερώνεται εγκαίρως.
Ο γιατρός ή ο φαρμακοποιός είναι υποχρεωμένος να ενημερώσει τον δικαιούχο για τις αλλαγές στην τιμολόγηση όπως επίσης και να προτείνει το φθηνότερο φάρμακο της κατηγορίας για να αποφευχθεί η Συνεισφορά ΙΙ.
Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ «Συμπληρωμής» και «Συνεισφοράς ΙΙ»
Παρότι έχουν περάσει 21 μήνες από την εφαρμογή του Συστήματος, είναι αναγκαίο να γίνει πλήρως κατανοητή η διαφορά μεταξύ Συμπληρωμής και Συνεισφοράς ΙΙ, την οποία καλείται να καταβάλει ο δικαιούχος για την αγορά των φαρμάκων του, ανάλογα με την περίπτωση.
Το ΓεΣΥ αποζημιώνει πλήρως το φθηνότερο διαθέσιμο φάρμακο που υπάρχει στον κατάλογο, με τον δικαιούχο να πληρώνει 1 ευρώ για κάθε φάρμακο που αναγράφεται στη συνταγή. Στην περίπτωση που συνταγογραφηθούν δύο κουτιά από το ίδιο φάρμακο λόγω αυξημένης δοσολογίας και πάλι ο δικαιούχος θα πληρώσει 1 ευρώ. Το ποσό αυτό έχει στόχο να μειώσει την αδικαιολόγητη σπατάλη. Ακριβώς για αυτόν τον λόγο, το ποσό αυτό είναι χαμηλό, ενώ υπάρχει επίσης και η ετήσια οροφή συμπληρωμής (Η οροφή συνυπολογίζει τη συμπληρωμή που καταβάλει ο δικαιούχος κατά τη λήψη όλων των υπηρεσιών από το ΓεΣΥ) και η οποία καθορίζεται για τον γενικό πληθυσμό στα €150 ενώ για τους χαμηλοσυνταξιούχους, τους λήπτες βοηθήματος ΕΕΕ και για τα παιδιά μέχρι 21 ετών στα €75.
Η Συνεισφορά ΙΙ από την άλλη, λειτουργεί διαφορετικά, καθώς απαιτείται στις περιπτώσεις που ο γιατρός συνταγογραφήσει άλλο φαρμακευτικό προϊόν, ακριβότερο από το φθηνότερο της κατηγορίας του. Σε μία τέτοια περίπτωση ο δικαιούχος καλείται να πληρώσει τη διαφορά κόστους μεταξύ του φθηνότερου φαρμάκου, από μια κατηγορία φαρμάκων, το οποίο καλύπτει πλήρως το ΓεΣΥ και του φαρμάκου που έχει συνταγογραφηθεί.
Ζήτα να μάθεις τις εναλλακτικές επιλογές σου
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που εντοπίζονται στην ομαλή λειτουργία του Συστήματος, αφορά στην άγνοια μερίδας δικαιούχων -ως προς τις επιλογές τους- σε σχέση με την ποικιλία φαρμάκων που έχουν στη διάθεσή τους. Ο δικαιούχος, πάντα σε συνεννόηση με τον γιατρό του, πρέπει να έχει ρόλο στην επιλογή της φαρμακευτικής αγωγής που θα λάβει. Όχι βεβαίως στο ποια αγωγή είναι η καλύτερη γι’ αυτόν, αλλά για το σκεύασμα που τελικά θα παραλάβει από το φαρμακείο.
Ο Κατάλογος Φαρμακευτικών Προϊόντων του ΓεΣΥ είναι διευρυμένος και καλύπτει ένα ευρύ φάσμα προϊόντων από πρωτότυπα μέχρι γενόσημα/ανταλλάξιμα φάρμακα. Όλα τα φάρμακα που περιλαμβάνονται στον Κατάλογο Φαρμακευτικών Προϊόντων του ΓεΣΥ είναι εγκεκριμένα και έχουν ελεγχθεί τόσο για την ασφάλεια όσο και για την αποτελεσματικότητά τους. Ο εκάστοτε Προσωπικός ή Ειδικός Ιατρός ή φαρμακοποιός, οφείλει να ενημερώνει τον δικαιούχο για τις επιλογές του, κυρίως γι’ αυτές που απαιτούν την καταβολή επιπλέον χρηματικού ποσού από τον δικαιούχο.
Σε περιπτώσεις που αυτό δεν συμβεί, δηλαδή εάν δεν υπάρξει ενημέρωση από τον ιατρό, ο δικαιούχος μπορεί να ζητήσει από τον φαρμακοποιό του να τον ενημερώσει για τις αλλαγές στην τιμολόγηση και παράλληλα να του παραθέσει τις επιλογές του σε ανταλλάξιμα φάρμακα. Ο δικαιούχος έχει το δικαίωμα να ζητήσει το φθηνότερο φάρμακο από τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό του, χωρίς να αμφιβάλλει για την ποιότητα και την αποτελεσματικότητά του.
Είναι σημαντικό δε, να αναφέρουμε πως το ίδιο ισχύει και σε περιπτώσεις ασθενών με χρόνιες παθήσεις που λαμβάνουν συγκεκριμένα φάρμακα. Εάν κατά τη διάρκεια του χρόνου ο δικαιούχος διαπιστώσει ότι έχει αλλάξει η τιμή του φαρμάκου που λαμβάνει, είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω τότε οφείλει να ενημερωθεί για τη διαφορά στην τιμή και παράλληλα να λάβει γνώση για τις εναλλακτικές επιλογές που έχει στην ίδια κατηγορία φαρμάκου. Την ενημέρωση αυτή μπορεί να την λάβει ρωτώντας τον φαρμακοποιό ή τον ιατρό του είτε να απευθυνθεί στο Κέντρο Εξυπηρέτησης του ΓεΣΥ καλώντας στο 17000.
Ο φαρμακοποιός δικαιούται να αλλάξει το αρχικό σκεύασμα
Αρκετοί δικαιούχοι θεωρούν πως ο φαρμακοποιός δεν έχει δικαίωμα να αντικαταστήσει το σκεύασμα που συνταγογραφεί ο γιατρός, οπότε αποφεύγουν να το ζητήσουν όταν προκύπτει Συνεισφορά ΙΙ, (επιπλέον της συμπληρωμής). Είναι σημαντικό να αναφερθεί πως για κάθε κατηγορία φαρμάκων που περιλαμβάνεται στον φαρμακευτικό κατάλογο του ΓεΣΥ, υπάρχει τουλάχιστον ένα σκεύασμα, για το οποίο δεν χρειάζεται η καταβολή Συνεισφοράς ΙΙ και μπορεί να ληφθεί καταβάλλοντας 1 ευρώ. O φαρμακοποιός μπορεί να αντικαταστήσει το σκεύασμα της συνταγής με ένα φθηνότερο, αρκεί το νέο σκεύασμα να έχει ακριβώς την ίδια δραστική ουσία με το αρχικό φάρμακο. Στην περίπτωση που το φθηνότερο προϊόν περιέχει άλλη ουσία, τότε ο ασθενής μπορεί να επικοινωνήσει με τον ιατρό του, ώστε να διερευνηθεί η δυνατότητα έκδοσης συνταγής με το φθηνότερο προϊόν.
Τι ισχύει με τα γενόσημα
Ένας μύθος που, δυστυχώς, έχει επικρατήσει ευρέως, αφορά στην ποιότητα και την αποτελεσματικότητα των γενόσημων, με μία μεγάλη μερίδα δικαιούχων να τα αποφεύγουν υπό το φόβο της «μη αποτελεσματικής τους δράσης».
Πρόκειται για έναν εντελώς αβάσιμο ισχυρισμό καθώς τα γενόσημα φάρμακα είναι ουσιωδώς όμοια με τα πρωτότυπα και διατίθενται αφού το πρωτότυπο φάρμακο έχει χάσει την πατέντα αποκλειστικής παραγωγής και διάθεσής του στην αγορά. Υπόκεινται στους ίδιους αυστηρούς ελέγχους παραγωγής και εισαγωγής όπως τα πρωτότυπα προϊόντα, είναι το ίδιο ασφαλή και αποτελεσματικά και παρακολουθούνται διαρκώς, όπως ακριβώς και τα πρωτότυπα φάρμακα, όσον αφορά στην εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών.
Τα γενόσημα φάρμακα, λοιπόν, θεωρούνται ως θεραπευτικά ισοδύναμα και ανταλλάξιμα με το πρωτότυπό τους. Επιπλέον, ο κατάλογος του ΓεΣΥ περιλαμβάνει μόνο φάρμακα με άδεια κυκλοφορίας των οποίων η ποιότητα, η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητά έχει τεκμηριωθεί.
Ο λόγος που σε κάποιες περιπτώσεις προτείνονται ή προτιμώνται τα γενόσημα φάρμακα αφορά αποκλειστικά και μόνο στην εξοικονόμηση πόρων. Οι εξοικονομήσεις που επιτυγχάνει το ΓεΣΥ με αυτό τον τρόπο, χρησιμοποιούνται για την αποζημίωση νέων φαρμάκων που έχουν ολοένα αυξανόμενο κόστος, λόγω των νέων τεχνολογιών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τους, καθώς και για την κάλυψη των αυξανόμενων απαιτήσεων, λόγω της γήρανσης του πληθυσμού.