«Μας βάλανε σε αίθουσα του σχολείου στη Βώνη, μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια. Εκεί έμπαιναν όποτε ήθελαν, διάλεγαν και μας πήγαιναν για να ικανοποιήσουν τις σεξουαλικές τους επιθυμίες. Δεν έβγαινα να πάρω συσσίτιο. Φορούσα συνέχεια τα ρούχα της γιαγιάς για να φαίνομαι γριά αλλά έβλεπαν το πρόσωπο. Έβγαινα έξω μόνο όταν πήγαινα τουαλέτα. Ήμουν συνέχεια τυλιγμένη με ένα πάπλωμα και καθόντουσαν όλα τα πιτσιρίκια από πάνω μου για να μην με τραβάνε συνέχεια και να με βιάζουν οι Τούρκοι. Αυτό κράτησε τρεις μήνες, πριν έρθει ο Ερυθρός Σταυρός».
Όπως αναφέρει το DW, πρόκειται για μία από τις λιγοστές μαρτυρίες γυναικών θυμάτων βιασμού κατά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, που δημοσιεύτηκαν από κυπριακά Μέσα Ενημέρωσης (Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων, 2016) σπάζοντας τη σιωπή που επικρατούσε για χρόνια γύρω από το θέμα.
Το έγκλημα που περιγράφεται συνέβη στο κατεχόμενο χωριό Βώνη στην επαρχία Λευκωσίας, το οποίο είχε χρησιμοποιηθεί από τον τουρκικό στρατό ως στρατόπεδο κράτησης γυναικόπαιδων. Τέτοιου τύπου στρατόπεδα είχαν δημιουργηθεί επίσης στα χωριά της επαρχίας Αμμοχώστου Βιτσάδα, Μαραθόβουνο και Γύψου και εκεί, σύμφωνα με μαρτυρίες, διαπράχθηκαν συστηματικοί βιασμοί από τον τουρκικό στρατό. Οι γυναίκες απελευθερώνονταν κατά διαστήματα μετά τη συμφωνία για κατάπαυση του πυρός της 16ης Αυγούστου του 1974.
Η απελευθέρωσή τους διήρκεσε μέχρι και τα μέσα Οκτωβρίου εκείνου του έτους. Φτάνοντας στις ελεύθερες περιοχές, όπως όλοι οι εγκλωβισμένοι εκείνης της περιόδου, οι γυναίκες καλούνταν να δώσουν καταθέσεις είτε σε κρατικούς λειτουργούς είτε στον Ερυθρό Σταυρό για τις εμπειρίες τους.
Πολλές από εκείνες τις καταθέσεις εγκλωβισμένων επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν χρόνια μετά για τον εντοπισμό αγνοουμένων Ελληνοκυπρίων, που θανατώθηκαν κατά την προέλαση του τουρκικού στρατού.
Για τις γυναίκες του πολέμου, εκείνες που έπεσαν θύματα βιασμού, η ομολογία του τραύματος κάθε άλλο παρά εύκολη ήταν, αφού θα σήμαινε εξοστρακισμό τους από το κοινωνικό περιβάλλον της αγροτικής τότε Κύπρου και επιπλέον αποκλεισμό τους από τη δυνατότητα να παντρευτούν.
Ως εκ τούτου, πολλές ήταν αυτές που ούτε καν στις καταθέσεις τους στον Ερυθρό Σταύρο δεν παραδέχτηκαν τα δεινά τους. Παρά ταύτα πολλές ομολόγησαν και μαζί με τις εξ ακοής μαρτυρίες, οι γυναίκες θύματα του πολέμου υπολογίζονται σήμερα σε τριψήφιους αριθμούς.
Θυματοποίηση ξανά
Ο Γολγοθάς πολλών γυναικών θυμάτων του πολέμου, δεν σταμάτησε ούτε στην ασφάλεια των περιοχών, που μετά την λήξη των εχθροπραξιών ήλεγχε η Κυπριακή Δημοκρατία. Εντός της ελληνοκυπριακής κοινότητας οι γυναίκες αυτές αντιμετωπίστηκαν σε πολλές περιπτώσεις ως ατιμασμένες. Ενδεικτικές του κοινωνικού στίγματος που τις συνόδευε μετά τον τερματισμό του πολέμου είναι μαρτυρίες που συγκέντρωσε η τέως βουλεύτρια του ΑΚΕΛ Σκεύη Κουκουμά, η οποία ήταν η πρώτη πολιτικός που ήγειρε το 2015 εντός του κοινοβουλίου το ζήτημα της υποχρέωσης του κράτους, για πολιτική μέριμνα και στήριξη αυτών των γυναικών.
Μιλώντας στην DW, η κ. Κουκουμά αναφέρεται στις περιπτώσεις γυναικών που εγκαταλείφθηκαν από τους συζύγους τους αλλά και από τις ίδιες τις οικογένειες τους, αμέσως μετά την διαπίστωση του βιασμού τους. Το φαινόμενο της εγκατάλειψης κακοποιημένων γυναικών στιγμάτισε εξάλλου και σε ένα από τα γνωστότερα ποιήματά του ο ποιητής Παντελής Μηχανικός.
Στο «Ίτε» ο Ελληνοκύπριος ποιητής γράφει το 1975: «Και τι περιμένεις από ανθρώπους / που τους βιάσανε τις γυναίκες μπροστά στα μάτια τους / και δεν τράβηξαν τον σουγιά τους. / Απαθώς / τότε / κι απαθώς / σήμερα / ζητάνε απλώς / διαζύγιο…».
Η κ. Κουκουμά τονίζει πάντως ότι η πλειοψηφία των βιασθεισών γυναικών αποκρύπτει μέχρι και σήμερα το τραυματικό βίωμα, ενώ πολλές οικογένειες κρατούν τα γεγονότα του ‘74 θαμμένα ως οικογενειακό μυστικό. Πολλές είναι εξάλλου και οι γυναίκες που υπό το βάρος του κοινωνικού στίγματος εγκατέλειψαν την Κύπρο.
Συζήτηση 41 χρόνια μετά
Το δράμα γυναικών που έπεσαν θύματα βιασμών κατά την τουρκική εισβολή αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά από την κυπριακή πολιτεία το 2015, οπότε και αποφασίστηκε η παραχώρηση επιδόματος ύψους χιλίων ευρώ μηνιαίως σε γυναίκες που θα θεωρούνταν «παθούσες της τουρκικής εισβολής» σύμφωνα με τον «περί παθόντων νόμο». Η κρατική φροντίδα σε αυτές τις γυναίκες πάντως δεν έφτασε χωρίς την υποβολή τους σε μια ακόμα δοκιμασία. Ενδεικτικά, λίγο πριν την υλοποίηση της απόφασης από το Υπουργείο Εργασίας, ζητήθηκαν αποδεικτικά στοιχεία ότι πράγματι οι γυναίκες που αιτούνταν επιδόματος είχαν πέσει θύματα βιασμού.
Τέτοια στοιχεία θα ήταν μόνο βεβαιώσεις των καταθέσεων των γυναικών αυτών στον Ερυθρό Σταυρό το 1974. Η απαίτηση του κράτους τελικά αποσύρθηκε χάρη στην παρέμβαση της τότε βουλεύτριας του ΑΚΕΛ Σκεύης Κουκουμά, η οποία ανέλαβε η ίδια την συγκέντρωση αιτήσεων από βιασθείσες γυναίκες, και της αποθανούσας Υπουργού Εργασίας, Ζέτας Αιμιλιανίδου, που παρέκαμψε τις γραφειοκρατικές διαδικασίες.
Μιλώντας σήμερα στην DW, ως γενική γραμματέας πλέον του Γυναικείου Κινήματος ΠΟΓΟ, η κ Κουκουμά εξήγησε, πως εξακολουθεί να βοηθά γυναίκες θύματα στη διαδικασία υποβολής αίτησης για λήψη επιδόματος.
Σήμερα, το επίδομα στήριξης λαμβάνουν συνολικά 76 γυναίκες, την ώρα που μαρτυρίες που φτάνουν συνέχεια, καταδεικνύουν ότι τα θύματα των σεξουαλικών εγκλημάτων πολέμου που διαπράχθηκαν στην Κύπρο κατά την τουρκική εισβολή, είναι κατά πολλές εκατοντάδες περισσότερα.
Με πληροφορίες: DW