Οι εκλογές του Μαΐου διεξάγονται σε ένα γενικό περιβάλλον πραγματικά αλλόκοτο και η συμμετοχή των πολιτών βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα, την ανασφάλεια από έκθεση σε πιθανό κίνδυνο για την υγεία εξαιτίας της COVID δηλώνει στο ΚΥΠΕ ο πολιτικός αναλυτής Χριστόφορος Χριστοφόρου. Σημειώνει ακόμη την χρήση σε μεγάλη έκταση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και του διαδικτύου για τη διεξαγωγή του προεκλογικού αγώνα, ωστόσο τονίζει πως αυτό το γεγονός δεν αποτελεί από μόνο του όπλο και ότι πιο σημαντικό είναι το περιεχόμενο και η ποιότητα της επικοινωνίας.
Μέσω της συνέντευξης στο ΚΥΠΕ προσπαθήσαμε με τον κ. Χριστοφόρου να ανιχνεύουμε το διαφοροποιημένο περιβάλλον διεξαγωγής των εκλογών, την συμπεριφορά του κόσμου με δεδομένη την αβεβαιότητα, τα παρατεταμένα μέτρα και την μεγάλη κόπωση αλλά και τη προσέγγιση των ψηφοφόρων από τα κόμματα μέσω όχι και τόσο παραδοσιακών μεθόδων και τα θέματα γύρω από τα οποία περιστρέφεται η παρούσα προεκλογική εκστρατεία.
Ο κ. Χριστοφόρου σημειώνει πως το γενικό περιβάλλον των εκλογών είναι πράγματι αλλόκοτο και φυσικό επακόλουθο αυτής της κατάστασης είναι να αναμένουμε πως θα επηρεάσει κάποιες πτυχές των αποτελεσμάτων, δηλαδή τη συμμετοχή, τις ομάδες που θα προτίθενται να μετάσχουν στην εκλογή, να προσέλθουν στις κάλπες ή να απέχουν.
«Είναι μάλλον δύσκολο να προβλέψουμε ακριβώς τι είδους επιπτώσεις θα έχουμε, μπορούν όμως να γίνουν ορισμένες υποθέσεις. Είναι σε κάποιο βαθμό προβλέψιμη η ανθρώπινη συμπεριφορά, αλλά επειδή συναρτάται με περισσότερες από μια παραμέτρους, μπορούμε να την εξετάσουμε με βάση πιθανά σενάρια. Για παράδειγμα, η κούραση από την παρατεταμένη ένταση και αγωνία σε κάποιο βαθμό, μπορεί να έχει κάποιου είδους “παράδοση” του ψηφοφόρου σε δυνάμεις με τις οποίες νιώθει ασφαλής, ήσυχος. Για άλλους, όμως μπορεί να είναι αφορμή αντίδρασης, που θα τον ωθήσει σε επιλογές μη συμβατικές», εξηγεί στο ΚΥΠΕ.
Το ζητούμενο, αναφέρει, με αυτές τις υποθέσεις είναι πόσοι επιλέγουν να ακολουθήσουν την πρώτη κατεύθυνση και πόσοι τη δεύτερη και το άθροισμα υποδεικνύει το βαθμό αλλαγής στο συσχετισμό δυνάμεων που μπορεί να έχουμε την επομένη των εκλογών.
Ο κ. Χριστοφόρου αναφέρει πως εκτός από τον πολίτη -ψηφοφόρο, η διαφοροποίηση αφορά όλες σχεδόν τις πτυχές της εκλογικής διαδικασίας και επηρεάζει κατά τρόπο δραστικό το πρόγραμμα, τη διεξαγωγή και το περιεχόμενο της προεκλογικής εκστρατείας. Το θεματολόγιο, προσθέτει, αλλάζει, τόσο αναφορικά με το φάσμα και την έκταση των ζητημάτων που προβάλλονται, όσο και τις προτεραιότητες και τη βαρύτητα.
«Στην πιο ακραία έκφανση της, η κρίση με τον κορωνοϊό πιθανό να απειλήσει ακόμα και την ίδια τη διεξαγωγή της αναμέτρησης. Το είδαμε σε άλλες χώρες, με πιο χαρακτηριστική, κατά την άποψη μου την περίπτωση της Γαλλίας, τον Μάρτιο του 2020», αναφέρει.
Στη Γαλλία, συνεχίζει, παρά την παρουσία των κινδύνων με την εξάπλωση του κοινού, οι αρχές αποφάσισαν να διεξαχθεί η ψηφοφορία για τις τοπικές εκλογές, η οποία διεξάγεται σε δυο γύρους και ο πολλαπλασιασμός των κρουσμάτων και τα προβλήματα που δημιούργησε εξανάγκασαν την κυβέρνηση να αναστείλει για τρεις μήνες την ψηφοφορία για το δεύτερο γύρο. Λογικά, εξηγεί, παρόμοια διαδικασία επιδρά στο αποτέλεσμα, αλλοιώνει αυτό που αναμενόταν να γίνει αν γίνονταν οι δύο γύροι των εκλογών μέσα σε 15 μέρες.
«Ναι είναι βέβαιο πως ολόκληρο το σκηνικό, πέρα από τα συναισθήματα, και όχι μόνο τυχόν κούραση ή απογοήτευση, επηρεάζουν τον τρόπο συμπεριφοράς των ανθρώπων. Σε πρώτο βαθμό, το μεγαλύτερο ερώτημα είναι κατά πόσο θα έχει “ομαλοποιηθεί” σε κάποιο βαθμό η κατάσταση ώστε ο πολίτης που επιθυμεί να προσέλθει στις κάλπες να το πράξει χωρίς δισταγμό, χωρίς να νιώθει πως εκθέτει τον εαυτό του σε κινδύνους. Με τα δεδομένα που έχουμε σήμερα, μου φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο να είμαστε σε αυτό το βαθμό στις 30 Μαΐου. Επομένως, η συμμετοχή βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα, την ανασφάλεια από έκθεση σε πιθανό κίνδυνο για την υγεία», αναφέρει.
Σύμφωνα με τον κ. Χριστοφόρου, οι πολίτες που θα προσέλθουν στις κάλπες θα δώσουν την ψήφο τους με βάση ποικίλους παράγοντες, ανάμεσα στους οποίους είναι η συναισθηματική κατάσταση εξαιτίας του παρατεταμένου περιορισμού και της στέρησης βασικών δικαιωμάτων.
«Μερικοί θα είναι ευχαριστημένοι γιατί θεωρούν πως οι περιορισμοί ήταν αναγκαίοι και τους έδωσαν τη δυνατότητα να μείνουν ασφαλείς. Άλλοι θα έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις, από τη συγκατάβαση, “ναι, δεν μου άρεσαν όσα έγιναν, μα τι να κάνουμε” μέχρι την αγανάκτηση “για όσα υποχρεωθήκαμε να υποστούμε”», αναφέρει.
‘Όπως εξηγεί στο ΚΥΠΕ ο κ. Χριστοφόρου, τα πιο πάνω, η συναισθηματική πλευρά, βεβαίως επηρεάζει τη βούληση και την ψήφο και μπορεί να υποθέσουμε πως η αρνητική τοποθέτηση, η αντίδραση στις πολιτικές δυνάμεις που θεωρούνται πως έχουν την ευθύνη για τους περιορισμούς, μάλλον υπερισχύει της θετικής σε αριθμούς.
«Ας μην παρασυρόμαστε όμως, πολλοί άλλοι παράγοντες επηρεάζουν την ψήφο. Είναι οι ιδεολογικοί που ναι ισχύουν ακόμα για τους βασικούς κομματικούς πυρήνες, η παράδοση πρόσδεσης σε ένα κόμμα, η βούληση να ψηφίσουμε ένα πρόσωπο γνωστό, συγγενή ή φίλο, η θεματική ψήφος, δηλαδή ψήφος με βάση τη θέση κάποιου υποψηφίου σε ένα θέμα που μας ενδιαφέρει, κλπ. Παρά το ότι θα είναι δύσκολο να διακρίνουμε ποιοι ακριβώς παράγοντες επικράτησαν στις επιλογές ψήφου, οι δημοσκοπήσεις εξόδου κάλπης (αν γίνουν), ίσως προσφέρουν κάποια στοιχεία ανάλυσης», δηλώνει.
Ο κ. Χριστοφόρου σημειώνει πως χωρίς αμφιβολία πρώτο θέμα, που, φυσιολογικά, μάλλον, απασχολεί το εκλογικό σώμα, τον καθένα, είναι το θέμα της διαφθοράς. Παρόλο που το θέμα της διαφθοράς απασχολεί για χρόνια τη δημόσια σφαίρα, επικαλυπτόταν από πολιτικό λόγο και διάθεση `άμυνας σε εξωτερικές επιβουλές`.
Κατά την άποψή του προβαλλόταν η “ανάγκη να υπερασπιστούμε την Κύπρο” παραγνωρίζοντας πως η πιο αποτελεσματική ασπίδα για τον τόπο ήταν και θα είναι πάντα η προσήλωση στο δίκαιο, στους νόμους.
«Ακόμα και σήμερα, έχουμε άρνηση του μεγέθους της, ακόμα και ύπαρξης διαφθοράς, ή, ακόμα, προσέγγιση της σαν κάτι κοινότυπο, που “βρίσκεται σε όλες τις χώρες”. Εδώ και πολλά χρόνια, 90% θεωρούσαν πως υπάρχει εκτεταμένη διαφθορά. Με τις αποκαλύψεις των δυο – τριών τελευταίων χρόνων έγινε απτή και τεκμηριωμένα η παρουσία της στον τόπο», αναφέρει.
Δεύτερη διαπίστωση κατά τον κ. Χριστοφόρου, είναι η αδυναμία των κύριων πολιτικών δυνάμεων να παράξουν περιεχόμενο.
«Παραμένουν σε στερεότυπα συνθήματα ή σε παράδοξα, λόγω εγγενών αδυναμιών τους αλλά και γιατί στερούνται βασικών ερεισμάτων. Πώς να δικαιολογήσουν θέσεις για ένα ή άλλο θέμα, όταν υπάρχουν μαρτυρίες διαχρονικής διαφθοράς ή όταν οι πολιτικές τους είτε γέννησαν διαφθορά ή ήταν αποτυχημένες;» διερωτάται.
Ο κ. Χριστοφόρου προσωπικά θεωρεί ενδιαφέρον φαινόμενο την περίπτωση του Δημοκρατικού Συναγερμού ο οποίος, κατά την άποψή του «ενώ κυβερνά, κάνει αντιπολίτευση στην αντιπολίτευση». «Για όσα δεν έγιναν, για τις αστοχίες, για τη διαφθορά, δείχνουν με το δάκτυλο τα κόμματα της αντιπολίτευσης”, υποστηρίζει, ενώ σημειώνει τη στάση του κόμματος, όπως λέει, στο θέμα του αισθήματος ασφάλειας από τη μετανάστευση.
Σε ό,τι αφορά το ΑΚΕΛ σημειώνει μια πληθώρα μηνυμάτων, πέρα από το αναμενόμενο για τη διαφθορά. «Ξεχωρίζουν αρκετά με οικονομικές και κοινωνικές πτυχές. Εντύπωση κάνει η επάνοδος σαν μοναδικού σχεδόν χρώματος του κόκκινου. Προφανώς, θεωρούν πως το βασικό πρόβλημα είναι η επάνοδος πρώην αριστερών ψηφοφόρων τους. Στο παρελθόν το κόμμα έκανε ανοίγματα με χρήση χρωμάτων που παρέπεμπαν σε ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ, ακόμα και τον ΔΗΣΥ. Το ΔΗΚΟ, έκανε λάβαρο του τον τελευταίο χρόνο τη μάχη κατά της διαφθοράς, σαν να είναι ξένο προς παρόμοιες τακτικές. Για άλλη μια φορά, επικρίνει επίσης την κυβέρνηση για πολιτικές, σε μερικές από τις οποίες συνέβαλε με την ψήφο του το κόμμα, ή τις οποίες εν καιρώ δεν είχε αμφισβητήσει. Η ΕΔΕΚ παρουσιάζει μεγάλο φάσμα μηνυμάτων, χωρίς να διαφαίνεται βασικός άξονας», αναφέρει.
Ρωτήσαμε τον κ. Χριστοφόρου και για τη διάσκεψη της Γενεύης και κατα πόσο το αποτέλεσμά της θα διαδραματίσει ρόλο στην ψήφο των πολιτών ή στα μηνύματα των κομμάτων προς τους ψηφοφόρους.
«Αν δεχθούμε πως όλες οι πλευρές, αλλά και οι πολίτες, έχουν χαμηλό επίπεδο προσδοκιών από τη συνάντηση της Γενεύης, δεν αναμένεται ουσιαστικός ρόλος του αποτελέσματος στην προεκλογική εκστρατεία. Το πιο αισιόδοξο σενάριο είναι να αποτελέσει αυτή η συνάντηση αφετηρία για νέο κύκλο επαφών, τη διάνοιξη προοπτικής χωρίς να είναι προβλέψιμη η εξέλιξη της. Σε τέτοια περίπτωση, θα έχουμε δυο γραμμές, αυτούς που θα διατηρήσουν θετική στάση αναμονής, και την ομάδα όσων θα συνεχίσουν να κρούουν τον κώδωνα κινδύνων, να προειδοποιούν για παγίδες, χωρίς βέβαια να έχουν πρόταση», αναφέρει.
Ο κ. Χριστοφόρου θεωρεί ότι αν η συνάντηση οδηγηθεί σε νέο αδιέξοδο, ή μάλλον σε συνέχιση του αδιεξόδου, θα υπάρξουν επικρίσεις, κυρίως από το ΑΚΕΛ, « αλλά με μικρό ή καθόλου αντίκρισμα στην ψήφο».
Έχουν προβάδισμα οι νέοι υποψήφιοι λόγω της εκτεταμένης χρήσης του διαδικτύου αφού πλέον η εκστρατεία διεξάγεται με περιορισμούς, ρωτήσαμε τον κ. Χριστοφόρου ο οποίος θεωρεί ότι η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των δυνατοτήτων του διαδικτύου δεν αποτελούν από μόνα τους όπλα και ότι κάθε μέσο έχει τα ιδιαίτερα πλεονεκτήματα και δυνατότητες του και είναι αναγκαίο να χρησιμοποιούνται όλα για να υπάρξει αποτελεσματικότητα.
«Ίσως οι νέοι έχουν δυνατότητες που δεν έχουν όσοι αγνοούν τη χρήση του διαδικτύου, μα δεν μπορεί αυτό να υπερεκτιμάται. Σε όλα, πιο σημαντικό είναι το περιεχόμενο και η ποιότητα της επικοινωνίας. Γενικά, με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων κάποιες πολιτικές δυνάμεις μπορούν να υπερβούν περιορισμούς που αντιμετωπίζουν γιατί δεν διαθέτουν μεγάλους πόρους και πολυπρόσωπα επιτελεία για προσωπική επικοινωνία και επαφή. Αυτό θα εξαρτηθεί από τον τρόπο που θα χρησιμοποιηθούν τα μέσα», αναφέρει.
Ο κ. Χριστοφόρου συμπληρώνει πως κάθε εκλογή και εκστρατεία που παρακολούθησε όλα αυτά τα χρόνια στην Κύπρο είχαν πάντοτε τις ιδιαιτερότητες τους.
« Για πρώτη, όμως, φορά παρεμβαίνει ένας παράγοντας που επηρεάζει ολόκληρο το φάσμα, όλες τις πτυχές που αφορούν την εκλογική διαδικασία αυτός της πανδημίας. Για πρώτη φορά, απειλεί ακόμα και την ίδια τη διεξαγωγή της ψηφοφορίας. Αυτό από μόνο του δημιουργεί αβεβαιότητα για το αποτέλεσμα, παρά το ότι έχουμε ορισμένες ενδείξεις από δημοσκοπήσεις», καταλήγει.