Τα μέτρα που λήφθηκαν χθες ήταν στοχευμένα, χωρίς προσπάθεια διατάραξης της κοινωνίας και της οικονομίας, αλλά θα γίνει επαναξιολόγηση αρχές της επόμενης εβδομάδας, χωρίς να αποκλείονται επιπρόσθετες ρυθμίσεις, δήλωσε στο ΚΥΠΕ ο Επικεφαλής της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής Κωνσταντίνος Τσιούτης.
Ξεκαθάρισε ότι το lockdown θεωρείται αυτή τη στιγμή το έσχατο μέτρο το οποίο φέρνει κάποιο αποτέλεσμα, αλλά πρόσκαιρο, και με σημαντικές επιπτώσεις σε άλλους τομείς.
Τόνισε ότι βεβαίως και τα 3.000 κρούσματα κτυπούν καμπανάκι και η κατάσταση επιβάλλεται να επαναξιολογηθεί με τα νέα στοιχεία που θα προκύψουν, υπενθυμίζοντας ότι οι νοσηλείες έρχονται με χρονοκαθυστέρηση και άρα τα κρούσματα αυτών των ημερών θα μας δώσουν νοσηλείες το επόμενο διάστημα.
Ανέφερε ότι οι μελέτες ως τώρα δείχνουν ότι μάλλον η μετάλλαξη Όμικρον δίνει χαμηλότερη νοσηρότητα, ωστόσο τόνισε πως ο αριθμός των περιστατικών είναι μεγάλος. Εξήγησε ακόμη ότι η μετάλλαξη Δέλτα ως τώρα έδινε το 3-4% των περιστατικών στα νοσοκομεία με δεδομένα όμως τα 1.000 περίπου κρούσματα. Ωστόσο, πρόσθεσε, αυτή την στιγμή έχουμε ήδη 3.000 περιστατικά ημερησίως και δεν αποκλείεται αυτό να διαφοροποιηθεί προς τα πάνω, «άρα οι συσχετισμοί αλλάζουν».
«Εκτιμώ ότι ακόμη δεν έχουμε δει τις επιπτώσεις στα νοσοκομεία από τη νέα παραλλαγή Όμικρον και τι αυτή θα φέρει μαζί της γι’ αυτό θα πρέπει να παραμείνουμε επιφυλακτικοί σε σχέση με τη βαρύτητα της Όμικρον και να περιμένουμε λίγο ακόμα», σημείωσε.
Ο Επικεφαλής της ΣΕΕ επανέλαβε τις εκκλήσεις για περιορισμό των επαφών μας αυτές τις μέρες και των κοινωνικών μας συναθροίσεων και πιστή εφαρμογή των μέτρων ατομικής προστασίας, δηλαδή σωστή χρήση μάσκας, απομόνωση εάν έχουμε συμπτώματα, και συχνά τεστ, τονίζοντας πως η διασπορά είναι παντού και το ποσοστό θετικότητας είναι πολύ ψηλό.
«Να σκεφτούμε ότι η διασπορά είναι μεγάλη και άρα δεν είναι καθόλου δύσκολο να εκτεθούμε», ανέφερε. Επανέλαβε επίσης τις εκκλήσεις για ατομική ευθύνη και αλλαγή συμπεριφοράς κάτι που επιβάλλεται όταν παρουσιάζεται επιδημία από μια μεταδοτική λοιμώδη ασθένεια.
Είπε ακόμη ότι αλυσίδες μετάδοσης εντοπίστηκαν σε χώρους αναψυχής και εστίασης σε ηλικίες κυρίως 20-40 ετών που μάλλον είχαν καθόλου ή λίγα συμπτώματα, με αποτέλεσμα να εντοπίσουν τον ιό αργά και έτσι είχαν προλάβει να τον μεταδώσουν στο περιβάλλον τους.
Συνέστησε περιορισμό αν παρουσιάσουμε συμπτώματα και επανάληψη των τεστ αντιγόνου, εξηγώντας ότι κάποιες μελέτες δείχνουν ότι όντως τα εμβολιασμένα άτομα με συμπτώματα, ενδεχομένως να βγουν αρνητικά στα τεστ τις πρώτες μέρες, γι’αυτό υπενθύμισε ότι εκεί χρειάζεται επανάληψη των τεστ και μοριακός έλεγχος, ενώ ακόμη μπορεί να γίνει παραπομπή για PCR από προσωπικό ιατρό.