Ο Υφυπουργός Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας, Νικόλας Ιωαννίδης, σχολιάζοντας την Έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, ανέφερε πως «πρόκειται για μια κοινή διαπίστωση» ότι την τελευταία διετία έχουν σημειωθεί ουσιαστικές αλλαγές στη διαχείριση του μεταναστευτικού ζητήματος. Όπως σημείωσε, «από το 2022 μέχρι σήμερα, οι μεταναστευτικές ροές έχουν μειωθεί κατά 65%», ενώ οι επιστροφές και οι αναχωρήσεις αλλοδαπών από την Κυπριακή Δημοκρατία έχουν αυξηθεί θεαματικά, με πάνω από 25.000 άτομα να έχουν αναχωρήσει από τον Μάρτιο του 2023 μέχρι σήμερα.
Παρά τα σοβαρά προβλήματα που κληρονομήθηκαν από την προηγούμενη διακυβέρνηση, η σημερινή κυβέρνηση έχει καταφέρει να βελτιώσει αισθητά την κατάσταση. Ο Υφυπουργός τόνισε ότι η περίοδος που εξετάζει η Έκθεση (2021–2023) περιλάμβανε ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες, λόγω των μαζικών μεταναστευτικών ροών και της πανδημίας COVID-19. Αυτές οι συνθήκες επηρέασαν και αύξησαν το κόστος διαχείρισης των δομών πρώτης υποδοχής και φιλοξενίας, ενώ σημαντικό μέρος των δαπανών αφορά σε κατασκευαστικά έργα, όπως η αναβάθμιση του Πουρνάρα, το νέο κέντρο φιλοξενίας στη Λίμνες και το προαναχωρησιακό κέντρο.
Τα έργα αυτά αναμένεται να ολοκληρωθούν μέχρι το τέλος του 2025 και χρηματοδοτούνται κατά 90% από την Ευρωπαϊκή Ένωση και διεθνείς οργανισμούς, κάτι που καθιστά τα κονδύλια εν πολλοίς ανακτήσιμα. Ήδη, όπως είπε, έχουν ανακτηθεί πάνω από 100 εκατομμύρια ευρώ, ποσό που θα αυξηθεί περαιτέρω μέσα στο 2025.
Απαντώντας σε δηλώσεις του ΑΚΕΛ περί μη ύπαρξης μηχανισμού καταγραφής αναχωρήσεων, ο κ. Ιωαννίδης υπογράμμισε πως αυτό είναι «πέρα για πέρα αναληθές». Υπάρχει συγκεκριμένο σύστημα καταγραφής αφίξεων και αναχωρήσεων μέσω των νόμιμων σημείων εισόδου και εξόδου (λιμάνια και αεροδρόμια). Ο αριθμός των 290.000 ατόμων που –κατά την Έκθεση– δεν φαίνεται να έχουν αναχωρήσει, αφορά πρόσωπα που εισήλθαν στη Δημοκρατία από το 2014. Το 80% εξ αυτών είναι υπήκοοι Ε.Ε. ή τρίτων χωρών, πολλοί από τους οποίους απέκτησαν άδειες παραμονής, έχουν φύγει από μη ελεγχόμενα σημεία ή ακόμα και αποβιώσει.
Όσον αφορά τις εκκρεμείς αιτήσεις ασύλου, αυτές έχουν μειωθεί αισθητά – από 34.000 τον Μάρτιο του 2023 σε περίπου 19.000 σήμερα. Από αυτές, οι 13.000 αφορούν Σύρους, των οποίων οι αιτήσεις δεν εξετάζονται βάσει πολιτικής απόφασης που ισχύει από τον Απρίλιο του 2024. Ο χρόνος εξέτασης αιτήσεων έχει επίσης περιοριστεί σημαντικά, πλέον κυμαίνεται μεταξύ ενός και τριών μηνών.
Ο Υφυπουργός επισήμανε ότι το Υφυπουργείο είναι νεοσύστατο και η σύστασή του αποτέλεσε ένα από τα μέτρα για πιο αποτελεσματική διαχείριση του μεταναστευτικού. Από την ίδρυσή του, έχουν γίνει σημαντικά βήματα προς την κατεύθυνση της διοικητικής αναδιάρθρωσης, του εξορθολογισμού και της αυτοματοποίησης διαδικασιών – τόσο για την παράτυπη όσο και για τη νόμιμη μετανάστευση (εργασιακές άδειες, παραμονή αλλοδαπών).
Αναφερόμενος στις αιτιάσεις περί παραβιάσεων του Διεθνούς Δικαίου, ο κ. Ιωαννίδης τόνισε ότι «οι αριθμοί και τα αποτελέσματα μιλούν από μόνα τους» και ότι οι όποιες καταγγελίες δεν είναι τεκμηριωμένες. Η βελτίωση των συνθηκών είναι πλέον εμφανής και αναγνωρίζεται διεθνώς, με πρόσφατο παράδειγμα την Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων του Συμβουλίου της Ευρώπης, η οποία επαίνεσε την πρόοδο που διαπιστώθηκε στον Πουρνάρα σε σύγκριση με την επίσκεψή τους πριν από δύο χρόνια.
Τέλος, επιβεβαίωσε ότι παραμένει σταθερή η ροή επιστροφών Σύρων, με πάνω από 2.000 να έχουν ήδη αποσύρει αιτήσεις ή να έχουν ανακαλέσει το καθεστώς παραμονής, ενώ εξέφρασε την ελπίδα πως η σταθεροποίηση της κατάστασης στη γειτονική χώρα θα ενισχύσει ακόμα περισσότερο αυτό το ρεύμα.