Μετά το επιτυχημένο ντεμπούτο της στη μεγάλη οθόνη και το Όσκαρ Καλύτερου Τραγουδιού για το «Shallow» που ακούγεται στην ταινία «Ένα Αστέρι Γεννιέται», η Lady Gaga ετοιμάζεται για τη νέα της ταινία, όπου θα υποδυθεί τη σύζυγο του δολοφονηθέντος κληρονόμου της δυναστείας της μόδας Gucci.
Η Lady Gaga, λοιπόν, υπό τις οδηγίες του σκηνοθέτη Ρίντλεϊ Σκοτ, θα υποδυθεί την Πατρίτσια Ρετζιάνι, η οποία εξέτισε ποινή φυλάκισης 18 ετών σε ιταλικές φυλακές για την ενορχήστρωση της δολοφονίας το 1995, στο Μιλάνο, του συζύγου της Μαουρίτσιο Γκούτσι.
Γνωστή και με το προσωνύμιο «Μαύρη Χήρα» πρωταγωνίστησε σε ένα από τα πλέον σκανδαλώδη εγκλήματα της υψηλής κοινωνίας στην ιστορία της Ιταλίας και αποφυλακίστηκε το 2016.
Γεννημένη σε μια μικρή πόλη έξω από το Μιλάνο, από μητέρα σερβιτόρα και πατέρα επιχειρηματία, η Ρετζιάνι δεν είχε ανάγκη τα πλούτη. Η επιχείρηση του πατέρα της ήταν επιτυχημένη και, έτσι, ο ίδιος μπορούσε να της προσφέρει ό,τι κι αν ονειρευόταν -γρήγορα σπορ αυτοκίνητα, γούνες βιζόν κ.α.-, εκός από πρόσβαση στους κύκλους της ηψυλής κοινωνίας του Μιλάνου.
Γνώρισε τον μετέπειτα σύζυγο και θύμα της σε ένα πάρτι, όπου ο κληρονόμος του πολυτελούς οίκου την ερωτεύτηκε τρελά. Αρχικά η ίδια δεν τον πολυσκεφτόταν, καθώς ήταν ένα ήσυχο αγόρι με στραβά δόντια, θα δήλωνε αρκετά χρόνια αργότερα η ίδια. Ωστόσο, ο εγγονός του ιδρυτή του οίκου Gucci δεν το έβαλε κάτω, κυνηγώντας την Ρετζιάνι με όλα τα πλούτη που είχε στη διάθεσή του.
Οι δύο νεαροί παντρεύτηκαν το 1972 γύρω στα 24 τους, με τον γάμο τους να προκαλεί ρήξη στις σχέσεις του γαμπρού με τον πατέρα του Rodolfo Gucci, έναν από τους γιους του Guccio Gucci, ο οποίος δεν δεχόταν με τίποτα την καταγωγή της νύφης του, και φυσικά την ισχυρή προσωπικότητά της. Ο Maurizio, η μητέρα του οποίου έφυγε από την ζωή όταν ο ίδιος ήταν μόλις πέντε χρονών, ήταν μοναχοπαίδι και ο πατέρας του ήταν πάντα υπερπροστατευτικός μαζί του.
«Ο Maurizio αισθανόταν ελεύθερος μαζί μου, διασκεδάζαμε, ήμασταν μια ομάδα», αναφέρει δημοσίευμα του Guardian, σχετικά με τις δηλώσεις της Ρετζιάνι. Ο πατέρας του Maurizio μαλάκωσε μετά την γέννηση της πρώτης κόρης του ζευγαριού, Alessandra, αναγνωρίζοντας στη νύφη του ότι αγάπησε πραγματικά τον γιο του.
Ο παππούς, πια, Rodolfo Gucci τρελαμένος από την χαρά του αγόρασε πολυτελή ακίνητα στο ευτυχισμένο ζευγάρι, ανάμεσα στα οποία και ένα διαμέρισμα στη Νέα Υόρκη.
«Ήμασταν ένα όμορφο και ευτυχισμένο ζευγάρι και ζούσαμε μια όμορφη ζωή» αποκαλύπτει η Ρετζιάνι. Δεν ξεχνάει τα φανταχτερά και χλιδάτα πάρτι που διοργανώνανε στις αρχές της δεκαετίας του ’80, καθώς και τα ταξίδια σε ιδιωτικά νησιά με το πολυτελές γιοτ που αγόρασε ο σύζυγός της για τη γέννηση της δεύτερης κόρης τους, Allegra -το συγκεκριμένο σκάφος ακόμη ανήκει στην οικογένεια και χρησιμοποιείται από τις δύο κόρες του ζευγαριού. Ο γοητευτικός κόσμος τους, επίσης, συμπεριλάμβανε ένα σαλέ στο Saint Moritz, ένα εξοχικό στο Ακαπούλκο, καθώς και ένα αγρόκτημα στο Κονέκτικατ.
Τα πρώτα προβλήματα στο γάμο του ζευγαριού άρχισαν να εμφανίζονται μετά το θάνατο του Rodolfo Gucci το 1983, όταν ο Maurizio κληρονόμησε το 50% των μετοχών του πατέρα του στον οικογενειακή επιχείρηση. «Ο Maurizio τρελάθηκε. Μέχρι τότε ήμουν ο μοναδικός άνθρωπος που συμβουλευόταν αναφορικά με τον οίκο. Ωστόσο, θέλησε να είναι ο καλύτερος στο χώρο και σταμάτησε να με ακούει».
Ο οίκος άρχισε να χάνει το κύρος του με την υπερβολική αδειοδότηση χρήσης του χαρακτηριστικού λογοτύπου του, καθώς και με την μαζική παραγωγή τσαντών από καμβά. Επίσης, για χρόνια βρισκόταν σε διαρκείς διενέξεις με τον θείο και τα ξαδέρφια που κατείχαν τις υπόλοιπες μετοχές της εταιρείας, μέχρι που κατάφερε να τους εξαγοράσει. Εντωμεταξύ ο γάμος του με την Ρετζιάνι βρισκόταν ήδη υπό διάλυση.
Κουρασμένος από τη συνεχή ανάμειξη της Ρετζιάνι στα επαγγελματικά του θέματα, ένα βράδυ γέμισε μία βαλίτσα και έφυγε από το σπίτι. Εντωμεταξύ, η εταιρεία επί προεδρίας Maurizio Gucci έχασε πολλά εκατομμύρια, ενώ η Ρετζιάνι είχε δίκιο, τουλάχιστον στο ότι ο σύζυγός της κακομεταχειριζόταν τις επιχειρήσεις του και δεν δημιούργησε μεγάλα έσοδα, ώστε να υλοποιήσει τις ιδέες του. Η προσωπική του περιουσία μειωνόταν όλο και περισσότερο με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να πουλήσει τον οίκο Gucci το 1993, έναντι 120 εκατομμυρίων δολαρίων.
«Ήμουν θυμωμένη με τον Maurizio για πάρα πολλά πράγματα εκείνη την εποχή. Αλλά πάνω απ’ όλα για το γεγονός ότι έχασε την οικογενειακή επιχείρηση. Όλα αυτό ήταν βλακώδες. Μια αποτυχία. Ήμουν γεμάτη με οργή, αλλά δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Δεν έπρεπε να το κάνει αυτό», δηλώνει χαρακτηριστικά στον Guardian η Ρετζιάνι.
Η Ρετζιάνι δεν μπορούσε να αποδεχτεί το γεγονός ότι ο Gucci ήταν εκείνος που την είχε εγκαταλείψει. Ωστόσο, εκείνο που δεν μπορούσε να αποδεχτεί με τίποτα ήταν ότι η περιουσία του δεν θα περνούσε στα χέρια της ίδιας και των κοριτσιών της, καθώς ο ίδιος διατηρούσε σχέση και συζούσε με την Paola Franchi και τον 11χρονο γιο της από προηγούμενο γάμο της, σε ένα πραγματικό παλάτι στην κεντρική λεωφόρο Corso Venezia, ενώ στα άμεσα σχέδιά τους ήταν και ο επικείμενος γάμος τους.
Μάλιστα, όπως αποκάλυψε ο καλύτερος φίλος της Ρετζιάνι, Pina Auriemma, κατά την διάρκεια της δίκης «η Ρετζιάνι δεν μπορούσε να αντέξει στη σκέψη μιας άλλης γυναίκας να παίρνει την θέση της ως κυρίας Maurizio Gucci και ό,τι αυτή συνεπάγεται φυσικά -ισχύ, χρήματα, αίγλη και κύρος.
Γι αυτό και ασκούσε πιέσεις στους συνεργούς της η δολοφονία του πρώην συζύγου της να γίνει όσο το δυνατόν γρηγορότερα, προκειμένου να προλάβουν το γάμο του με την Franchi.
«Η Ρετζιάνι μας παρακολουθούσε» αποκαλύπτει η Franchi, συμπληρώνοντας ότι «είχε ακόμη κατασκόπους στον κύκλο του Maurizio και γνώριζε όλα μας τα σχέδια, τις επιχειρηματικές συναλλαγές του, τα πάντα. Μάλιστα, πολλές φορές τον έπαιρνε τηλέφωνο και τον έβριζε ή τον απειλούσε για την ζωή του. Κι αν εκείνος δεν της απαντούσε, τότε φρόντιζε να στέλνει ηχογραφημένες κασέτες με απειλές και προειδοποιήσεις ότι η κόλαση δεν έχει έρθει ακόμη για σένα».
Την ημέρα μετά την δολοφονία του Gucci, η Franchi έλαβε ένα εξώδικο από την Ρετζιάνι, με το οποίο την πετούσε, στην κυριολεξία, στο δρόμο. Σύμφωνα με την ίδια, η ώρα που παρατήρησε ότι διατάχθηκε το έγγραφο ήταν στις 11.00 το πρωί της προηγούμενης ημέρας. Μόλις τρεις ώρες μετά την δολοφονία του συντρόφου της.
Ήταν ένα υπέροχο ανοιξιάτικο πρωινό της 27ης Μαρτίου του 1995, όταν ο Giuseppe Onorato, άνοιγε την τοξωτή πόρτα στο υπέροχο κτίριο επί της Via Palestro 20, όπου ο Maurizio Gucci διατηρούσε το γραφείο του. Σύμφωνα με τον ίδιο, το θύμα έφτασε χαμογελαστό κρατώντας διάφορα περιοδικά, καλημερίζοντας το θυρωρό και συνεχίζοντας προς το γραφείο του. «Μετά είδα ένα χέρι. Ένα όμορφο, καθαρό χέρι το οποίο κρατούσε ένα όπλο» αφηγείται χαρακτηριστικά ο 71χρονος, πια, Onorato στον Guardian.
Ο θύτης πυροβόλησε τρεις φορές στην πλάτη του Gucci, καθώς ανέβαινε τα σκαλοπάτια, και μία τέταρτη στο κεφάλι του, όση ώρα κατέρρεε. «Νόμισα ότι πρόκειται για μια κακοστημένη φάρσα. Τότε ο δολοφόνος με είδε και πυροβόλησε και εναντίον μου». Ούτε ο ίδιος δεν θυμάται πώς έφτασε μέχρι το φουαγιέ, αφού είχε πυροβοληθεί δύο φορές στο χέρι, αλλά καθόταν εκεί μέσα σε μια λίμνη αίματος όταν έφτασε η αστυνομία. «Βρισκόμουν καθιστός με το κεφάλι του κυρίου Gucci στα χέρια μου. Πέθανε στην αγκαλιά μου», εξηγεί χαρακτηριστικά ο πρώην θυρωρός.
Μόλις η Franchi και ο γιος της εκδιώχθηκαν από το διαμέρισμα επί της Corso Venezia, εκεί εγκαταστάθηκε η Ρετζιάνι με τις δύο κόρες της. Για τα επόμενα δύο χρόνια απολάμβανε την πολυτελή ζωή που της παρείχε το συγκεκριμένο διαμέρισμα, μέχρι που ένας από τους συνεργούς της αποκάλυψε σε λάθος άτομο τη συμμετοχή του στην περιβόητη δολοφονία του Gucci.
Ο άνδρας που είχε την πληροφορία ενημέρωσε την αστυνομία, η οποία από την πλευρά της έστησε ολόκληρη επιχείρηση προκειμένου να παγιδέψει την Ρετζιάνι και τους τέσσερις συνεργούς της -την φίλη της που διοργάνωσε την δολοφονία, έναν γνωστό της φίλης της που υπέδειξε τον δολοφόνο, τον δολοφόνο και τον οδηγό που φυγάδευσε το δολοφόνο του Gucci- όπως και έγινε.
Από τα πιο αξιοθαύμαστα ευρήματα της αστυνομικής έρευνας το ημερολόγιο της ηθικού αυτουργού της δολοφονίας του Maurizio Gucci, το οποίο στην ημερομηνία της δολοφονίας του έγραφε την λέξη «παράδεισος» στα ελληνικά!
Στο δικαστήριο η Ρετζιάνι παραδέχτηκε ότι είχε πληρώσει την φίλη της με 200.000 δολάρια, αλλά αρνήθηκε ότι ήταν για την οργάνωση της δολοφονίας, υποστηρίζοντας ότι η Aurriemma ήταν εκείνη που τα κανόνισε όλα από μόνα της και απειλούσε την ίδια ότι θα την κατηγορούσε σε περίπτωση που δεν την πλήρωνε. Και οι πέντε που συμμετείχαν στη δολοφονία κρίθηκαν ένοχοι, με την ίδια να καταδικάζεται με ποινή φυλάκισης 26 χρόνων με δικαίωμα έφεσης, από τα οποία εξέτισε τα 18. Η «Μαύρη Χήρα» αποφυλακίστηκε το 2016 με μοναδική της υποχρέωση να βρει μία δουλειά. Ίσως την πρώτη σε ολόκληρη την ζωή της.
Discussion about this post