Το επιβλητικό ξενοδοχείο «Αστόρια» της Θεσσαλονίκης όταν κατασκευάστηκε το 1929 στη συμβολή των οδών Αγίας Σοφίας και Τσιμισκή ήταν από τα ελάχιστα εκείνης της εποχής που διέθετε μπάνιο σε κάποια από τα δωμάτιά του, κάτι που συναντούσες μονάχα σε αντίστοιχες επιχειρήσεις μεγάλων πρωτευουσών του εξωτερικού.
Στη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου (που συμβατικά οριοθετείται την περίοδο 1946-1949), το ξενοδοχείο θα διαδραματίσει άθελά του σημαίνοντα ρόλο. Από εκεί φέρεται να το έσκασε ο γενικός γραμματέας του Κ.Κ.Ε. Νίκος Ζαχαριάδης τον Σεπτέμβριο του 1947 για να ανέβει στο βουνό μαζί με τους Αριστερούς συναγωνιστές του χωρίς να γίνει αντιληπτός από τους άνδρες της ασφάλειας που τον παρακολουθούσαν.
Στο ίδιο ξενοδοχείο έμενε το 1948 και ο Αμερικανός δημοσιογράφος Τζωρτζ Πολκ.
Όταν οι υπάλληλοι του ξενοδοχείο διαπίστωσαν ότι είχε αργήσει να επιστρέψει τον δήλωσαν ως αγνοούμενο και περίπου μια βδομάδα αργότερα βρέθηκε η σωρός του στα νερά του Θερμαϊκού χωρίς να έχει ξεκαθαριστεί απόλυτα μέχρι και σήμερα ποιος τον δολοφόνησε.
Στο ξενοδοχείο «Αστόρια» κατέλυσε και ο Γιάννης Ζέβγος το 1947 πριν τον σκοτώσουν. Δάσκαλος στο επάγγελμα και δημοσιογράφος, ήταν ανώτατο στέλεχος του Κ.Κ.Ε. και του Ε.Α.Μ. (Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου), που συμμετείχε ως υπουργός Γεωργίας εκ μέρους της Αριστεράς στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας που σχημάτισε ο Γεώργιος Παπανδρέου τον Οκτώβριο του 1944, αμέσως μόλις έφυγαν οι Γερμανοί από την Αθήνα.
Από τότε όμως κύλησε πολύ νερό στο πολιτικό αυλάκι μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Σε λιγότερο από ένα μήνα παραιτείται μαζί με τους υπόλοιπους Αριστερούς υπουργούς καθώς η χώρα μπαίνει στην περιπέτεια των επονομαζόμενων Δεκεμβριανών που θεωρούνται το πρελούδιο της επόμενης φάσης του Εμφυλίου Πολέμου, με τις αιματηρές συγκρούσεις να επεκτείνονται στο μεγαλύτερο τμήμα της χώρας.
Ως αναπληρωματικό μέρος του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε. θα βρεθεί τον Φεβρουάριο του 1947 στη Θεσσαλονίκη, προκειμένου να παρακολουθήσει διά ζώσης το έργο μιας Επιτροπής που είχε συστήσει ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών (United Nations Special Committee on the Balkans – UNSCOB) και διερευνούσε τις συνθήκες υπό τις οποίες ξεκίνησε ο Εμφύλιος και την κατάσταση που επικρατούσε στα σύνορά μας καθώς οι βόρειοι γείτονες είχαν ταχθεί στο ανατολικό μπλοκ. Η Επιτροπή φιλοξενούνταν στο σημερινό κτίριο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης, επί της οδού Τσιμισκή 29.
Όλες τις ημέρες το άτυχο κομματικό στέλεχος είχε καταλύσει στο ξενοδοχείο «Αστόρια».
Γύρω στις 10:30 το πρωί της 20ής Μαρτίου 1947 ο Ζέβγος (που το πραγματικό του επώνυμο ήταν Ταλαγάνης, αλλά επειδή στον κομματικό Τύπο υπέγραφε μαζί με τη σύζυγό του Καίτη ως Ζέβγος για συνωμοτικούς λόγους, του έμεινε το προσωνύμιο) φεύγει από το δωμάτιό του και πηγαίνει στα γραφεία της εφημερίδας «Αγωνιστής», επί της οδού Πλάτωνος 1, προκειμένου να συντάξει ένα υπόμνημα προς την Επιτροπή του Ο.Η.Ε. αναφέροντας επικαιροποιημένα στοιχεία για τους διωγμούς που υφίστανται οι σύντροφοί του από την κρατική εξουσία και τις δεξιές παραστρατιωτικές οργανώσεις.
Ο ίδιος προσωπικά διακρίνεται από μετριοπάθεια καθώς εκτιμά ότι δεν χρειάζεται επαναστατική κατάλυση του υφιστάμενου καθεστώτος και ανατροπή του προλεταριάτου, αλλά όπως επεσήμαινε στην αρθρογραφία του, ήταν εφικτό το πέρασμα προς τη λαϊκή δημοκρατία και ακολούθως στον σοσιαλισμό με δημοκρατικές μεθόδους πολιτικής κρίσης.
Τελειώνοντας το υπόμνημά του θα μεταβεί στο εστιατόριο «Ελβετικόν» για φαγητό, όπως έκανε κάθε μέρα. Δεν έχει αντιληφθεί ότι ένας άνδρας γύρω στα 30 κάθεται απ’ έξω και τον παρακολουθεί.
Στο δρόμο της επιστροφής για το ξενοδοχείο ο άγνωστος τον παίρνει στο κατόπι. Ο χρόνος έχει ξεκινήσει δραματικά να μετρά αντίστροφα για τη ζωή του Ζέβγου. Γύρω στη μια και δέκα το μεσημέρι, την ώρα που κατέβαινε την οδό Αγίας Σοφίας, τον πλησιάζει.
Βγάζει ένα περίστροφο και ρίχνει πισώπλατα τρεις φορές εναντίον του. Η ανάσα του θύματος κόβεται. Αιμορραγεί ακατάσχετα. Αρχίζει να χάνει το φως του. Κάνει απέλπιδες προσπάθειες να σηκωθεί αλλά ο δολοφόνος πηγαίνει από πάνω του και τον ξαναπυροβολεί. Είναι η χαριστική βολή.
Ο θύτης γεμάτος αδρεναλίνη τρέχει να ξεφύγει από την οδό Αγίας Θεοδώρας καθώς πολίτες που έχουν δει τα όσα διαδραματίστηκαν αρχίζουν να τον κυνηγούν, μεταξύ αυτών και ένας χωροφύλακας. «Πιάστε τον, είναι δολοφόνος» θα φωνάξει αλαφιασμένος ένας ναυτικός ονόματι Γιώργος Μπέζας. Ο δράστης θα πέσει πάνω σε έναν περαστικό Άγγλο στρατιώτη που ακούγοντας τις φωνές των διωκτών του, θα τον συλλάβει στη γωνία Τσιμισκή και Αριστοτέλους, αλλά οι συνεργοί του που έγιναν από κάποιους αντιληπτοί, εκμεταλλεύονται την περίσταση και διαφεύγουν.
Όπως αποκαλύφθηκε, δολοφόνος ήταν ο 32χρονος κρεοπώλης Χρήστος Βλάχος, ένας πρώην κομμουνιστής από τις Σέρρες. Στην προανάκριση θα υποστηρίξει ότι τον σκότωσε από αγανάκτηση για τα όσα υπέφερε εξαιτίας του στο Μπούλκες από το οποίο είχε επιστρέψει ενάμιση μήνα νωρίτερα. Το Μπούλκες για όσους δεν το γνωρίζουν ήταν ένα μικρό ερειπωμένο χωριό της τότε Γιουγκοσλαβίας κοντά στα σύνορα με την Ουγγαρία (σήμερα ανήκει στη Σερβία ως Μαγκλίτς) που από τον Μάιο του 1945 άρχισαν να στέλνονται στελέχη και μέλη του Κ.Κ.Ε. και του Ε.Λ.Α.Σ. προκειμένου να προστατευτούν κυρίως από τις διώξεις παρακρατικών δεξιών ομάδων.
Υπολογίζεται ότι μέχρι το τέλος του έτους οι πρόσφυγες που είχαν μεταβεί εκεί έφθαναν τους 5.000. Στο στρατόπεδο που είχε δημιουργηθεί, τα μέλη του κόμματος εργάζονταν, εκπαιδεύονταν και διαφωτίζονταν πάνω στις αρχές του κομμουνισμού. Για τις συνθήκες διαβίωσης έχουν γραφτεί πολλά ενώ υπάρχουν αρκετές καταγγελίες για αυταρχική συμπεριφορά των διορισμένων επικεφαλής του στρατοπέδου, ακόμη και για δολοφονίες διαφωνούντων.
Ο συλληφθείς δολοφόνος θα υποστηρίξει πως μόλις είδε μπροστά του τον Ζέβγο του «ανέβηκε στο αίμα στο κεφάλι. Οι κομμουνιστές με βασάνισαν επειδή δεν συμφωνούσα μαζί τους».
Στην απολογία του θα αναφέρει επίσης ότι οι κομμουνιστές είχαν εκπορνεύσει τη γυναίκα του, με την οποία είχε χωρίσει, όταν αυτός βρισκόταν στη Γιουγκοσλαβία. Εκείνη ωστόσο από την πλευρά της θα υποστηρίξει αργότερα ότι τον χώρισε επειδή ήταν προδότης του κόμματος. Κανένας δεν τον πίστεψε ενώ στη Μακεδονία δεν υπήρχε παράδοση εγκλημάτων για λόγους τιμής ούτε κατά αυτουργώ ούτε, πολύ περισσότερο κατά ομοϊδεατών.
Ο Τύπος της εποχής παρουσιάζει το έγκλημα ανάλογα με την πολιτική του τοποθέτηση. Μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε μεσούντος του Εμφυλίου Πολέμου. Οι φιλοκυβερνητικές εφημερίδες θα κάνουν λόγο για ξεκαθάρισμα λογαριασμών ενώ ο κομμουνιστικός Ριζοσπάστης θα αναφέρει ότι είναι επαίσχυντη πράξη των «μοναρχοφασιστών».
Αμέσως μετά τη δολοφονία, αντιπροσωπεία του Ε.Α.Μ. υπό τους Γιώργη Σιάντο, Κώστα Γαβριηλίδη και Σ. Κρητικό θα επισκεφθεί τον τότε φιλελεύθερο πρωθυπουργό και τραπεζίτη Δημήτριο Μάξιμο (προσωπική οικία του ήταν το σημερινό Μέγαρο Μαξίμου) και τους αντιπροέδρους της κυβέρνησης Σοφοκλή Βενιζέλο και Κωνσταντίνο Τσαλδάρη προκειμένου να διατυπώσουν την εντονότατη διαμαρτυρία τους για το γεγονός. Δεν καταφέρνουν όμως κάτι ουσιαστικό. Αντιθέτως οι συλλήψεις και οι εκτοπίσεις Αριστερών πολλαπλασιάζονται όπως θα δούμε και λίγο παρακάτω.
Ποιος σχεδίασε όμως το έγκλημα; Περίπου δύο βδομάδες μετά την ταφή του θύματος (που θα γίνει βιαστικά στο νεκροταφείο της Ευαγγελίστριας στη Θεσσαλονίκη παρουσία μονάχα της γυναίκας και της κόρης του επειδή οι αρχές απαγόρευσαν να μεταφερθεί η σορός στην Αθήνα) θα δημοσιευτεί στον Ριζοσπάστη μια επιστολή. Είχε φτάσει στα χέρια του γ.γ. του Κ.Κ.Ε. Νίκου Ζαχαριάδη από τις 24 ή 25 Μαρτίου αλλά δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα στις 3 Απριλίου.
Την υπογράφει ο 33χρονος καπνοπαραγωγός, Σερραίος κι αυτός, Νίκος Σιδηρόπουλος, συνεργός του δολοφόνου, πάλαι ποτέ κομμουνιστής και επίσης πρώην τρόφιμος στο στρατόπεδο Μπούλκες. Θα υποστηρίξει ότι το έγκλημα οργανώθηκε από τη γραφείο Α2 της διεύθυνσης του Γ’ Σώματος Στρατού και την ΕΣΑ Βαρδαρίου, υπό την υψηλή εποπτεία του υπουργού Δημοσίας Τάξεως Ναπολέοντος Ζέρβα, ηγετικής φυσιογνωμίας του δεξιού Εθνικού Δημοκρατικού Ελληνικού Συδέσμου (Ε.Δ.Ε.Σ) στα χρόνια της Κατοχής, της δεύτερης σημαντικότερης αντιστασιακής οργάνωσης μετά τον Ε.Λ.Α.Σ., που από ένα σημείο και μετά αλληλοσπαράχθηκαν. Στους έξι μήνες που παρέμεινε στον θώκο ο Ζέρβας, τριπλασιάστηκε ο αριθμός των θανατικών αποφάσεων που εκδόθηκαν από τα Έκτακτα Στρατοδικεία.
Στην επιστολή του ο Σιδηρόπουλος θα υποστηρίξει επίσης ότι το σχέδιο περιελάμβανε επίσης τις δολοφονίες του γιατρού Ιωάννη Πασσαλίδη (επικεφαλής του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδος και μετέπειτα προέδρου του κόμματος της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς στα μετεμφυλιακά χρόνια), του Δηλαβέρη και του Αλέξανδρου Σακελλαρόπουλου (τελευταίου προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών πριν τη χούντα του 1967).
Αρκετά χρόνια αργότερα ο Μάρκος Βαφειάδης, ανώτατος στρατιωτικός διοικητής του κομμουνιστικού Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας το 1947 θα υποστήριζε ότι ο Ζέβγος δολοφονήθηκε εκ των έσω, κατ’ εντολήν της ηγεσίας του Κ.Κ.Ε.
Όπως θα πει, επιδίωξη του γενικού γραμματέα Νίκου Ζαχαριάδη ήταν «να τσιμεντάρει την αδιαλλαξία των άκρων και από τις δύο πλευρές». Αφήνει μάλιστα σαφείς αιχμές ότι ο Ζαχαριάδης ήταν αυτός που είχε δώσει και τις εντολές εξόντωσης και άλλων εσωκομματικών αντιπάλων όπως του Άρη Βελουχιώτη, του Νίκου Πλουμπίδη και του Κωνσταντίνου Καραγιώργη, όχι κατ΄αναγκην με δολοφονία τους.
Μάλιστα χαρακτηρίζει τον Χρήστο Βλάχο έναν καλό και πιστό σύντροφο της κομματικής οργάνωσης Θεσσαλονίκης του ΚΚΕ που στάλθηκε στο στρατόπεδο Μπούλκες αλλά από ‘κει εκδιώχθηκε από τον Ζαχαριάδη μαζί με άλλους 105 ΕΛΑΣίτες και υποχρεώθηκε να γυρίσει στην Ελλάδα.
Ο Χρήστος Βλάχος πάντως, ως ούτως ή άλλως φυσικός αυτουργός της δολοφονίας θα καταδικαστεί στις 28 Μαΐου του 1948 σε φυλάκιση μόλις δύο ετών, την ίδια ώρα που αρχισυντάκτες και τυπογράφοι των κομμουνιστικών εντύπων μπορεί να έμπαιναν στη φυλακή ακόμη και για 10 χρόνια εάν δημοσιοποιούσαν αντικυβερνητικά άρθρα. Πράγματι μετά από δύο χρόνια αποφυλακίζεται και φυγαδεύεται.
Θα βρεθεί στο μακρινό Μπουένος Άιρες που τότε αποτελούσε καταφύγιο χιτλερικών και φασιστών φυγάδων καθώς επίσης και κακοποιών απ’ όλο τον κόσμο. Θα μείνει στην Αργεντινή αρκετά χρόνια αλλά το 1968, μεσούσης της δικτατορίας των Συνταγματαρχών, παίρνει απόφαση να επιστρέψει στην Ελλάδα. Επιστρέφει στις Σέρρες. Για την τοπική κοινωνία είναι δακτυλοδεικτούμενος. Τον αντιμετωπίζουμε με περιφρόνηση για την πράξη του κι ας έχει περάσει τόσος καιρός.
Ο ίδιος δεν το αντέχει και φαίνεται πως αρχίζει να χάνει τα λογικά του. Δημοσιογράφος της εφημερίδας Ακρόπολις τον βρίσκει το 1981 τρόφιμο στο ψυχιατρείο Λέρου, αν και απολάμβανε εμφανώς προνομιακής μεταχείρισης αφού είχε δικό του δωμάτιο, βοηθό που τον εξυπηρετούσε προσωπικά και κυκλοφορούσε με κοστούμι. Σε συνέντευξη που παραχωρεί και δημοσιεύεται στις 20 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, θα υποστηρίξει αναφορικά με όσα έγιναν πριν από 34 χρόνια πως «εγώ δούλευα για την ελληνική και τη συμμαχική αντικατασκοπία, πολεμούσα τους κομμουνιστές και τους Τούρκους. Έτσι εκτέλεσα και την εντολή που πήρα από τους ανωτέρους μου, να σκοτώσω τον Γιάννη Ζέβγο. Έπρεπε να υπακούσω. Η πατρίδα κινδύνευε, έπρεπε να την καθαρίσω από τους κομμουνιστές. Και τον… Σουλτάνο του ΚΚΕ (σ.σ. εννοεί τον γ.γ. του κόμματος, Νίκο Ζαχαριάδη) έπρεπε να τον σκοτώσω».
- Ο Γεώργιος Σαρρής είναι δημοσιογράφος – μέλος της ΕΣΗΕΑ, τιμηθείς από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με το Βραβείο Αθ. Μπότση για την αντικειμενική και με πληρότητα παρουσίαση ιστορικών πολιτικών θεμάτων.
Discussion about this post