Παιδιά ενός κατώτερου Θεού;

a 48 Ειδήσεις


a 561 Ειδήσεις

Παιδείας για ανάγκη λήψης άμεσων δράσεων

Ένα στα δέκα περιστατικά, που καταγγέλθηκαν στην Αρχή Ισότητας για το 2016, αφορούσε παραβίαση της νομοθεσίας για ίση συμμετοχή των παιδιών με αναπηρία στο κυπριακό εκπαιδευτικό σύστημα

Κάτι περισσότερο από ένα στα δέκα παράπονα που υποβλήθηκαν στην Ανεξάρτητη Αρχή Ισότητας για το 2016 (12%), αφορά σε παραβιάσεις της νομοθεσίας για το δικαίωμα των ατόμων με αναπηρία στην εκπαίδευση. Ειδικότερα, σύμφωνα με πολυσέλιδη αναφορά του Γραφείου της Επιτρόπου, τα παράπονα σχετίζονται με την ανάγκη άρσης των εμποδίων που περιορίζουν ή αποκλείουν τη συμμετοχή των ατόμων με αναπηρίες σε αυτή.

Παρ’ όλο που τα εμπόδια εντοπίζονται, σύμφωνα με την τοποθέτηση της Επιτρόπου Διοικήσεως, σε πολλά επίπεδα (νομικά, διαδικαστικά, εμπόδια σχετικά με το ανθρώπινο δυναμικό), αυτό που διαπιστώθηκε τόσο από τα εν λόγω παράπονα, όσο και από πληροφορίες που σε συστηματική βάση έφτασαν στην Αρχή Ισότητας, είναι ότι πρέπει να δοθεί έμφαση στην επίλυση των συμπεριφορικών και γνωσιολογικών εμποδίων που προκύπτουν, κάτι που καθιστά την όλη διαδικασία ακόμη πιο δύσκολη, για δύο λόγους.

Πρώτο, γιατί καταγράφονται αυξημένες ανησυχίες σχετικά με συμπεριφορές, στάσεις και προσεγγίσεις που εκδηλώνονται προς μαθητές με αναπηρία από πρόσωπα και ομάδες προσώπων που συμμετέχουν στο εκπαιδευτικό σύστημα, περιλαμβανομένου και του ίδιου του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, και δεύτερο, γιατί ενόσω συντηρούνται συμπεριφορές και στάσεις αντίθετες προς τη δικαιωματική προσέγγιση της αναπηρίας, πολύ δύσκολα προωθούνται οι αναγκαίες αλλαγές για την άρση των υπόλοιπων εμποδίων.

 

Άγνοια εκπαιδευτικών

Αν ανατρέξει κανείς στα παράπονα τα οποία εξετάστηκαν το 2016 και αφορούν την παραβίαση της σύμβασης για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, όπως επίσης και τις επισημάνσεις στις οποίες κατέληξε η Αρχή Ισότητας, θα διαπιστώσει ότι μια σημαντική μερίδα αρμόδιων εμπλεκόμενων φορέων και προσώπων στην εκπαίδευση παρουσιάζει άγνοια σχετικά με τη φύση και τα χαρακτηριστικά της αναπηρίας ή ακόμη και τον τρόπο με τον οποίο αυτή αλληλεπιδρά με την προσωπικότητα και ταυτότητα του κάθε παιδιού.
Ως άμεσο συνεπακόλουθο παραβιάζεται το δικαίωμα στην εκπαίδευση, ενώ άγνοια παρατηρείται και στις υποχρεώσεις του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού προς τα άτομα αυτά, καθώς και όλων των φορέων που σχετίζονται με το εκπαιδευτικό σύστημα. Τα αποτελέσματα της φαινομενικά ακίνδυνης αυτής προσέγγισης, όμως, εγκυμονούν πολύ περισσότερους κινδύνους από αυτούς που οι εμπλεκόμενοι φαντάζονταν.

 
Όπως εξηγεί η Επίτροπος μέσα από την αναφορά σε συγκεκριμένα περιστατικά που εξετάστηκαν κατά την προηγούμενη χρονιά, η λανθασμένη προσέγγιση οδηγεί στο:

·

Να συγχέονται χαρακτηριστικά που συνδέονται με την αναπηρία με τον χαρακτήρα/προσωπικότητα του παιδιού και θεωρούνται ευθύνη τους,
· να παρέχονται ανεπαρκείς, καθόλου ή λανθασμένες προσαρμογές,
· να θεωρείται ότι τα παιδιά, και όχι το σχολείο ή η ανεπαρκής παροχή προσαρμογών/ διαφοροποιήσεων, ευθύνονται για την αντιδραστική συμπεριφορά, ή τη χαμηλή απόδοση («είναι τεμπέλης», «βαριέται» και «αδιαφορεί»),
· να οδηγούνται στον αποκλεισμό εντός ή εκτός της τάξης, από συγκεκριμένα μαθήματα ή μέρος των μαθημάτων και
· να διαδίδονται εσφαλμένες ή φοβικές, στερεότυπες απόψεις όπως ότι είναι «επικίνδυνα».



Στιγματιστικές συμπεριφορές

Άξιες αναφοράς είναι συγκεκριμένες αναφορές στις κατά καιρούς εκθέσεις της Επιτρόπου, σύμφωνα με τις οποίες είναι πολλές οι περιπτώσεις όπου τα παιδιά με αναπηρία γίνονται λήπτες στερεοτυπικών, απορριπτικών, εχθρικών, ή ακόμη και βίαιων συμπεριφορών και πράξεων, οι οποίες προκύπτουν σύμφωνα με τις περιπτώσεις που μελετήθηκαν από την Αρχή Ισότητας, από τη θέση ότι ένα παιδί με αναπηρία:

· δεν θα έπρεπε να φοιτούσε στην «κανονική» τάξη και το συνηθισμένο σχολείο (καταγεγραμμένη θέση δασκάλας και Συνδέσμου Γονέων) ή ότι θα πρέπει να εκπαιδεύεται χωριστά από τα παιδιά της ηλικίας τους (θέση ειδική δασκάλα μετά από απόφαση για φοίτηση παιδιού στη Σχολή Κωφών),
· αποτελεί «βάρος» για τους εκπαιδευτικούς, το σχολείο και τους συμμαθητές του, αφού επηρεάζει αρνητικά την υπόλοιπη τάξη και τα άλλα παιδιά,
· ευθύνεται το ίδιο για οποιαδήποτε συμπεριφορά του (αντιδραστική, εχθρική) και καθόλου η αντιμετώπισή του από το εκπαιδευτικό σχήμα,
· δεν έχει την ίδια αξία με τα άλλα παιδιά αφού είναι ή θα έπρεπε να είναι παιδί «της μονάδας», «της ειδικής» (αυτό αποτελεί γενική στάση διευθύνσεων και εκπαιδευτικών),
· δεν μπορεί να εκπαιδευτεί στο ίδιο επίπεδο με τους συμμαθητές του (έχουν καταγραφεί σχόλια του τύπου «δεν θα γίνει και επιστήμονας», επομένως δεν χρειάζεται να τεθούν υψηλοί εκπαιδευτικοί στόχοι και προσδοκίες), ως εκ τούτου δεν χρειάζεται να συμμετέχει σε όλα τα μαθήματα και η διερμηνεία δεν χρειάζεται να ανταποκρίνεται στο εκπαιδευτικό επίπεδο των συμμαθητών του,
· δεν καταλαβαίνει ή δεν έχει ελπίδα για βελτίωση, επομένως μπορούν να γίνονται σχόλια προσβλητικά και εξευτελιστικά μπροστά του όπως ότι «θα πρέπει να μείνει στην ίδια τάξη», ανεξαρτήτως της μη παροχής προσαρμογών, ενώ έχουν καταγραφεί και περιπτώσεις άσκησης βίας σε βάρος παιδιών με αναπηρία με την δικαιολογία ότι κάτι τέτοιο αποσκοπεί στη «συμμόρφωσή» τους,
· είναι μόνο δουλειά του ειδικού εκπαιδευτικού, του συνοδού ή του διερμηνέα ή άλλων «ειδικών» δομών ή ακόμα, είναι δουλειά της οικογένειάς του η επιμόρφωση του παιδιού (η απαράδεκτη αυτή θέση εκφράστηκε γραπτώς από Διεύθυνση συγκεκριμένου σχολείου),
· δεν θα πρέπει να συναναστρέφεται τους συμμαθητές του επειδή είναι επιθετικό και επικίνδυνο (θέση δασκάλας).



Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω δύναται, σύμφωνα με την Αρχή Ισότητας, να:
 παρέχεται χαμηλότερου επιπέδου εκπαίδευση,
· μην αναγνωρίζεται η διαφορετικότητα ή οι διαφορετικοί τύποι μάθησης (learning styles),
· βάσει υποθετικών και όχι πραγματικών δεδομένων, να ισοπεδώνονται οι δυνατότητες και ικανότητες των παιδιών με αναπηρία προτού καν τους παρασχεθούν ευκαιρίες, μέσω προσαρμογών στη διδασκαλία, την επικοινωνία και τη χρήση κατάλληλων εργαλείων,
· τα παιδιά να μη γίνονται αποδεκτά από τους συμμαθητές τους ή και τους εκπαιδευτικούς,
· να αισθάνονται «αόρατα» ή «βάρος» για τους άλλους, να αποθαρρύνονται και να χάνουν την αυτοεκτίμησή τους, να παραιτούνται, να απογοητεύονται, να μη θέλουν να πηγαίνουν σχολείο και, εν τέλει,
· να καθίστανται θύματα βίαιων λεκτικών ή άλλων συμπεριφορών, παραβιάσεων δικαιωμάτων ή να απομονώνονται από το κοινωνικό σύνολο, με επιπτώσεις και για το υπόλοιπο της ζωής τους.



Στόχοι αρμοδίων

Πάγιος στόχος του Υπουργείου Παιδείας, σύμφωνα με τις επισημάνσεις της Αρχής, θα πρέπει να είναι η κατάργηση όλων των διαχωριστικών πρακτικών σε βάρος των παιδιών με αναπηρία και η εμπέδωση της αρχής ότι το σύνολο των φορέων της εκπαίδευσης, περιλαμβανομένων των γενικών εκπαιδευτικών και του προσωπικού των σχολείων, έχουν ευθύνη προς τα παιδιά με αναπηρία, όπως ακριβώς ισχύει για τα παιδιά χωρίς αναπηρία, με σεβασμό προς την αξία της διαφορετικότητας.
Ειδικές ικανότητες

Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο, είναι η ανάγκη για εντοπισμό των ικανοτήτων των παιδιών με αναπηρία, διαδικασία που χρειάζεται να είναι διαρκής και να διευκολύνεται μέσα από την παροχή κατάλληλων ευκαιριών και μεθόδων. Θα πρέπει να αναγνωριστεί και στην πράξη ότι κάθε παιδί έχει ικανότητες, ταλέντα, δεξιότητες και προσωπικότητα και μπορεί να αναπτυχθούν. Η ανοχή στάσεων που βασίζονται σε στερεότυπα και προκαταλήψεις σχετικά με την αναπηρία τροφοδοτεί τη θέση ότι τα παιδιά αυτά δεν έχουν θέση και αποτελούν βάρος στα σχολεία και τα παιδιά χωρίς αναπηρία.



Παροχή εξειδικευμένων προσαρμογών

Η παροχή εξατομικευμένων προσαρμογών και υποστήριξης αποτελεί υποχρέωση, στην οποία το Υπουργείο Παιδείας θα πρέπει να ανταποκριθεί στο πλαίσιο του δικαιώματος στην εκπαίδευση, και όχι προαιρετική επιλογή. Δεν αρκούν οι υπεραπλουστευμένες «γενικεύσεις» των προσαρμογών, ανά αναπηρία και μάλιστα ανά κατηγορία αναπηρίας (π.χ. μαθησιακές αναπηρίες), ούτε τα «πακέτα» προσαρμογών, αυτόματα βάσει μίας αναπηρίας. Χρειάζεται εξατομίκευση (μέσω προσαρμογών και στήριξης), η οποία αποτελεί μία σύνθετη και απαιτητική διαδικασία, που όμως θα πρέπει να δοκιμάζεται και να αξιολογείται ως προς την αποτελεσματικότητά της.
Η αποτελεσματικότητα θα πρέπει να μετριέται με σημείο αναφοράς τον εκάστοτε επιτευχθέντα βαθμό ενδυνάμωσης των μαθητών, ώστε να συμμετέχουν πλήρως και αποτελεσματικά στην εκπαίδευση, ενώ η αξιολόγηση αυτής της διαδικασίας θα πρέπει να ανταποκρίνεται στην αναπηρία, την προσωπικότητα και τον τύπο μάθησης του εκάστοτε μαθητή.
Κατάργηση εκφοβισμού
Για την καταπολέμηση της κακοποίησης, της παρενόχλησης και άλλων εκφοβιστικών και παρενοχλητικών συμπεριφορών λόγω αναπηρίας και την ολοκληρωμένη προστασία των παιδιών από τέτοια περιστατικά, το Υπουργείο θα πρέπει να υιοθετήσει αποτελεσματική πολιτική πρόληψης καθώς και σύστημα αντιμετώπισης περιστατικών που καταγγέλλονται, μέσα από διερευνητικές διαδικασίες και από κατάλληλα καταρτισμένα άτομα, χωρίς όμως διοικητικές και γραφειοκρατικές καθυστερήσεις καθώς αυτές, στην πράξη μπορεί να συνεπάγονται ανοχή και επανάληψη τέτοιων περιστατικών με συνέπειες σε βάρος των παιδιών με αναπηρία αλλά και του ευρύτερου σχολικού περιβάλλοντος.

   Προσβασιμότητα

Τέλος, έμφαση χρειάζεται να δοθεί και στην προσβασιμότητα όλων των σχολικών εγκαταστάσεων, ώστε να ανταποκρίνονται σε κάθε μορφή και έκταση αναπηρίας (κινητικής, οπτικής και άλλης) καθώς και στην προσβασιμότητα του διδακτικού υλικού, χωρίς όμως εκπτώσεις σε ό,τι αφορά την ποιότητα της εκπαίδευσης που παρέχεται. Σε σχέση με την προσβασιμότητα τόσο των χώρων όσο και των πληροφοριών και της επικοινωνίας, τονίζεται ότι δεν αρκούν αποσπασματικές και μεμονωμένες ενέργειες όταν και εάν ζητηθούν από τους γονείς. Απαιτείται κάτι πολύ περισσότερο, δηλαδή, μια συστηματική διαδικασία σχεδιασμού και μετατροπών σε όλα τα σχολεία, ενώ προσβάσιμο υλικό και προσβάσιμες επικοινωνίες θα πρέπει να είναι σε ευρεία διαθεσιμότητα προς χρήση, ανά πάσα στιγμή.

Πηγή:  Η Σημερινή