Η Αυστραλία ξανάνοιξε σήμερα τα σύνορά της, σχεδόν 600 ημέρες μετά το κλείσιμό τους για την αναχαίτιση της πανδημίας του νέου κορωνοϊού, με το αεροδρόμιο του Σίδνεϊ να ζει συγκινητικές σκηνές αντάμωσης ανθρώπων που είχαν χωριστεί πολύ καιρό.
Στις 20 Μαρτίου του 2020, η Αυστραλία επέβαλε ένα από τα πιο αυστηρά μέτρα κλεισίματος των συνόρων στον κόσμο για να προστατευτεί από την COVID-19. Δεκάδες χιλιάδες Αυστραλοί που ζουν στο εξωτερικό δεν είχαν μπορέσει να επιστρέψουν στην πατρίδα τους για 19 μήνες. Οι πτήσεις ήταν σπάνιες και οι πολίτες στους οποίους διδόταν άδεια να επιστρέψουν έπρεπε να περάσουν από μια δαπανηρή καραντίνα 14 ημερών σε ξενοδοχείο.
Οι δύο μεγαλύτερες πόλεις της χώρας, το Σίδνεϊ και η Μελβούρνη, αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τα μέτρα αυτά και οι πλήρως εμβολιασμένοι Αυστραλοί μπορούν εφεξής να ταξιδεύουν χωρίς καραντίνα. Η αυστραλιανή αεροπορική εταιρεία Qantas είχε καθηλώσει στο έδαφος μεγάλο μέρος του στόλου της και ο πρόεδρος διευθύνων σύμβουλός της Άλαν Τζόις εξέφρασε ικανοποίηση για την επανάληψη των διεθνών πτήσεων, “η οποία άργησε πολύ να έρθει”.
“Είναι υπέροχο να βλέπω ότι οι Αυστραλοί μπορούν να επιστρέψουν στις οικογένειές τους έπειτα από πολύ καιρό που έμειναν χώρια”, σημείωσε. “Είναι μια μεγάλη μέρα για την Αυστραλία”, δήλωσε παράλληλα ο πρωθυπουργός της χώρας Σκοτ Μόρισον, αναρτώντας στο Facebook μήνυμα στο οποίο ανέφερε ότι η χώρα είναι πλέον “έτοιμη να απογειωθεί!”.
Στο αεροδρόμιο του Σίδνεϊ σήμερα την αυγή οι πρώτοι επιβάτες που αποβιβάστηκαν δεν μπορούσαν να κρύψουν τη χαρά τους για την επιστροφή τους, η οποία αποτυπώθηκε σε συγκινητικές εικόνες αγκαλιών με τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Είναι κάτι το “μαγικό”, είπε σε δημοσιογράφους ο Τιμ Τάρνερ, ο οποίος δεν είχε δει τον γιο του για έναν χρόνο.
Η Τζούλι Τσου, η οποία επέστρεψε από τη Βρετανία, είπε ότι προσπαθούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της την ώρα της προσγείωσης. “Ανυπομονούσα να αγγίξω το χέρι της μαμάς μου όταν θα την έβλεπα. Λαχταρούσα να την αγκαλιάσω”, συνέχισε η Αυστραλιανή αυτή που επέστρεψε για να δει τη μητέρα της που βρίσκεται στο νοσοκομείο. “Θα είναι πολύ συγκινητικό”, πρόσθεσε.
Για κάποιους, όπως η Λούσιντα Μποτλέρο, το άνοιγμα των συνόρων ήρθε αργά. “Είχα να δω την οικογένειά μου τέσσερα χρόνια και προσπαθούσαμε ενάμιση χρόνο τώρα να έρθουμε”, είπε. “Έχω ανάμεικτα συναισθήματα επειδή δεν μπόρεσα να ξαναδώ ζωντανό τον πατέρα μου. Πέθανε μόλις πριν από μια εβδομάδα, ωστόσο είναι καλό που θα μπορέσω να πάω στην κηδεία του”.
Την ώρα που κάποιοι αποβιβάζονταν, άλλοι ετοιμαζόντουσαν να φύγουν από την Αυστραλία για να συναντήσουν τους συγγενείς τους στο εξωτερικό. Ο 35χρονος Άμπχι Μπάτζαζ είπε ότι ήταν πολύ συγκινημένος που μπορούσε να πετάξει για τις ΗΠΑ για να γιορτάσει τα Χριστούγεννα με την οικογένειά του, την οποία έχει να δει σχεδόν δύο χρόνια. “Περίμενα αυτήν την μέρα καιρό”, είπε, προτού αναχωρήσει για το Λος Άντζελες.
Η συχνότητα των πτήσεων θα επανέλθει σταδιακά, μολονότι οι επιβάτες στις πρώτες πτήσεις ήταν λίγοι. Ωστόσο περισσότεροι από ένα εκατομμύριο ξένοι που διαμένουν στην Αυστραλία παραμένουν εγκλωβισμένοι στη χώρα, μη μπορώντας να επιστρέψουν στις χώρες τους για να ξαναδούν τους φίλους ή τις οικογένειές τους, καθώς τα μέτρα χαλάρωσης εφαρμόζονται κυρίως για τους Αυστραλούς πολίτες.
Επίσης ορισμένες αυστραλιανές πολιτείες, στις οποίες τα ποσοστά εμβολιασμών κατά της COVID-19 παραμένουν χαμηλά, θα παραμείνουν σχεδόν κλειστές. Μια υποχρεωτική καραντίνα 14 ημερών θα παραμείνει σε ισχύ.
Εξάλλου, η Ταϊλάνδη προέβη και αυτή από σήμερα σε σημαντική χαλάρωση των περιορισμών στα σύνορά της για πρώτη φορά εδώ και περίπου ενάμιση χρόνο, σε ένα πρώτο τεστ για την τουριστική ζήτηση και τα ταξίδια στην Ασία μετά την πανδημία του νέου κορωνοϊού.
Εκατοντάδες εμβολιασμένοι ξένοι τουρίστες έφτασαν στην πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης Μπανγκόκ για ένα ταξίδι χωρίς καραντίνα αφότου η χώρα αυτή της νοτιοανατολικής Ασίας έδωσε το πράσινο φως για τους επισκέπτες αυτούς από περισσότερες από 60 χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας και των ΗΠΑ.
Ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες βρίσκονται επίσης στον κατάλογο αυτών που επιτρέπεται στους εμβολιασμένους πολίτες τους να επισκεφθούν τη χώρα, καθώς η Ταϊλάνδη, ένας από τους πιο δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς της περιοχής, στοχεύει στους τουρίστες από το βόρειο ημισφαίριο που θα θέλουν να ξεφύγουν από τον χειμώνα.
Το Υπουργείο Οικονομικών της Ταϊλάνδης προβλέπει μόλις 180.000 αφίξεις από το εξωτερικό φέτος και 7 εκατομμύρια το ερχόμενο έτος, έναντι περίπου 40 εκατομμυρίων το 2019. Το νέο πρόγραμμα που εφαρμόζει η χώρα αξιώνει από τους επισκέπτες τη διαμονή για μια πρώτη νύχτα σε ένα ξενοδοχείο που έχει εγκριθεί εκ των προτέρων και ένα αρνητικό τεστ προτού μπορούν να μετακινηθούν σε άλλες περιοχές.