Της Yue Wang
Τη Δευτέρα oι Κινέζοι δισεκατομμυριούχοι του διαδικτύου υπέστησαν τις βαρύτερες απώλειες ανάμεσα στους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο, καθώς οι φοβισμένοι επενδυτές συνέχισαν να “ξεφορτώνονται” μετοχές που βρέθηκαν στο στόχαστρο μιας σειράς περιοριστικών κανονισμών που επέβαλε το Πεκίνο.
Ο ιδρυτής της εταιρείας Meituan, Wang Xing, ο διευθύνων σύμβουλος της NetEase, Williang Ding, ο ιδρυτής της Pinduoduo, Colin Zheng Huang, και ο πρόεδρος της Tencent, Pony Ma, έχασαν συνολικά 13,6 δισ. δολάρια των περιουσιών τους μέσα σε μία ημέρα, σύμφωνα με την παγκόσμια real-time Λίστα Δισεκατομμυριούχων. Το πλήγμα στις περιουσίες τους ήρθε καθώς το sell-off των κινεζικών μετοχών στον εκπαιδευτικό και τεχνολογικό κλάδο εξαπλώθηκε και σε άλλους τομείς, με τους επενδυτές να αναλογίζονται ποιες εταιρείες θα μπορούσαν να είναι οι επόμενες που θα μπουν στο στόχαστρο του Πεκίνου.
“Οι περιοριστικοί κανονισμοί αποτελούν συνέχεια των προηγούμενων αντιμονοπωλιακών πολιτικών και εμποδίζουν την ανεξέλεγκτη εξάπλωση του κεφαλαίου”, επισημαίνει ο Shen Meng, διευθυντής της επενδυτικής τράπεζας Chanson and Co., με έδρα το Πεκίνο. “Επιπλέον, η Κίνα επιδιώκει να κατευνάσει τη δυσαρέσκεια στις τάξεις των διάφορων κοινωνικών “φατριών” και να εκτονώσει την πίεση που αυτές υφίστανται”.
Για παράδειγμα, μετά από αναφορές για πολύωρη απασχόληση και επικίνδυνες συνθήκες εργασίας, οι ρυθμιστικές αρχές κινούνται προς την υιοθέτηση ασφαλιστικών δικλείδων για την προστασία των εργαζομένων στον κλάδο διανομής φαγητού, απαιτώντας από τους εργοδότες να καταβάλλουν υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές και διασφαλίζοντας ότι η αμοιβή των διανομέων θα υπερβαίνει τα επίπεδα του κατώτατου μισθού. Η ανακοίνωση των νέων κατευθυντήριων γραμμών οδήγησε τη μετοχή της Meituan -αυτού του κολοσσού στον κλάδο διανομής φαγητού, που υποστηρίζεται από την Tencent και για τον οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη έρευνα στο πλαίσιο της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας- σε “βουτιά” έως και 10% στο Χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ την Τρίτη, ενώ τη Δευτέρα είχε προηγηθεί κατάρρευση της τάξης του 14%.
Την Τρίτη η Tencent, η οποία βρίσκεται πίσω και από την εταιρεία online αγορών Pinduoduo, υποχώρησε κατά 5% στο Χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ, αφού οι ρυθμιστικές αρχές απαίτησαν από την εταιρεία να παραιτηθεί από τα αποκλειστικά πνευματικά δικαιώματα περί μουσικής. Η εταιρεία έχει ήδη δεσμευτεί να συμμορφωθεί με αυτή την οδηγία.
Στο μεταξύ, το Πεκίνο επιδιώκει να απαλλάξει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς από μερικά βάρη, στην προσπάθεια να ανακάμψουν τα μειωμένα ποσοστά γεννήσεων στη χώρα, και γι’ αυτό τον σκοπό επικεντρώνεται στη μετα-σχολική εκπαίδευση. Για κάποιο διάστημα, αυτός ο τομέας αναπτύχθηκε με ταχείς ρυθμούς, καθώς κατά την πανδημία οι μαθητές στράφηκαν στις υπηρεσίες του διαδικτύου για την εκπαίδευσή τους, ωστόσο πρόσφατα ήρθε αντιμέτωπος με προβλήματα κατόπιν καταγγελιών για παραπλανητικές τιμές και ψευδείς διαφημίσεις.
Η εισηγμένη στη Νέα Υόρκη μονάδα διαδικτυακής μάθησης Youdao της NetEase απώλεσε άνω του 60% της χρηματιστηριακής της αξίας μέσα σε τρεις διαδοχικές συνεδριάσεις. Οι εισηγμένες στις ΗΠΑ κινεζικές εκπαιδευτικές εταιρείες Gaotu Techedu, TAL Education και New Oriental Education & Technology σημείωσαν αντίστοιχη πτώση, αφού οι ρυθμιστικές αρχές παρουσίασαν ένα σαρωτικό “πακέτο” κανονισμών μες στο Σαββατοκύριακο. Ειδικότερα, απαιτείται από τις εταιρείες φροντιστηριακών μαθημάτων που επιδιώκουν να διδάξουν τη σχολική ύλη να καταχωρισθούν ως μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί και να μην κάνουν μαθήματα το Σαββατοκύριακο και κατά τη διάρκεια των σχολικών διακοπών. Τους απαγορεύεται επίσης να προχωρήσουν σε δημόσια εγγραφή ή να αντλούν κεφάλαια.
“Για να παραμείνουν εισηγμένες, ίσως χρειαστεί να αποκοπούν από τις επιχειρήσεις που παραβιάζουν τους κυβερνητικούς κανονισμούς”, σημειώνει ο Tommy Wang, αναλυτής στην China Merchants Securities με έδρα το Χονγκ Κονγκ. Προσθέτει ότι θα μπορούσε να πληγεί έως και το 90% των εσόδων των εταιρειών, καθώς η φροντιστηριακή εκπαίδευση σε μαθητές Δημοτικού και Γυμνασίου αποτελεί τη “μερίδα του λέοντος” των παρεχόμενων υπηρεσιών τους.
Σε αυτό το αβέβαιο περιβάλλον, οι ξένοι επενδυτές θα έπρατταν σοφά να λάβουν υπόψη τους κινδύνους που απορρέουν από τη χάραξη αυτής της πολιτικής και να επανεκτιμήσουν την προοπτική για επενδύσεις σε κινεζικές εταιρείες, λέει ο Shen της Chanson and Co. Οι περιοριστικοί κανονισμοί στις εκπαιδευτικές εταιρείες, για παράδειγμα, έχουν φέρει παγκόσμιους επενδυτές -από τη SoftBank έως την Temasek- στο σημείο να προσπαθούν να βρουν διέξοδο από τις τοποθετήσεις τους. Πρόκειται για επενδυτές που είχαν ποντάρει πολλά δισεκατομμύρια δολάρια σε κινεζικές εκπαιδευτικές startups όπως η Yuanfudao, η Zuoyebang και η Yi Qi Zuo Ye, οι οποίες τώρα βρίσκονται υπό καθεστώς αυστηρού ρυθμιστικού ελέγχου.
Η Claudia Wang, συνεργάτης της Εταιρείας Συμβούλων Oliver Wyman στη Σαγκάη, επισημαίνει ότι μια επιλογή για τους επενδυτές είναι απλώς να περιμένουν και μόλις οι start-ups βρουν μια αγορά εφάμιλλη της βιομηχανίας της διαδικτυακής εκπαίδευσης, η οποία το 2020 αποτιμήθηκε σε 257,3 δισ. γιουάν, τότε να αποχωρήσουν, αλλάζοντας τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες. Η στάση αναμονής ήδη κερδίζει έδαφος μεταξύ των επενδυτών στη χρηματιστηριακή αγορά, σύμφωνα με τη Nomura Securities.
“Οι “σοκαρισμένοι” επενδυτές που επλήγησαν μάλλον προσπαθούν να προβλέψουν τώρα ποιοι κλάδοι μπορεί να γίνουν οι επόμενοι στόχοι ενός εκτεταμένου κρατικού ελέγχου”, επισήμαναν αναλυτές, συμπεριλαμβανομένων των Chetan Seth και Yunosuke Ikeda, σε πρόσφατο σημείωμα. “Μέχρι να αρχίσει να υποχωρεί η ροή των ειδήσεων σχετικά με τους περιοριστικούς κανονισμούς (κάτι που δεν διαφαίνεται ακόμη στον ορίζοντα), θεωρούμε ότι οι περισσότεροι ξένοι επενδυτές πιθανότατα “θα μείνουν στην άκρη”, παρόλο που ορισμένοι τομείς της αγοράς φαίνονται ελκυστικοί μεσοπρόθεσμα βάσει αποτίμησης”.