Σρι Λάνκα: Σε νέα φάση εθνοθρησκευτικών αντιπαραθέσεων;

Με αφορμή τις τρομοκρατικές επιθέσεις.

sri lanka 1 ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ, Θρησκεία, Σρι Λανκα, ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ

O διάχυτος φόβος ανάμεσα στις εθνοθρησκευτικές κοινότητες που συνθέτουν τη Σρι Λάνκα μην υπερκεραστεί η μία από την άλλη, σε συνδυασμό με την ταύτιση της εθνικής ταυτότητας με τη βουδιστική παραλλαγή «θεραβάδα» και τη σινγκαλέζικη γλώσσα, αποτελούν τα διακριτικά στοιχεία της εθνικής συνείδησης της χώρας.

Ο φόβος αυτός της επικυριαρχίας μίας ομάδας επί των άλλων εντάθηκε μετά το τέλος της αποικιοκρατίας, όταν αποκρυσταλλώθηκαν τα διαχωριστικά όρια των τριών μεγάλων ταυτοτήτων: οι βουδιστές σινγκαλέζοι, οι ινδουιστές Ταμίλ και οι μουσουλμάνοι.

Όπως εξηγεί στην εφημερίδα El País ο ιστορικός Κ.Μ. ντε Σίλβα, ο φόβος των σινγκαλέζων θα μπορούσε να εξηγηθεί από τη θέση τους ως πλειοψηφούσας εθνοτικής ομάδας, που όμως φέρει ανεξίτηλο το σύμπλεγμα της κατατρεγμένης εθνικής μειονότητας ανά τους αιώνες. Χωρισμένη από το ηπειρωτικό σώμα της Ινδίας από το Στενό του Παλκ, καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της η Σρι Λάνκα λεηλατήθηκε από διαδοχικές εισβολές των ινδουιστών Ταμίλ που προέρχονταν από τις Ινδίες και στόλιζαν τους θυρεούς των δυναστειών τους με τους θησαυρούς που σκύλεψαν από τις βουδιστικές πόλεις. Ένα άλλο ταυτοτικό στοιχείο των σιγκαλέζων είναι η βουδιστική θρησκεία, που όταν καταδιωκόταν στην Ινδία, βρήκε πρόσφορο έδαφος στο εσωτερικό της Σρι Λάνκα. Εξού και η εθνική υπερηφάνεια των κατοίκων της ως θεματοφυλάκων του πολιτισμού που απειλούνταν από τον πανίσχυρο γείτονά τους.

Από την πλευρά της, η ινδουιστική μειονότητα των Ταμίλ, που έλκει την καταγωγή της από τα νότια της Ινδίας και η οποία ανά τους αιώνες εγκαθίστατο στα βορειοανατολικά της νήσου, είχε, σε αντίθεση με τους σινγκαλέζους, το σύμπλεγμα της επικρατούσας πλειονότητας, πεπεισμένη πως βρισκόταν σε προνομιακή θέση καθώς μοιραζόταν την ίδια κουλτούρα με το ένα δισ. των ομοθρήσκων της στην άλλη πλευρά των στενών. Η πηγή της σύγκρουσης ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους Τίγρεις της Απελευθέρωσης των Ταμίλ Ιλάμ (LTTE) συνιστά την πιο μακρόβια σύγκρουση στην Ασία και μπορεί να ερμηνευθεί μέσω αυτής της πολιτισμικής διαφοράς. Οι Ταμίλ έγιναν διάσημοι επειδή πρώτοι εισήγαγαν την τρομοκρατική τακτική της επίθεσης αυτοκτονίας, που τόσο διαδεδομένη έχει γίνει σε άλλα πλαίσια συγκρούσεων στις μέρες μας. Ο θάνατος του ηγέτη τους Βελουπιλάι Πραμπχακαράν, το 2009, σήμανε το τέλος της σύγκρουσης και την ήττα του αυτονομιστικού κινήματος.

Η απάντηση στην εμφύλια τούτη διαμάχη από τις διαδοχικές κυβερνήσεις ήταν η ενίσχυση της σινγκαλέζικης θρησκευτικής συνείδησης, στηριζόμενες στην εκτεταμένη βοήθεια των βουδιστικών θρησκευτικών αρχών. Ο πρόεδρος Μαχίντα Ραγιαπάκσα και οι δύο αδελφοί του ενσάρκωσαν στο έπακρο την αποφασιστικότητα των ταυτοτικών αυτών μέτρων, ερμηνεύοντας τον εκλογικό του θρίαμβο το 2005 ως λευκή επιταγή για να δοθεί τέλος στη σύγκρουση άπαξ και διαπαντός. Και πράγματι, το κατάφερε με αποτελεσματικό, πλην όμως αποκρουστικό τρόπο: χιλιάδες άμαχοι σφαγιάσθηκαν κατά τη διάρκεια της πιο αμείλικτης φάσης του πολέμου.

Οι φωνές του Τύπου και των ανθρωπιστικών οργανώσεων κατασιγάσθηκαν μέσω της τακτικής των συλλήψεων και των δολοφονιών.

Η ειρήνευση έβγαλε τη Σρι Λάνκα από το περισκόπιο των διεθνών γεγονότων. Έως το 2014 οι εντάσεις μεταξύ βουδιστών και μουσουλμάνων προκάλεσαν σειρά από εξεγέρσεις, και κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας η σχέση μεταξύ των δύο θρησκευτικών κοινοτήτων χαρακτηρίστηκε από ριζοσπαστικοποίηση των θέσεών τους. Τα τελευταία χρόνια δε αναδύθηκε η υπερεθνικιστική θρησκευτική οργάνωση Μπόντου Μπάλα Σένα, που προωθεί μια πολιτική μίσους απέναντι στους μουσουλμάνους, η διεξαγωγή της οποίας θυμίζει σε πολλά σημεία τους τον διωγμό των Ροχίνγκια στη Μιανμάρ.

Η ακραία δράση της ομάδας αυτής, σύμφωνα με τον ειδικό στην τρομοκρατία Ροχάν Γκουναράτνα, έχει προκαλέσει φυσικά την επίσης ακραία αντίδραση, μέσω της επικράτησης των πλέον ακραίων μουσουλμανικών κλάδων στην αντίστοιχη κοινότητα της χώρας, τον σαλαφισμό και τον ουαχαμπισμό. Δύο τάσεις που εντός της κοινότητας θεωρούνται ξενόφερτες και κρίνεται πως αλλοιώνουν τη μετριοπαθή παράδοση που χαρακτηρίζει τα ήθη της ντόπιας μουσουλμανικής κοινωνίας.

Οι δημογραφικές αλλαγές έχουν συμβάλει επίσης στην έξαρση της ιδέας της μουσουλμανικής απειλής: από το 1948 η δημογραφική αύξηση των σινγκαλέζων ήταν 1,1%, ενώ των μουσουλμάνων κατά 1,9%. Αλλά και η παγκοσμιοποίηση έχει συμβάλει στην εξακτίνωση των προβλημάτων ομοειδών κοινοτήτων στο εσωτερικό του ευρύτερου αστερισμού των κοινών παραδόσεων και θεσμίων: έτσι οι ακραίες βουδιστικές τάσεις ταυτίζονται με την καταπιεσμένη βουδιστική μειονότητα στο Μπαγκλαντές και αναλαμβάνει ακραίες δράσεις στο όνομά τους. Αντίστοιχα, οι μουσουλμάνοι εντάσσουν στη ρητορική τους τις διώξεις που υφίστανται οι αδελφοί τους στη Μιανμάρ.

Μέχρι σήμερα η χριστιανική κοινότητα, η οποία επλήγη περισσότερο από τις χθεσινές επιθέσεις, είχε παραμείνει εκτός του πανοράματος των κοινοτικών συγκρούσεων. Οι χριστιανοί μάλιστα θεωρούνταν ευρέως ως μια ενοποιητική δύναμη που συγκεράζει τις αντίρροπες τάσεις των σινγκαλέζων και των Ταμίλ. Ακόμη δεν είναι τίποτε σαφές, και μόνο μέσα στο επόμενο διάστημα θα μπορέσει κανείς να πει εάν τα γεγονότα αυτά συνδέονται με μια περιφερειακή διεύρυνση των πρόσφατων επιθέσεων στη Νέα Ζηλανδία, ή απλώς πρόκειται για ακόμη ένα νέο επεισόδιο στην σύγκρουση μεταξύ των εθνοτήτων της Σρι Λάνκα.

  • Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Γιώργης-Βύρων Δάβος.