Αρχιεπισκοπικές εκλογές ως τέλος και αρχή

Άρθρο του Γιώργου Κυπριανού, Θεολόγου - Εκπαιδευτικού

Kyprianou Αρχιεπισκοπικές Εκλογές, Γιώργος Κυπριανού

Του Γιώργου Κυπριανού:

Οι Αρχιεπισκοπικές εκλογές έλαβαν τέλος. Ίσως και από τούδε και στο εξής να μην χρειάζεται να ειπωθούν άλλα. Αν και είχαμε πολλά και διάφορα προς δημοσίευση, ωστόσο εκ των υστέρων κρίνεται ανώφελο και αχρείαστο. Εξάλλου, η Εκκλησία ως μάνα μας αυτό που χρειάζεται τώρα είναι την προστασία και φροντίδα μας και όχι άλλο πια το ξεμπρόστιασμα και τον διασυρμό της. Ήδη η απαξίωση της αποχής εκ μέρους των πιστών και η αδιαφορία για τη λαϊκή ετυμηγορία εκ μέρος Συνοδικών καθώς και προεκλογικές και μετεκλογικές τακτικές ήταν αρκετές από μόνες τους να κλονίσουν απειλητικά κάθε υπόλειμμα υπόληψης του θεσμού της Εκκλησίας στη συνείδηση μεγάλου μέρους των πιστών. Τώρα, είναι επιτακτική ανάγκη τόσο ο προκαθήμενος όσο και όλοι όσοι τον στήριξαν μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της Ιεράς Συνόδου να εργαστούν μαζί για να μαζέψουν τα κομμάτια της, όσα κι αν έχουν μείνει.

Προσωπικά, αναμένω πολλά από την νέα ηγεσία της Εκκλησίας της Κύπρου. Ως μέλος της Εκκλησίας αλλά και ως Θεολόγος Εκπαιδευτικός, καθώς και ως γονιός και μετέχων στα κοινά έχω μέσα μου το δικό μου όραμα για την μητέρα μου Εκκλησία, για την μάνα που με γέννησε και με θρέφει πνευματικά, την Εκκλησία του Χριστού και Θεού μου. Αλίμονο, αν η Εκκλησία έκλεινε τα στόματα των παιδιών της και επέβαλλε λογοκρισία και τρομοκρατία, αν αδιαφορούσε και αγανακτούσε ακόμη για τον πόθο και τους καημούς των παιδιών της, ή ακόμα αν έστω αγνοούσε τα όσα σκέφτονται και αισθάνονται τα παιδιά της γι’ αυτήν και τον Ιδρυτή της. Αν είναι έτσι, τότε ουδείς χρειάζεται πλην των λίγων και «εκλεκτών», ουδείς έχει λόγο παρουσίας και προσφοράς μέσα σε αυτήν. Θέλω να πιστεύω ότι δεν έχουν έτσι τα πράγματα. Γι’ αυτό και εκφράζομαι.

Θέλω την ηγεσία της Εκκλησίας της Κύπρου να ορίσει νέους στόχους και νέους προορισμούς. Θέλω την Εκκλησία Κύπρου να γίνει πιο απλή και άμεση στον κόσμο. Να ομιλεί την γλώσσα του κόσμου και ειδικά την γλώσσα της μάνας όταν ηρεμεί και καθησυχάζει το πονεμένο και χτυπημένο της παιδί, όταν αυτό απογοητεύεται και χάνει την ελπίδα του, όταν αγωνιά και θέλει τη συντροφιά της. Δεν θέλω την Εκκλησία να μιλά ούτε αφ’ υψηλού, ούτε από καθέδρας, είτε ακαδημαϊκής είτε δικαστικής. Να μην χρησιμοποιεί βαρύγδουπες εκφράσεις και στομφώδη λόγια. Την θέλω να μιλά, όπως τότε ο Χριστός στους μαθητές Του και στους ανθρώπους που Τον ακολουθούσαν, τότε που ο εκλαϊκευμένος τρόπος Του προκαλούσε τους απόμακρους Φαρισαίους, τότε που ο παραβολικός και παρηγορητικός Του λόγος σαγήνευε και τους ελαχίστους.

Θέλω την Εκκλησία να εμπνέει αγάπη, καλοσύνη, προσευχή, σοφία, σύνεση, διάκριση και συνέπεια. Να απεκδυθεί κάθε τι ξένο προς την ταυτότητά της. Τα οικονομικά να ανατεθούν σε οικονομολόγους, τα κοινωνικά σε κοινωνιολόγους, τα εθνικά σε πολιτικούς, τα δικανικά σε νομικούς, τα οικοδομικά σε μηχανικούς και αρχιτέκτονες, τα επιχειρηματικά σε εμπειρογνώμονες, τα παιδαγωγικά και εκπαιδευτικά σε παιδαγωγούς, τα πολιτιστικά σε πολιτιστικούς λειτουργούς κ.ο.κ. Δεν μπορεί ούτε και πρέπει ο εκάστοτε προκαθήμενος να αποφαίνεται επί παντός επιστητού ως ειδήμων, παντογνώστης και «πεφωτισμένος». Να περιοριστεί αυστηρά στις ουσιαστικές και επείγουσες ανάγκες του ποιμνίου της Εκκλησίας. Κι αυτές είναι πρωτίστως οι πνευματικές και έπειτα οι φιλανθρωπικές και κοινωνικές. Και μόνο αυτές είναι αρκετές και υπεράριθμες. Πρέπει πάση θυσία να κερδηθεί πίσω η χαμένη εμπιστοσύνη των πιστών και κυρίως των νέων. Να αποκατασταθεί άμεσα η εικόνα της Εκκλησίας, το παράδειγμά, η συμπεριφορά και τα δείγματα γραφής των επικεφαλής της και δη του προκαθημένου της. Να αποκατασταθεί άμεσα η έξωθεν καλή της μαρτυρία, το χριστιανικό και ανθρώπινο της πρόσωπο.

Θέλω η Εκκλησία της Κύπρου σήμερα να αφουγκραστεί επιτέλους τα ουσιαστικά ποιμαντικά της προβλήματα και τα όσα βιώνουν οι πιστοί της. Διότι, είναι γεγονός πως όλο και περισσότερο διαπιστώνεται και αποδεικνύεται το ασύνδετο και ξένο πολλών πραγμάτων, θεολογικών και ποιμαντικών, στην Εκκλησία του σήμερα, του τώρα. Ωσάν και ο Χριστός να γεννήθηκε άπαξ και εξάπαντος στο χθες! Π.χ. να στήσει ευήκοον ους στη σχέση των πιστών με τα Μυστήρια της Εκκλησίας και γενικά με τη Λατρεία. Να συνειδητοποιήσει η διοικούσα Εκκλησία επί τέλους ότι ζει στον 21ο και όχι στον 1ον αι. μ.Χ. Να αντιληφθεί, ότι τα ωράρια, η διάρκεια και η γλώσσα των ιερών ακολουθιών μόνο εξυπηρετικά δεν είναι προς τους πιστούς. Να ερευνήσει και να ζυγίσει σωστά τις προτεραιότητές ανάμεσα στους πιστούς. Να ψάξει και να μάθει, το τι βιώνουν όσοι εκκλησιάζονται και τι δεν ελκύει όσους δεν το συνηθίζουν. Να ρυθμίσει σοβαρά και υπεύθυνα τα πρακτικά θέματα της Λατρείας, τελούμενα και ψαλλόμενα. Όπως ο Θεός συγκατάνευσε και συγκατέβη και ενώθηκε με την ανθρώπινη φύση, έτσι και η Εκκλησία οφείλει να κινηθεί μέσω της Λατρείας. Να συγκαταβεί, να κατέλθει από το υψηλό βάθρο της μακρινής και απόμακρης στάσης της και να δώσει λύσεις και ευκαιρίες στους πιστούς. Να δοθούν εναλλακτικές προτάσεις και να δοκιμαστούν νέοι τρόποι προσέγγισης και σε άλλα τόσα θέματα.

Θέλω να έρθει κάποτε η στιγμή, όταν θα αναφέρομαι ως γονιός και εκπαιδευτικός στην Εκκλησία της Κύπρου να είμαι περήφανος και όχι υπόλογος. Θέλω επιτέλους να έρθει η στιγμή, που θα αναφέρομαι χωρίς φόβο και πάθος για την Εκκλησία του Χριστού μου, χωρίς ανασφάλειες και επιφυλάξεις. Θέλω την Εκκλησία μου, να είναι όπως ο Χριστός, «μή ἔχουσαν σπίλον ἢ ρυτίδα ἤ τι τῶν τοιούτων, ἀλλ’ ἵνα ᾖ ἁγία καὶ ἄμωμος» (Απ. Παύλου, Προς Εφεσίους – Ακολουθία του Γάμου). Ονειρεύομαι συνεχώς μια Εκκλησία που θα τολμά και θα παίρνει ρίσκα από αγάπη και ενδιαφέρον για τα παιδιά της. Μια Εκκλησία που δεν θα φοβάται να αποτύχει, δεν θα φοβάται να ταραχθούν τα νερά της, δεν θα φοβάται να χάσει τα κεκτημένα. Μια Εκκλησία που το μόνο που θα φοβάται, θα είναι το ότι δεν προσπάθησε.

Γιώργος Κυπριανού, Θεολόγος – Εκπαιδευτικός