Κορωνοϊός και Εκκλησία – Η αμετροέπεια των μέτρων

Του Γιώργου Κυπριανού, Θεολόγου-Εκπαιδευτικού

ekklisia 33322 Coronavirus, Νέα Αμμοχώστου

Στιγμιότυπο 2020 04 26 22.25.51 Coronavirus, Νέα ΑμμοχώστουΤου Γιώργου Κυπριανού*

Πραγματικά μένω εκστατικός και άφωνος μπροστά στα τόσα τεκταινόμενα εξ ονόματος της μεγάλης πανδημίας του κορωνοϊού. Είμαστε αντιμέτωποι ενώπιον μιας ιλιγγιώδους υπερπληροφόρησης ιατρικών ανακοινωθέντων, γνωματεύσεων, προβλέψεων, απόψεων, εκτιμήσεων, αντιδράσεων και εισηγήσεων. Και μέσα σε αυτή την «τρέλλα», διότι περί τέτοιας πρόκειται, μέγιστο αντιλεγόμενο, ο Εκκλησιασμός, η Θεία Μετάληψη, η συμμετοχή στις Ακολουθίες της Εκκλησίας. Εδώ και αν ιλιγγιά ο νους μας από τα τόσα που δίνουν και παίρνουν, άλλα υπέρ, άλλα εναντίον, άλλα διαλλακτικά άλλα εντελώς γελοία και άστοχα.

Απειλή από τον ϊό της κορώνας. Το δεχθήκαμε. Το πιστέψαμε. Αναγκαστικός εγκλεισμός η λύση. Την δεχθήκαμε. Την πιστέψαμε. Θετικές οι εξελίξεις. Τις δεχόμαστε και τις πιστεύουμε. Ωστόσο, προσωπικά δεν δέχομαι και δεν πιστεύω στα υπερ-απαγορευτικά μέτρα κατά του εκκλησιασμού. Δεν δέχομαι ότι η Εκκλησία αντιμετωπίζεται αντικειμενικά και αμερόληπτα. Είναι ηλίου φαεινότερον. Ιδιαιτέρως δε, τη στιγμή που για άλλες εκστρατείες και «περιφορές» δεν γίνεται ούτε καν λόγος, πόσο μάλλον διευκολύνονται προς τούτο.

Μπορεί ο Τράμπ της Αμέρικα Αμέρικα, να αποφαίνεται επιπόλαια επί παντός επιστητού, μέσα μέσα όμως λέει και αλήθειες. Όπως, το ότι οι συνέπειες του επί μακρόν εγκλεισμού θα είναι χειρότερες από τον ίδιο τον κορωνοϊό. Και δεν αναφέρεται μόνο στις οικονομικές. Και είναι αλήθεια. Ο άνθρωπος κινδυνεύει να χάσει την ελπίδα και τη δύναμη για να ζήσει. Κι αυτό είναι το χειρότερο σενάριο. Οι «ειδικοί» δυστυχώς, όχι όλοι, ζαλισμένοι πρώτα από την αποδεδειγμένη πλέον αποτυχία και απομυθοποίηση της άλλοτε «παντοδύναμης» επιστήμης τους και κατά δεύτερον από την υλικοκεντρική και κοσμικοκεντρική θεώρηση της ζωής λόγω της υπερφύαλης τεχνολογικής ανάπτυξης, αγνοούν ή αδιαφορούν για βασικές υπαρξιακές ανάγκες του ανθρώπου. Δεν μπορούν ή δεν έχουν τις προϋποθέσεις να κατανοήσουν την μεγάλη «πείνα» και «δίψα» της ψυχής που έμαθε να τρέφεται όχι μόνο με «άρτο» και «θέαμα» αλλά και με λόγο Θεού και Εκκλησία. Όφειλαν, ως επιστήμονες και «σωτήρες» της ανθρωπότητας να γνωρίζουν, ότι ο άνθρωπος θέλει κάτι περισσότερο από προφύλαξη και διαφύλαξη της υγείας του. Θέλει ψυχική ενδυνάμωση και παρηγορία. Σοβαροί και πρωτοπόροι επιστήμονες στον χώρο της ψυχολογίας, όπως ο πολύς Βίκτωρ Φρανκλ άλλα και άλλοι πολλοί συνηγορούν ανεπιφύλακτα, μετά από έρευνες και παρατηρήσεις, ότι το θρησκευτικό συναίσθημα αποτελεί ίσως την πιο δυνατή ασπίδα και άμυνα απέναντι σε κρίσεις και καταλυτικές προκλήσεις της ζωής και της κοινωνίας.

Πάρα ταύτα, φάνηκε μέσα από τη λογική των μέτρων, ότι οι υπεύθυνοι δεν μέτρησαν και δεν ζύγισαν καλά τις ουσιαστικές ανάγκες του ανθρώπου σήμερα και δεν έχουν καμία διάθεση να αλλάξουν ή να προσαρμόσουν κάποια από τα μέτρα για να διευκολύνουν τους πιστούς να ξεδιψάσουν για λίγο την πεινασμένη πίστη τους. Την ίδια ώρα, αφορμής δοθείσης, που οι ανέκαθεν πολέμιοι και αρνητές της Εκκλησίας και της Θρησκείας εξαπολύουν σκληρή επίθεση, με το πρόσχημα και τη δικαιολογία της ανάγκης της προστασίας μας από την παγκόσμια απειλή.

Η πιο μεγάλη μου απογοήτευση όμως δεν είναι για τους πολέμιους της θρησκείας. Αυτή έχουν το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου και της άποψης και είναι σεβαστό. Είναι για τους κατ’ επίφασιν όπως αποδείχθηκε χριστιανούς. Λυπάμαι για την μερίδα εκείνη των πιστών, επωνύμων ή ανωνύμων, οι οποίοι ως πριν την κρίση φιγούραραν σε Ναούς, λατρευτικές τελετές και συγκεντρώσεις, αλλά μετά ένιψαν τας χείρας τους κατά τη δίκη της αλήθειας γύρω από τη μετάληψη του Σώματος και Αίματος του Χριστού καθώς και της λογικότητας του αιτήματος για συμμετοχή των πιστών στις λατρευτικές ακολουθίες, κυρίως της Μεγάλης Εβδομάδας. Κανονικά, θα περίμενε κανείς, όλοι μας αρχικά να τηρήσουμε τα απολύτως παραδεκτά περιοριστικά μέτρα, και σταδιακά να ενσκύψουμε με διάκριση και κατανόηση στην μεγάλη πνευματική ανάγκη ως ορθόδοξοι χριστιανοί για μετοχή στα Μυστήρια και την προσευχή στους Ναούς. Προς το παρόν, αυτό δεν διαφαίνεται ούτε καν στην άκρη του τούνελ.

Απεναντίας, είδαμε πολλούς να τα βάλουν με «ανεύθυνους» επισκόπους, να εκδίδουν εντάλματα συλλήψεώς τους και να τους διασύρουν ως εσχάτους εγκληματίες στα Μέσα Ενημέρωσης και στις ανακριτικές διαδικασίες. Να εθελοτυφλούν κατά την εφαρμογή των μέτρων επί του ορίου και απόστασης συνάθροισης πολιτών και να σφιχταμπαρώνουν Επιταφίους και Άγιο Φως, τη στιγμή που υπεραγορές, καταστήματα, υπηρεσίες καθώς και πρωτοβουλίες για εν οχήματι συναυλίες κ.α. λειτουργούν χαλαρά και αφύλακτα. Να εθελοτυφλούν, όταν τόσα σημεία, τόσοι «τύποι των ήλων» τωρινά και διαχρονικά να φωνάζουν για την ασφάλεια της Θείας Κοινωνίας…Και όλα αυτά από χριστιανούς σε χριστιανούς.

Τέλος, ταπεινά φρονώ ότι, όσοι αποφαίνονται για την Εκκλησία και την χριστιανική πίστη, ειδικά σε ιστορικούς τόπους, όπως η Κύπρος και η Ελλάδα, θα πρέπει να το αναλογίζονται διπλά. Να αναλογίζονται, ότι αν υπάρχει κάτι που μάς κράτησε ζωντανούς σε τουρκοκρατία και αγγλοκρατία αυτό ήταν η ζωντανή και ανυπότακτη ορθόδοξή μας πίστη. Η εθνική μας επιβίωση βασίστηκε πάνω στη ζωντανή λατρεία και στη θυσία ιερωμένων, μοναχών και απλών πιστών της Εκκλησίας. Άρα, αν αυτή χαθεί, προσβληθεί, υποτιμηθεί και καταβαραθρωθεί, τότε πολύ αμφίβολες θα είναι οι αντοχές και οι άμυνές μας. Τουλάχιστον αυτό δείχνει το πείραμα της δικής μας ιστορίας.

Δεν είναι υπερβολή, λοιπόν, να ισχυριστούμε, ότι σήμερα μέσα σε όλη αυτή τη δίνη των αριθμών των κρουσμάτων και των εμμονών και λογισμών του μυαλού μας, η διαφύλαξη και «εξυπηρέτηση» της ορθόδοξης πίστης του λαού μας όχι μόνο έχει να προσφέρει αλλά είναι ουσιαστικής σημασίας. Ακόμα, έστω κι αν δεν το δούμε χριστιανικά αλλά και μόνο ως ανάγκη διατήρησης των συνεκτικών δυνάμεων της κοινωνίας μας, τη συγκράτηση και συγκρότηση του κοινωνικού μας ιστού. Διότι, δεν πρόκειται απλά για διευκόλυνση μιας απλής επιθυμίας και θρησκευτικής υπερευαισθησίας, αλλά για πράξη σωτήρια και σωστική απέναντι στη λαίλαπα του φόβου και της απελπισίας.

*Γιώργος Κυπριανού
Θεολόγος – Εκπαιδευτικός
Πρόεδρος Πολιτιστικού Συλλόγου «ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ»